Το συνέδριο, που διοργανώθηκε με πρωτοβουλία του Εθνικού Κέντρου Τεχνών «Ιντιρα Γκάντι», του Ινδού φιλέλληνα ακαδημαϊκού Μπαράτ Γκουπτ και με τη συνεργασία της ελληνικής πρεσβείας, αναζήτησε και εξέτασε διεξοδικά τις ακαδημαϊκές και καλλιτεχνικές ανταλλαγές μεταξύ της Ινδίας και της Ελλάδας. Οι δεσμοί που συνδέουν τους δύο πολιτισμούς αποδεικνύονται όχι μόνο από τα αρχαία κείμενα αλλά και μέσω της τέχνης.
Από την Ελλάδα, συμμετείχαν η ερευνήτρια, χορογράφος, χορεύτρια και δασκάλα κλασικού ινδικού χορού Λήδα Σάνταλα, η οποία μίλησε για τον ιερό χορό στην αρχαία Ελλάδα και την Ινδία. Από ακαδημαϊκής πλευράς, έλαβαν μέρος ο καθηγητής ινδικών γλωσσών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών δρ Δημήτρης Βασιλειάδης, ο συγγραφέας Ντέννης Ντινόπουλος και ο καθηγητής Ανθρωπολογίας στο ΕΚΠΑ Παύλος Κάβουρας. Η παρουσία μουσικών από την Ελλάδα, την Ινδία και άλλες χώρες συνέβαλε στην ενίσχυση των πολιτιστικών ανταλλαγών μεταξύ Ελλάδας και Ινδίας.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον είχε η εισήγηση της κ. Λήδας Σάνταλα, με θέμα τον «Ιερό Χορό στην Αρχαία Ελλάδα και την Ινδία». Η Λήδα Σάνταλα, που έχει σπουδάσει για πολλά χρόνια στην Ινδία τον κλασικό χορό Μπάρατα Νάτιαμ, παρουσίασε, όπως αναφέρει στον «Ε.Τ.», μια συγκριτική μελέτη -συνοδευόμενη από βίντεο και εικόνες- για την αρχαία τέχνη των Μουσών στον ελληνικό χώρο και τον ινδικό ιερό χορό. «Για τους αρχαίους Ελληνες και τους αρχαίους Ινδούς, ο χορός ήταν δώρο των θεών, εμπεριείχε πνευματικότητα, ήταν μέσον επικοινωνίας ανάμεσα στους θεούς και τους ανθρώπους. Ο χορός είχε δυνατότητες ίασης και κάθαρσης για τον καλλιτέχνη και το κοινό, καθώς εθεωρείτο το πνευματικό μονοπάτι για την αυτογνωσία», τονίζει.
«Και στους δύο πολιτισμούς, ο χορός, η μουσική, το θέατρο και η μίμηση ήταν στενά συνυφασμένα με το θεϊκό: οι χορευτές στη αρχαία Ελλάδα έκαναν κινήσεις που μοιάζουν στις ινδικές “mudras” (χειρονομίες του κλασικού χορού και της γιόγκα)», υπογράμμισε στην εισήγησή της η κ. Λήδα Σάνταλα, η οποία έχει εντρυφήσει «από κούνια» και στην τέχνη του θεάτρου, καθώς οι γονείς της ήταν σπουδαίοι καλλιτέχνες –ο πατέρας της ήταν ο τραγουδιστής και τραγουδοποιός Βάσος Σεϊτανίδης και η μητέρα της η αξέχαστη ηθοποιός της χρυσής εποχής του ελληνικού κινηματογράφου, Σμάρω Στεφανίδου.
Ο Δημήτριος Γαλανός
Στο συνέδριο παρουσιάστηκε εκτενώς από τους Ελληνες και ξένους ακαδημαϊκούς η κληρονομιά του Δημητρίου Γαλανού: πολιτικού, συγγραφέα, γλωσσολόγου και «ινδολόγου», όπως χαρακτηρίζεται. Ο Δημήτριος Γαλανός έζησε στο μεταίχμιο του 18ου-19ου αιώνα και ως ανήσυχο πνεύμα, αποφάσισε να ταξιδέψει στη μακρινή Ινδία –απίστευτη περιπέτεια για την εποχή- για να διδάξει ελληνικά: «…για να φέρει το φως της πατρικής εκπαίδευσης στους Ελληνες της Ινδίας και να στείλει από εκεί στην Ελλάδα μερικούς σπινθήρες του φωτός της Ασίας», σύμφωνα με τα λόγια του Γεννάδιου. Εμεινε 47 χρόνια στην Καλκούτα, αρχικά, και στο Βαρανάσι (Μπερνάρες) αργότερα και άφησε πλούσιο έργο καταγραφής των ινδικών ηθών. Εγραψε το μεγάλο Σανσκριτο-Αγγλο-Ελληνικό Λεξικό, Λεξικό της Περσικής – Σανσκριτικής και Ελληνικής και επίσης Σανσκριτικό Ονομαστικό Λεξικό της ινδικής μυθολογίας.
Το Ινστιτούτο «Ιντιρα Γκάντι» της Ινδίας θέλησε να τιμήσει τη μνήμη του Γαλανού και να κάνει γνωστό το έργο του στο πλατύ κοινό της Ινδίας -και όχι μόνο- δίνοντας έμφαση στο γεγονός ότι ο Ελληνας φιλόσοφος συνέβαλε αποφασιστικά στην κατανόηση του ινδικού πολιτισμού από Ελληνες και Ευρωπαίους ακαδημαϊκούς.
Ακολουθώντας το ένστικτο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ο οποίος έφθασε στη χώρα του Γάγγη, ο Δημήτριος Γαλανός, η μεγάλη αυτή μορφή του ελληνισμού, έφθασε στην Ινδία για να μεταδώσει την πνευματική παράδοση της Ελλάδας, επιτρέποντας ωστόσο να τον μπολιάσουν με το πνεύμα τους και οι Ινδοί. Είναι η πρώτη φορά που έγινε τόσο εκτενής αναφορά και στο εξωτερικό στο έργο του «Γαλανού του Αθηναίου» – όπως τον χαρακτηρίζει ο συγγραφέας Σαράντος Καργάκος στην ομώνυμη επιστημονική εργασία του.
ΑΛΙΚΗ ΚΟΤΖΙΑ
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]