Υπέρ του νομοσχεδίου, ψήφισαν η Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ και καταψήφισαν ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΚΕ, η Ελληνική Λύση και το ΜεΡΑ25.
Ο κ. Τσιάρας, τόνισε ότι βρισκόμαστε στην εξέλιξη ουσιαστικά της ολοκλήρωσης του ψηφιακού προγράμματος στη Δικαιοσύνη, καθώς ήδη έχει επέλθει ο εκσυγχρονισμός των Κωδίκων, δημιουργούνται νέες δομές, κατασκευάζονται νέα δικαστικά μέγαρα -για πρώτη φορά μετά από δύο δεκαετίες- συντηρούνται τα υπάρχοντα δικαστικά κτήρια κι έτσι δίνεται απάντηση σε ένα βασικό κομμάτι του προβλήματος, ωστόσο ο άλλος τομέας που αφορά στο ανθρώπινο δυναμικό, δηλαδή στους δικαστικούς λειτουργούς και στους δικαστικούς υπαλλήλους, πρέπει να αντιμετωπιστεί με μια εντελώς διαφορετική λογική. “Κάναμε το πρώτο βήμα με τον Κώδικα του Οργανισμού Δικαστηρίων και της κατάστασης των δικαστικών λειτουργών, όπου για πρώτη φορά θέσαμε αντικειμενικά κριτήρια στην αξιολόγηση κατά την επιθεώρηση των δικαστών. Ήδη έχουμε καθιερώσει τα υποχρεωτικά επιμορφωτικά σεμινάρια των δικαστών μέσω της Εθνικής Σχολής Δικαστών, ήδη έχουμε θεσπίσει τους επίκουρους βοηθούς του δικαστή, ήδη έχουμε δρομολογήσει με τη Δικαστική Αστυνομία -πέραν αυτών που θα αναλάβουν το έργο της φύλαξης των δικαστικών κτηρίων, τις μεταγωγές και τις επιδόσεις των δικαστικών αποφάσεων- και το να προσλάβουμε ειδικούς επιστήμονες, οι οποίοι θα βοηθήσουν στην προανακριτική διαδικασία και θα ενισχύσουν το έργο του δικαστή. Και ερχόμαστε σήμερα, ουσιαστικά να κλείσουμε αυτό τον μεγάλο κύκλο των μεταρρυθμίσεων με την ίδρυση της κατεύθυνσης στην Εθνική Σχολή Δικαστών για την πρόσληψη, τη μόρφωση και τη διά βίου επιμόρφωση των δικαστικών υπαλλήλων”, ανέφερε δίνοντας το στίγμα του νομοθετήματος. Ο υπουργός Δικαιοσύνης, καταλόγισε στην Αντιπολίτευση ανεδαφική κριτική στο νομοσχέδιο καθώς αυτή εδράζεται στην λογική των μαγικών λύσεων και απευθυνόμενος προς τα κόμματα που καταψήφισαν είπε: “Αν πιστεύετε, αλήθεια, ότι με τη λογική ενός μαγικού κουμπιού που το πατάει κανείς και αλλάζει όλη αυτή την πραγματικότητα από τη μία μέρα στην άλλη, καταφέρνει να δημιουργήσει τις συνθήκες της -εντός εισαγωγικών- «άμεσης» απάντησης, προφανώς δεν γνωρίζετε ακριβώς ούτε πώς λειτουργεί η Δικαιοσύνη ούτε ποια είναι τα ιδιαίτερα δεδομένα ούτε ενδεχομένως ποιος είναι ο χρόνος στον οποίο πρέπει να προβλέψουμε το αποτέλεσμα των συγκεκριμένων μεταρρυθμίσεων και των συγκεκριμένων αλλαγών”.
“Πραγματικά δεν μπορώ να κατανοήσω τις θέσεις των περισσότερων κομμάτων, διότι μια μεταρρύθμιση η οποία στην πραγματικότητα απαντά σε ένα υπαρκτό πρόβλημα, που δεν αντιμετωπίστηκε για δεκαετίες και το οποίο στην πραγματικότητα δεν θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί με κανέναν απολύτως άλλο τρόπο από το να συστήσει κανείς μια διαδικασία – ώστε κάθε χρόνο να γίνεται διαγωνισμός με βάση τα κενά τα οποία προβλέπονται από το Υπουργείο Εσωτερικών και να γίνονται οι ανάλογες προσλήψεις – πελαγοδρομεί κανείς ή επιχειρηματολογεί σε ένα πεδίο το οποίο δεν έχει σχέση με την πραγματικότητα”, προσέθεσε. Ειδικώς για την κριτική εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ ο κ. Τσιάρας παρατήρησε πως πρόκειται για “μια κριτική που δεν αντέχει σε κριτική από την άλλη πλευρά, διότι περί τις ταμπακιέρας, ο λόγος πουθενά”.
“Ας αφήσουμε το θεσμικό, ηθικό θέμα, το οποίο μπορεί να υπήρχε με το κατά πόσο παρενέβαιναν οι υπουργοί του ΣΥΡΙΖΑ στη διαδικασία της Δικαιοσύνης. Τι κάνατε για τη Δικαιοσύνη αυτά τα τεσσερισήμισι χρόνια; Ποιες θεσμικές παρεμβάσεις, ποιες μεταρρυθμίσεις και ποιες σοβαρές αλλαγές έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ; Πού διευκόλυνε τη λειτουργία της Δικαιοσύνης; Νομίζω ότι όλη αυτή η προσπάθεια η οποία γίνεται για να αναπτυχθεί μια ρητορική ή να αντιπαρατεθούν κάποια επιχειρήματα τα οποία δεν έχουν καμία απολύτως αξία, καμία βάση, στην πραγματικότητα εκθέτουν εσάς που έρχεστε και τα λέτε εδώ. Διότι κανείς δεν έχει ξεχάσει τι έχει συμβεί και στη Δικαιοσύνη τα προηγούμενα χρόνια. Εδώ η προσπάθεια που γίνεται είναι πολύ συγκεκριμένη. Είναι μια προσπάθεια για να επαναφέρουμε ουσιαστικά τη Δικαιοσύνη εκεί που ο συνταγματικός της ρόλος και η συνταγματική επιταγή καθορίζει και ορίζει. Αυτό νομίζω ότι αποδεικνύεται με κάθε τρόπο, με όλες τις πρωτοβουλίες που έχουμε αναλάβει και σε νομοθετικό και θεσμικό επίπεδο και δεν νομίζω ότι υπάρχει καμία απολύτως συζήτηση από εκεί και πέρα”, προσέθεσε ο κ. Τσιάρας.
Αναφορικώς με το αίτημα της αντιπολίτευσης να διεξαχθεί άμεσα ένας διαγωνισμός μέσω ΑΣΕΠ για την πρόσληψη δικαστικών υπαλλήλων, ο κ. Τσιάρας απάντησε ότι το αποτέλεσμα θα ήταν το ίδιο και δεν θα υπήρχε και κανένα χρονικό όφελος, διότι αυτή τη στιγμή, μέσω του νομοσχεδίου, δρομολογούνται διαδικασίες άμεσου διαγωνισμού, ο οποίος θα επαναληφθεί εντός του 2023 για τα κενά τα οποία θα δημιουργηθούν για την επόμενη χρονιά και ο οποίος κάθε Ιούνιο, θα επαναλαμβάνεται, ούτως ώστε το δικαστικό σύστημα να μην στερείται των πολύτιμων υπηρεσιών των δικαστικών υπαλλήλων.
“Δημιουργούμε μια πραγματική μεταρρύθμιση που δίνει μια πνοή στο δικαστικό σύστημα καθώς οι δικαστικοί υπάλληλοι επιμορφώνονται πλέον με συγκεκριμένο πρόγραμμα από την Εθνική Σχολή Δικαστών που έχει την εμπειρία και του διαγωνισμού και της επιμόρφωσης σε σταθερή βάση. Επίσης, υπάρχει ανάληψη της ευθύνης και για τους ήδη υπηρετούντες δικαστικούς υπαλλήλους αυτή η επιμόρφωση στο επόμενο χρονικό διάστημα να γίνει σταδιακά. Δεν είναι αυτό μεταρρύθμιση; Δεν είναι μεταρρύθμιση το να δημιουργούμε έναν σταθερό μηχανισμό, πέρα από την πρόσληψη, που να εκπαιδεύει και να μετεκπαιδεύει τους δικαστικούς υπαλλήλους;” υπογράμμισε επίσης ο υπουργός Δικαιοσύνης.
Ο υφυπουργός Δικαιοσύνης
“Το νομοσχέδιο προσπαθεί να λύσει το ζήτημα με έναν μεσομακροπρόθεσμο ορίζοντα, προκειμένου κάθε χρόνο να μπορούν να προσλαμβάνονται δικαστικοί υπάλληλοι κατόπιν μιας διαφανούς διαδικασίας, κατόπιν μιας σταθερής διαδικασίας και κατόπιν μιας διαδικασίας η οποία θα επενδύει και στην ποιοτική αναβάθμιση του προσωπικού που υπηρετεί στα δικαστήρια. Διότι ο στόχος μας είναι να δημιουργήσουμε πέραν της ταχύτητας και της απαιτούμενης εγρήγορσης της δικαιοσύνης και ένα ποιοτικό σύστημα, με ποιοτικά εκπαιδευμένο προσωπικό σε όλα τα επίπεδα” τόνισε ο υφυπουργός Δικαιοσύνης, Γιώργος Κώστηρας.
Απαντώντας στην κριτική που άσκησε η εισηγήτρια της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ο κ. Κώτσηρας την χαρακτήρισε “αντιφατική και λαϊκίστικη” και ανέφερε ότι για το μόνο που θα θυμάται τον ΣΥΡΙΖΑ ο ελληνικός λαός και ο νομικός κόσμος είναι για τον Ποινικό Κώδικα που ψήφισε λίγες μέρες πριν τις εκλογές “δεν έχει μείνει και για κάτι άλλο στην ιστορία η περίοδος του ΣΥΡΙΖΑ στον χώρο της Δικαιοσύνης”.
Θεοδωρικάκος: Τα μέτρα κατά της ακρίβειας θα συνεχιστούν και το 2025
“Ξέρετε ότι δεν είναι εύκολες όλες αυτές οι προσπάθειες. Και εκεί ακριβώς έγκειται η αντίφαση και ο λαϊκισμός σας. Ενώ γνωρίζετε πολύ καλά το πόσο σύνθετο είναι το περιβάλλον της δικαιοσύνης, το πόσο προσεκτικές κινήσεις χρειάζονται, το πόσο μεγάλη θεσμική έλλειψη και ανεπάρκεια υπήρξε στη νομοθέτηση επί των ημερών του ΣΥΡΙΖΑ, βλέπει ότι τώρα γίνεται μια προσπάθεια σε όλα τα μέτωπα -και στην κωδικοποίηση, και στην αλλαγή του κώδικα για τους δικαστικούς λειτουργούς, και στη Σχολή Δικαστών και στους δικαστικούς υπαλλήλους- και προφανώς μη βλέποντας τα αποτελέσματα σε μία μέρα, σε έναν μήνα, σε έξι μήνες -κάτι που είναι αδύνατο να γίνει σε έναν χώρο, όπως είναι η Δικαιοσύνη- ξαφνικά εφευρίσκει την αδυναμία της κυβέρνησης να συνομιλήσει με τους φορείς και κρύβεται πίσω από τις θέσεις τους ad hoc βέβαια και à la carte, γιατί όταν οι θέσεις τους είναι υπέρ της νομοθέτησης, τότε εξαφανίζονται από τον δημόσιο διάλογο”, τόνισε απευθυνόμενος προς την αξιωματική αντιπολίτευση.
“Μην ακούμε ξαφνικά ότι η Κυβέρνηση αυτή έχει κόψει τους διαύλους επικοινωνίας με τους φορείς, όταν σε κάθε νομοσχέδιο οι προτάσεις τους αξιολογούνται, όπως πρέπει να αξιολογούνται σε μια δημοκρατική διαδικασία, και όταν επί των ημερών σας οι δικηγόροι ήταν στους δρόμους, διαμαρτύρονταν και τους λέγατε: «το κίνημα της γραβάτας». Οι δικηγόροι ήταν απέναντι στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, όταν εσείς τους λέγατε το «κίνημα της γραβάτας» και τους διαπομπεύατε όταν διαμαρτύρονταν για το ασφαλιστικό καθεστώς του νόμου Κατρούγκαλου και ξαφνικά εφηύραμε εδώ ότι το Υπουργείο Δικαιοσύνης δεν μιλάει με τους φορείς και δεν ακούει τον κοινοβουλευτικό διάλογο”, είπε ακόμη ο υφυπουργός Δικαιοσύνης.
Οι εισηγητές
Εκ μέρους της ΝΔ, ο εισηγητής Ευρυπίδης Στυλιανίδης, ανέφερε ότι κεντρική επιδίωξη της κυβέρνησης είναι η βελτίωση της ταχύτητας και της ποιότητας της παρεχόμενης δικαιοσύνης κάτι που εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από τις υποδομές, τον εκσυγχρονισμό των μέσων και την ενίσχυση της διοίκησης από κατάλληλα επιλεγμένους και επιμορφωμένους δικαστικούς υπαλλήλους. “Σε αυτή την αναγκαιότητα ουσιαστικά απαντά με πληρότητα το παρόν σχέδιο νόμου το οποίο και εισάγει για πρώτη φορά κατεύθυνση δικαστικών υπαλλήλων στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών, που αφορά στον κλάδο των γραμματέων όλων των κατηγοριών ΠΕ, ΤΕ και ΔΕ αναγνωρίζοντας τον ειδικό ρόλο που καλούνται αυτοί να διαδραματίσουν στη συνέχεια της καριέρας τους”, επισήμανε. Συμπερασματικά ο κ. Στυλιανίδης επισήμανε ότι ο νέος νόμος στοχεύει στην αποκατάσταση της αναλογίας τριών δικαστικών υπαλλήλων ανά έναν δικαστή, διασφαλίζει την αξιοκρατική επιλογή, την άρτια θεωρητική και πρακτική τους εκπαίδευση, την εξ αρχής συνεργασία δικαστικών υπαλλήλων με τους δικαστές, τη δια βίου εκπαίδευσή τους σε νέες δεξιότητες και επομένως την εξοικείωση με τη συνεχώς εξελισσόμενη ψηφιακή τεχνολογία. Ο νόμος εκσυγχρονίζει τεχνικά, βελτιώνει λειτουργικά και θωρακίζει θεσμικά τον χώρο της ελληνικής δικαιοσύνης. Γι’ αυτό αποτελεί ένα σημαντικό βήμα προς τα εμπρός, όπως άλλωστε διαπίστωσε και σχεδόν το σύνολο των φορέων οι οποίοι συμμετείχαν στη διαβούλευση.
Η εισηγήτρια του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Σουλτάνα Ελευθεριάδου, ενώ ανέφερε ότι το κόμμα της είναι υπέρ στο να αποτυπώνει ο κάθε υπουργός την πολιτική στόχευση και την αντίληψή του σε νομοσχέδια, στο συγκεκριμένο νομοθέτημα όμως διακατέχεται με προχειρότητα, γίνεται άρον άρον και χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι πραγματικές συνθήκες που επικρατούν στον κλάδο για τον οποίο νομοθετεί, όπως επίσης και οι απόψεις των αρμόδιων φορέων, των ανθρώπων που θα υποστούν τις συνέπειες από τη νομοθέτησή του. Υποστήριξε δε ότι το σχέδιο νόμου δεν πρόκειται να λύσει ούτε την υποστελέχωση των δικαστηρίων ούτε και να δώσει λύση στο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η δικαιοσύνη ως προς την ταχύτητα και την ποιότητά της κι επίσης δεν θα λύσει σε καμία περίπτωση την επαμειβόμενη εργασία των δικαστικών υπαλλήλων, ούτε θα βελτιώσει την ποιότητα και την ταχύτητα της απονομής της δικαιοσύνης ούτε θα οδηγήσει στην αποτελεσματική και εύρυθμη λειτουργία της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών. Τέλος, η κ. Ελευθεριάδου ζήτησε την απόσυρση του νομοσχεδίου για περαιτέρω επεξεργασία με τους αρμόδιους φορείς και να προχωρήσουν άμεσα οι απολύτως απαραίτητες προσλήψεις με την αυστηρή επίβλεψη του ΑΣΕΠ, όπως έγινε το 2017 με τους υπαλλήλους της ΑΔΑΕ.
Η ειδική αγορήτρια του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, αφού αναφέρθηκε στους λόγους που το κόμμα της τάσσεται θετικά επί της αρχής, εξέφρασε ωστόσο τον προβληματισμό ότι το νομοθέτημα δεν πρόκειται να επιλύσει άμεσα ούτε και μεσοπρόθεσμα τα συσσωρευμένα προβλήματα των δικαστικών υπηρεσιών και ζήτησε να προχωρήσει άμεσα προκήρυξη γραπτού διαγωνισμού με την αυστηρή εποπτεία του ΑΣΕΠ, προκειμένου άμεσα να καλυφθούν τα κενά και να ξεκινήσει και από το 2023 παράλληλα η λειτουργία της Σχολής των Δικαστών. “Αυτή είναι η μόνη λύση που δίνει άμεσα αποτελέσματα στην υποστελέχωση των δικαστικών υπαλλήλων. Σας το έχουν ζητήσει οι φορείς, σας το έχει ζητήσει η Ομοσπονδία των Δικαστικών Υπαλλήλων, σας το ζητάει η Αντιπολίτευση. Κάντε το, λοιπόν, πράξη” είπε.
Η ειδική αγορήτρια του ΚΚΕ, Μαρία Κομνηνάκα, κάλεσε την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Δικαιοσύνης να προκηρύξει άμεσα διαγωνισμό για την κάλυψη όλων των κενών οργανικών θέσεων στις δικαστικές υπηρεσίες, να προχωρήσει σε ετήσιο προγραμματισμό για την αναπλήρωση των κενών θέσεων που δημιουργούνται λόγω συνταξιοδοτήσεων, παραιτήσεων και άλλα, να ικανοποιήσει όλα τα δίκαια αιτήματα των δικαστικών υπαλλήλων για αύξηση των αποδοχών τους, να προχωρήσει στην εκπαίδευση και επιμόρφωση όλων των δικαστικών υπαλλήλων στην πράξη με βάση τις σύγχρονες εξελίξεις στην επιστήμη και την τεχνολογία, αποσυνδεδεμένοι από τις διαδικασίες της πρόσληψης και τόνισε ότι όλα αυτά όχι μόνο απουσιάζουν, αλλά έρχονται ακόμη και σε αντίθεση με τον ίδιο τον προσανατολισμό του νομοσχεδίου.
“Η απονομή δικαιοσύνης συνδέεται άρρηκτα με τη λειτουργία των δικαστηρίων και όλων των δικαστικών υπηρεσιών. Γι’ αυτό οι δικαστικές υπηρεσίες πρέπει να είναι άρτια συγκροτημένες και στελεχωμένες. Είναι ζητούμενο η επιτάχυνση της απονομής δικαιοσύνης αλλά και η ποιότητα της απονομής της δικαιοσύνης. Δεν αρκεί μόνο να νομοθετούμε νέους θεσμούς, νέα μέτρα που δεν αντιμετωπίζουν άμεσα τις ανάγκες που υπάρχουν. Για μας η ουσία του προβλήματος δεν είναι η διαδικασία του διαγωνισμού αλλά το οικονομικό θέμα. Κάντε λοιπόν, μια γενναία αύξηση αποδοχών. Έτσι θα λυθεί το πρόβλημα. Ενεργοποιείστε και πάλι τη λίστα του 2017. Μπορεί κάποιοι άνθρωποι να το ξανασκεφτούν και να επιστρέψουν”, ανέφερε ο Κωνσταντίνος Χήτας εκ μέρους της Ελληνικής Λύσης.
Η ειδική αγορήτρια του ΜεΡΑ25, Μαρία Απατζίδη, καταλόγισε στην κυβέρνηση προχειρότητα αφού και την κατηγόρησε για εμπαιγμό προς τους δικαστικούς υπαλλήλους, αυταρχική στροφή, καθώς και αποστροφή προς τη διαφάνεια, τον έλεγχο και τον ουσιαστικό διάλογο που θα έπρεπε να υπάρχει. “Αυτός είναι ένας κύριος λόγος που είμαστε κριτικοί προς το νομοσχέδιο” είπε και προσέθεσε πως το σχέδιο νόμου σε καμία περίπτωση δεν απαντά στα χρόνια και συνεχώς αυξανόμενα προβλήματα των δικαστικών υπηρεσιών και των δικαστικών υπαλλήλων.
Ειδήσεις σήμερα
Σέρρες: Βαριές κατηγορίες για εργολάβο, ηλεκτρολόγο – Μπαλάκι οι ευθύνες
Συντάξεις: Τριπλός χριστουγεννιάτικος μποναμάς για συνταξιούχους
Εορταστικό καλάθι νοικοκυριού: Τι θα περιλαμβάνει