Γράφει ο Στέργιος Πουλερές
Ο Μανώλης Φάμελλος είναι ένας καλλιτέχνης με τον οποίο νιώθω να έχω βρεθεί σε κοινές παρέες και να έχουμε μιλήσει για τα προβλήματα μου πολλές φορές. Αλλά δεν ισχύει. Είναι τα τραγούδια του που μου πιάνουν κατά καιρούς κουβέντα, φεύγουν, επανέρχονται, ξαναφεύγουν, επιστρέφουν, έχουμε εν ολίγοις μια κυκλική σχέση με τις μελωδίες και τους στίχους του.
Όντας πια στα 28 μου, είχα πλέον την ανάγκη να εναποθέσω την ταύτισή μου με τους στίχους του στον ίδιο. Με αυτό το κίνητρο βρέθηκα στο σπίτι του που είναι ταυτόχρονα κι ένας χώρος γεμάτος βιβλία και δίσκους, αλλά και όργανα, απλά και σύνθετα όπως το μπαντζολίλι του (συγκερασμός μπάντζου και γιουκαλίλι).
Είναι κυρίως ένας χώρος που φτιάχτηκε για να σηκώνει αναμνήσεις, για να τις καταγράφει και να τις φιλοξενεί. Αυτή είναι μια παράξενη αίσθηση να την αποκομίζει κάποιος που βρίσκεται για πρώτη φορά σε ένα άγνωστο σπίτι, αλλά πόσα και πόσα παράξενα παρουσιάζονται στη ζωή του καθενός;
Με αυτό ως σκέψη, σας αφήνω στον ίδιο. Ο Μανώλης Φάμελλος μέσα από 8 στίχους του που επέλεξα από 7 τραγούδια του. Σε κάποιες περιπτώσεις παρεμβλήθησαν και άλλα ζητήματα. Όπως η άποψη του για τους καταραμένους μονομερείς έρωτες. Δεν μπορούν όμως να αποτυπωθούν όλα σε γραπτές λέξεις με την ίδια πιστότητα που αποδίδονται σε προφορικές λέξεις.
«Είμαι ξένος στη γιορτή μου και στην πόλη μου περαστικός»
Είναι ένα τραγούδι που γράφτηκε σε διαδοχικές φάσεις. Δηλαδή υπήρξε μια ιδέα σε σπερματική μορφή πριν κάποια χρόνια κι ολοκληρώθηκε όταν το ηχογράφησα. Ως προς το συγκεκριμένο στίχο υπάρχει η αίσθηση του ανήκειν από την οποία πάσχει ο αφηγητής. Αισθάνεται ότι δεν είναι μέρος του συνόλου, είναι αποκομμένος από πράγματα που θεωρητικά που όφειλε να του ανήκουν. Ή, έστω, να του είναι οίκεια. Τώρα, αυτό που λέει για τη γιορτή είναι κάτι που εγώ έχω μέσα μου σαν αίσθηση γενικότερα. Όταν μου συμβαίνουν πράγματα, αισθάνομαι ότι δεν είμαι εκεί. Συμβαίνει πολλές φορές σε καταστάσεις πιο δραματικές, πιο γκρίζες, να τις διαχειρίζομαι καλύτερα. Μπορείς να το δεις και ψυχαναλυτικά, ότι δεν επιτρέπει ο αφηγητής στον εαυτό του να γίνει μέρος, να απολαύσει, να συνδεθεί.
«Είμαι ξένος εδώ, μα όλα μοιάζουν γνώριμα»
Εδώ ο αφηγητής βρίσκεται σε κάτι φαινομενικά παράδοξο, ίσως γιατί αυτό το ξένο έχει την ελευθερία να το φανταστεί από την αρχή. Έχει την ψευδαίσθηση ότι όλα είναι δυνατά. Τα νέα πράγματα μας κάνουν κι εμάς τους ίδιους νέους. Κι αυτό είναι μια παγίδα. Γιατί πολλές φορές, στο βάθος του πράγματος φτάνεις μόνο με την επανάληψη, τη φροντίδα, με το να δώσεις ένα κομμάτι του εαυτού σου. Συμβαίνει σε όλους, όλο και περισσότερο όσο περνούν τα χρόνια, να τους ξεγελάει η λάμψη της στιγμής, ένας ενθουσιασμός. Αυτό είναι μια λάμψη δικιά μας, κάτι που φανερώνεται μέσα μας με έναν τρόπο. Αλλά αν δεν επενδύσουμε σε αυτό και δεν το σχηματίσουμε, τελικά ξεθωριάζει.
Ίσως αυτό που επαναλαμβάνεται συνέχεια στον στίχο, ίσως να περιγράφει και τη δική μου ανάγκη να μου υπενθυμίζω να δένομαι με τα πράγματα. Η όλη συζήτηση με το μέσα μου περιστρέφεται γύρω απ΄αυτόν τον άξονα. Τα τραγούδια είναι ευχές μ΄ένα τρόπο. Εξομολογείσαι κάπως. Αυτό το τραγούδι και το Πόσα Ψέματα είναι λόγια που επιστρέφουν σε μένα και λειτουργούν λυτρωτικά. Πολλές φορές το να περιγράφεις το πρόβλημα για να το κατανοήσεις, περιέχει τη λύτρωση. Το αποκρυπτογραφούμε το πρόβλημα. Οι στίχοι είναι σαν τα κέρματα που πέφτουν από το παντελόνι όταν το γυρίσεις ανάποδα.
Τα πράγματα φανερώνονται πολλές φορές με μια χρονοκαθυστέρηση. Δηλώνεις κάτι που σου μοιάζει, ας πούμε, ότι έχει νόημα και πάντα λες κάτι περισσότερο απ΄αυτό που θες να πεις. Και μ΄ένα τρόπο αυτό επιστρέφει αργότερα και σου αποκαλύπτεται αλλιώς, φανερώνεται. Αυτό είναι κάτι που μου συμβαίνει. Τις φορές που βρίσκω κάτι, το χρησιμοποιώ έχοντας την αίσθηση ότι είναι κάτι που πρέπει να το βάλω σε ένα πλαίσιο συζήτησης και κάποια στιγμή θα λειτουργήσει μόνο του, θα βρει τρόπο να φανερωθεί. Μ΄έναν μαγικό τρόπο θα ωριμάσει και θα αποκτήσει μια άλλη δυναμική.
Από την άλλη, όταν συναντάω κάτι που είναι όλο παρελθόν και δεν έχει να μου πει κάτι για το τώρα, μάλλον είναι κάτι νεκρό.
«Περνάει ο κόσμος κι αδιάφορει, περνά ο καιρός και δε σύχγωρει»
Ο χρόνος δεν έχει μια μαγική ιδιότητα να σε ολοκληρώσει, να σε πάει παρακάτω μόνος του. Αν έχεις μια αδυναμία, την μεταφέρει κι αυτή μαζί σου. Είναι μια δράση που ο καθένας χρειάζεται να αναλάβει για τον εαυτό του. Κι αυτή είναι η ευχή που υπάρχει στον στίχο και το τραγούδι. Τον κόμπο πρέπει να τον λύσουμε και ο καιρός υπάρχει για να τον κάνουμε σύμμαχό μας, για να του δώσουμε εμείς ουσία, αυτό που είμαστε κι αυτό που θέλουμε να γίνουμε. Το ξεπέρασμα του εαυτού δεν μπορεί να γίνει μ΄ένα μαγικό ραβδί.
Αυτό το τραγούδι είναι περισσότερο αναστοχαστικό. Κάθε τραγούδι που δημοσιοποιείται απευθύνεται βέβαια κάπου, αλλά η φιλοδοξία του είναι να βάλει κάποιον ακροατή να αναλογιστεί κάποια πράγματα. Όσες φορές ακούω αυτό το τραγούδι, νιώθω έτσι όπως λες. Ότι στην εκάστοτε περίσταση που βρεθήκαμε, αξίζαμε κάτι καλύτερο. Ότι αδικηθήκαμε και δε μας δόθηκε η δυνατότητα να αναπτύξουμε τα χαρίσματά μας. Κι όποτε το νιώθω αυτό, παράλληλα υπάρχει και μια φωνή που μου λέει «είναι ανάγκη να προστεθείς κι εσύ σε τόσους ανθρώπους που βλέπεις γύρω σου και θέλουν να εκδικηθούν τον κόσμο επειδή δεν τους έδωσε αυτό το κάτι καλύτερο»;
«Βλέπω μόνο ένα τρένο να περνά κι όλο πίσω να μένω»
Όπως αντιλαμβάνομαι αυτόν τον στίχο και κατ΄επέκταση το τραγούδι είναι μια αίσθηση ότι αυτό που κυνηγάς, που επιθυμείς, που διεκδικείς, απομακρύνεται. Φτάνεις να το αγγίξεις και εκείνη τη στιγμή εξατμίζεται ή, τις περισσότερες φορές, μεταμορφώνεται σε κάτι που είναι πάλι άπιαστο. Πρέπει πάλι να το διεκδικήσεις από την αρχή. Αλλά όταν θα ανέβεις στο τρένο και θα καθίσεις στη θέση σου να ξαποστάεις, νομίζω πως δεν θα απομένει τίποτα περισσότερο.
Με αυτό το τραγούδι ήθελα με μια σχετικά ελαφριά διάθεση να φτιάξω κάποιου είδους ονειροκρίτη. Ήθελα να κάνω ένα λαϊκό τραγούδι και νομίζω στιχουργικά πρόκειται περί τέτοιου. Αυτές ήταν τουλάχιστον οι προθέσεις μου. Να μιλήσω για ένα παράπονο, αλλά κλείνοντας κάπως και το μάτι.
Δεν θα έλεγα ότι μόνο τα σημαντικά πράγματα είναι άπιαστα. Θα έλεγα ότι είναι κάποιου είδους τροχιοδείκτες. Κάποιες λάμψεις στον ορίζοντα που ενεργοποιούν έναν φωτοτροπισμό μέσα μας. Η ουσία βρίσκεται σε αυτό που θα αποκομίσεις από την διεκδίκηση, από το ταξίδι προς το άπιαστο. Το αντικείμενο του πόθου σου μπορεί να ήταν κάτι που το παρεξήγησες εντελώς. Κάτι που όταν έρχεται στην κατοχή σου, το αγγίζεις και γίνεται στάχτη. Αυτό είναι κάτι που το βιώνεις σαφώς ως μια ματαίωση. Αλλά πρέπει να κρατά κανείς στο μυαλό του ότι όλα αυτά που θέλουμε να κατακτήσουμε, όλες οι κορυφές, είναι αφορμές. Αυτό που στην ουσία θέλουμε να κατακτήσουμε, είναι ο εαυτός μας.
«Δεν είμαι εγώ μέσα σ΄αυτόν τον καθρέφτη»
Οι εαυτοί μας είναι δυναμικά συστήματα που μέσα στο χρόνο, με όλη την αλληλεπίδραση και τη φαντασία, διαμορφώνονται. Ο στίχος αυτός σημαίνει ότι η αυτοεικόνα του αφηγητή είναι κατώτερη των προσδοκιών. Είναι ένα άλλο πρόσωπο απ΄αυτό που φαντάζεται ότι του αξίζει. Αν κι αυτή είναι μια έκφραση που χωράει μεγάλη συζήτηση. Είναι σαν να διεκδικείς έναν άλλο εαυτό. Αν θυμηθείς και πως είναι το τραγούδι συνολικά, ο ήρωας εκεί, περιγράφει διάφορες σκηνές, όπου έχει κάποιες προσλαμβάνουσες, κάποιες εικόνες με τις οποίες όφειλε να ταυτιστεί. Με τους ηττημένους ήρωες, τους καταραμένους ποιητές, τους φίλους του που ένας ένας αποχωρούν από το προσκήνιο και ο καθένας συνθηκολογεί με το είναι του. Όλα αυτά τα στοιχεία που συνθέτου την εικόνα του, δημιουργούν τελικά κάτι που δεν το νιώθει ως εαυτό του. Κι έχει ανάγκη να αποκόψει, να αποτάξει αυτά τα στοιχεία και να ξεκινήσει μια πορεία προς την έρημο. Είναι ένα τραγούδι χειραφέτησης.
«Η αγάπη σαρώνει τα εμπόδια, μα πριν ενωθείς με το φως η αγάπη σου κόβει τα πόδια»
Αυτό το τραγούδι το έκανα πριν πολλά χρόνια κι είναι αρκετά αυτοβιογραφικό κι ακριβές. Εμμέσως προσπάθησα να μιλήσω για κάτι που συνέβη σε μένα. Δεν πιστεύω πως η αγάπη σου κόβει τα πόδια. Πιστεύω ότι σε παιδεύει κι η ματαίωση που νιώθεις μέσα από αυτό, μπορεί σε πολλές περιπτώσεις, όπως και στο τραγούδι, να είναι συντριπτική. Αλλά παράλληλα είναι κι ένα κομμάτι της δοκιμασίας που χωρίς αυτό δεν θα έφτανε πουθενά. Ίσως αυτό που έζησα να ήταν κάτι που στη μνήμη μου θα είχε αποσυντεθεί τελείως.
Η διαδικασία όμως μέσα από την οποία, δημιουργώντας ένα τραγούδι, το περιγράφεις, ήδη το μεταμορφώνεις το βίωμα και το αλλάζεις. Επειδή αυτό που μου συνέβη, ήταν χρόνια πριν ηχογραφηθεί το τραγούδι ήταν κάτι που ίσως να το έζησα μόνος μου ή να το αναδημιούργησα εκ των υστέρων. Απέμεινε όμως αυτό. Πιστεύω ότι είναι περισσότερο από μια εξωρραϊσμένη εκδοχή του παρελθόντος. Είναι λειτουργικό εδώ και τώρα. Όχι μόνο για μένα. Αλλά και για σένα, για έναν άνθρωπο μακρινό. Ίσως αυτό να διασώζει κάτι.
Τίποτα δεν μπορεί να πεθάνει μέσα μας. Μπορεί να αποθήσουμε κάποια πράγματα, αλλά με όσο μεγαλύτερη βία το κάνουμε, με την ίδια βία επιστρέφουν πίσω. Κι επιστρέφουν μεταμορφωμένα σε κάτι άλλο. Δηλαδή, ένα στοιχειώδες παράδειγμα είναι μια ερωτική ματαίωση που μπορεί να επανέλθει ως καταστροφική μανία ή ως μια άρνηση κατανόησης σε κάτι. Τίποτα δεν σκοτώνουμε. Τίποτα δε μπορούμε να διαγράψουμε από μέσα μας. Δε μπορούμε να ελέγξουμε το ασυνείδητό μας. Ό,τι έχουμε ζήσει, επιστρέφει σε μας.
Η αιώνια επιστροφή μέσα μας είναι μια ανοιχτή διαδικασία και πραγματώνεται χωρίς να το αντιλαμβανόμαστε. Όλα αυτά τα θραύσματα που έχουμε μέσα μας από τις εκρήξεις, μπορούμε να το συνδέσουμε σε κάτι που να έχει μια ροή. Μπορεί να είμαστε γεμάτοι ανισορροπίες οι άνθρωποι, αλλά αυτές μπορούν με έναν τρόπο να δημιουργήσουν ένα δημιουργικό και δοτικό σύνολο.
«Κι έπειτα ο χρόνος σταμάτησε, στη στιγμή που κρατάει για πάντα»
Δεν μπορείς να ζήσεις μια στιγμή που κρατάει για πάντα ως παρατηρητής. Εννοείται πως σε περιλαμβάνει και έχει τη δική σου ματιά. Έχεις εστιάσει κάπου, κάτι σε συγκινεί, είσαι μέρος ενός μυστικού συνδυασμού. Υπάρχουν αυτές οι στιγμές, αλλά είναι οι στιγμές που αποκαλύπτεται κάτι. Δε σημαίνει ότι όλα τα συστατικά της πρωταρχικής στιγμής βρίσκονται εκεί. Αυτή η στιγμή ξεκλειδώνει ένα παρελθόν. Η στιγμή που κρατά για πάντα είναι η στιγμή που αποκαθιστά μια συνέχεια κι ένα δεσμό ανάμεσα στο παρελθόν και το μέλλον. Ξέρεις πως ό,τι έγινε, έγινε καλώς και, ξέροντας αυτό, προχωράς με ελπίδα για το παρακάτω. Η στιγμή που κρατά για πάντα, είναι μια στιγμή που περιλαμβάνει όλο το χρόνο κατά κάποιον τρόπο. Εκτείνεται και στο πριν και στο μετά.
https://www.youtube.com/watch?v=K_i1MpSZZjg
«Σε μια στροφή σε συνάντησα, στα μάτια σου είδα τη θάλασσα, μα εγώ είχα μάθει μοναχά να φεύγω»
Αυτό το τραγούδι περιγράφει όσα είπαμε στην αρχή. Υπάρχεις στον βαθμό που δεν υπάρχεις. Αν γίνεις μέρος της ζωής μου, της καθημερινότητας, έχω το φόβο ότι θα εξανεμιστεί όλο αυτό. Κοίταξε, κι αυτό είναι ένα τραγούδι που κοιτάζει προς τα πίσω, αλλά το ότι υπάρχει σαν ζητούμενο, σαν ένας ορίζοντας, είναι αυτό που θέτει σε κίνηση και τον αφηγητή.
Ζούμε διάφορους κύκλους. Υπάρχουν εποχές στη ζωή μας κι υπάρχει μια στιγμή για κάθε εποχή. Αναζητούμε τον εαυτό μας, αναζητούμε τη σύνδεση στον ορίζοντα, το υπερπέραν. Υπάρχουν κι εποχές που αυτή τη σύνδεση την καλλιεργούμε. Και πάλι προς έναν ορίζοντα. Όσο βαθιά μπορείς να δεις τον ορίζοντα, τόσο βαθιά μπορείς να δεις και στην πιο ασήμαντη λεπτομέρεια γύρω σου, το γρασίδι για παράδειγμα.
* Info για τη συναλία στην Τεχνόπολη, όπου συμπράττει με 19 καλλιτέχνες, και τα εισιτήρια, μπορείς να βρεις εδώ.