Πρώτον, τη… σούπερ έκπληξη που επιφυλάσσει ο Αλέξης Τσίπρας στον Κυριάκο Μητσοτάκη για την υπόθεση των υποκλοπών κατά την αναμέτρησή τους στη Βουλή για τη συζήτηση και την ψήφιση του προϋπολογισμού και θα αλλάξει τα δεδομένα.
Δεύτερον, στην… εμπέδωση ότι «κάτι αλλάζει» υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ στις δημοσκοπήσεις, με επιλεκτικές αναφορές της τελευταίας δημοσκόπησης της MRB.
Χρειάζεται, λίγους μήνες πριν απ’ τις εκλογές, ενέσεις ηθικού ο ΣΥΡΙΖΑ και σε επίπεδο στελεχικού δυναμικού αλλά και σε επίπεδο κομματικής βάσης και ψηφοφόρων.
Η πραγματικότητα, βέβαια, είναι διαφορετική. Σύμφωνα με απολύτως έγκυρες πληροφορίες, από την αναλυτική μελέτη και παρουσίαση όλων των δημοσκοπήσεων προς τον Αλέξη Τσίπρα και το επιτελείο του, συμπεριλαμβανομένης και αυτής των τάσεων της MRB, δεν προκύπτει σενάριο πολιτικής ανατροπής στις εκλογές. Ο κ. Τσίπρας άκουσε ότι τον Ιανουάριο η Ν.Δ. κλείνει επτά χρόνια δημοσκοπικής υπεροχής τόσο στα ποσοτικά όσο και στα ποιοτικά χαρακτηριστικά και αυτό διαμορφώνει μία δυναμική υπέρ της που εμπεδώνεται στο μεγάλο μέρος του εκλογικού σώματος, ανεξαρτήτως αν είναι ή δεν είναι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ.
Ακουσε ακόμα ότι η δυναμική αυτή εξηγεί, σε μεγάλο βαθμό, καθώς υπάρχουν και άλλοι λόγοι, τη μεγάλη διαφορά της Ν.Δ. έναντι του ΣΥΡΙΖΑ στην παράσταση νίκης. Αυτό όμως που τον ταρακούνησε είναι ότι η βασική πρόβλεψη των πολιτικών επιστημόνων και των δημοσκόπων που συμβουλεύεται είναι ότι η Ν.Δ. θα ανεβάσει τα ποσοστά της κατά την προεκλογική περίοδο, όπως και από την πρώτη στη δεύτερη Κυριακή, αν πάμε σε επαναληπτικές εκλογές λόγω αδυναμίας σχηματισμού κυβέρνησης. Ο λόγος στον οποίο βασίζεται η πρόβλεψη των ανθρώπων που συμβουλεύουν τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι ότι στην προεκλογική περίοδο και κυρίως από την πρώτη στη δεύτερη Κυριακή των εκλογών θα κυριαρχήσει για το εκλογικό σώμα το δίλημμα «Μητσοτάκης ή Τσίπρας». Για το οποίο του είπαν ότι είναι πιο δυνατό και ευθύ από το «δικαιοσύνη παντού» που λανσάρει τους τελευταίους μήνες ο ΣΥΡΙΖΑ και ναι μεν πάει σχετικά καλά, δεδομένης και της πολιτικής συγκυρίας, αλλά δεν κυριαρχεί.
Ο κ. Τσίπρας και οι συνεργάτες του άκουσαν και άλλα που δεν τους άρεσαν. Ακουσαν ότι η υπόθεση των υποκλοπών θεωρείται από την πλειονότητα της κοινής γνώμης περισσότερο ως θεσμικό και λιγότερο ως πολιτικό ζήτημα. Πολύ περισσότερο όταν αυτοί που κυρίως παρακολουθήθηκαν είναι κυβερνητικοί αξιωματούχοι και οι ίδιοι δεν ήγειραν ζήτημα που θα συνέδεε την ύπαρξη ενός παρακρατικού συστήματος με το Μαξίμου. Ακουσαν ότι παρά την κάμψη που καταγράφεται, η αξιολόγηση του έργου της κυβέρνησης παραμένει υψηλή, αλλά ο βασικός λόγος της εικόνας του ΣΥΡΙΖΑ στις δημοσκοπήσεις είναι ότι στην υποθετική ερώτηση «πιστεύετε ότι με κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ή κυβέρνηση με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ τα πράγματα θα ήταν καλύτερα;» ο μεγάλος όγκος των απαντήσεων είναι αρνητικός. Και οι απαντήσεις αυτές, όπως εξηγήθηκε, δεν αγγίζουν μόνο το στελεχικό δυναμικό του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και τον ίδιο τον κ. Τσίπρα, ο οποίος συγκρινόμενος με τον κ. Μητσοτάκη, μένει πολύ πίσω. Ειπώθηκε ακόμα ότι το σενάριο της «προοδευτικής διακυβέρνησης» από την πρώτη Κυριακή είναι ακόμα αδύναμο, όχι μόνο λόγω της αμφίσημης στάσης του Νίκου Ανδρουλάκη και του ΠΑΣΟΚ, αλλά κυρίως επειδή είναι θολό. Ο κ. Τσίπρας αδυνατεί να προσδιορίσει στην κοινή γνώμη το ακριβές περιεχόμενο, ο Νίκος Ανδρουλάκης επίσης, ο Γιάνης Βαρουφάκης τη μία ημέρα ζητά συνεργασία και την άλλη την καταγγέλλει και το ΚΚΕ δεν συμμετέχει. Ετσι, στην κοινή γνώμη έχει μείνει ακόμα ως προσδιορισμός της «προοδευτικής διακυβέρνησης» η λέξη «τερατογένεση» που χρησιμοποίησε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στη ΔΕΘ.
Κοινό σε όλες τις δημοσκοπήσεις και στις τάσεις της MRB που η Κουμουνδούρου (σ.σ.: στον Πολάκη μην το πείτε) έχει κάνει… ευαγγέλιο και συγχρόνως απογοητευτικό εύρημα για την προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να πείσει ότι μπορεί να κερδίσει τις εκλογές, είναι το ότι η αξιωματική αντιπολίτευση δεν καταγράφει σε καμία δημοσκόπηση θετικό ισοζύγιο απορρόφησης ψηφοφόρων απευθείας από τη Ν.Δ. Στοιχείο που το 2015, για παράδειγμα, έβρισκε κανείς σε όλες τις δημοσκοπήσεις υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ.
Διαρρέουν σενάρια για νέες εκλογές το… 2024!
Τις ημέρες ή τους μήνες που απομένουν έως τις επόμενες εθνικές εκλογές, ο κ. Τσίπρας θα εξαπολύσει την τελική του επίθεση κατά του Κυριάκου Μητσοτάκη και της Ν.Δ. Προς τον Νίκο Ανδρουλάκη και το ΠΑΣΟΚ θα συνεχίσει την επίθεση φιλίας (σ.σ.: δεν είναι τυχαίο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν σηκώνει το θέμα της Εύας Καϊλή) τουλάχιστον έως την πρώτη Κυριακή και μετά, αναλόγως του αποτελέσματος, θα επανεξετάσει τη στρατηγική του έναντι της Χαριλάου Τρικούπη.
Στρατηγικός στόχος του είναι να βρεθεί όσο πιο κοντά μπορεί στο 31,9% που πήρε στις εκλογές του 2019. Θεωρεί ότι με ένα ποσοστό πάνω από 30% (στην Κουμουνδούρου ευελπιστούν ότι θα το πιάσουν) ο κ. Τσίπρας δεν θα αντιμετωπίσει εσωκομματική αμφισβήτηση, τουλάχιστον οργανωμένη. Ολοι γνωρίζουν, άλλωστε, ότι η τρέχουσα εσωκομματική ηρεμία είναι μόνο φαινομενική και τα εσωκομματικά επεισόδια, όπως αυτά με το επίδομα στους ένστολους που ξαναχώρισε τον ΣΥΡΙΖΑ στα δύο, είναι σήμα της «Ομπρέλας» προς την Κουμουνδούρου ότι σιωπά εν όψει εκλογών, αλλά οργανώνεται και παραμένει ενεργή.
Για τον κατευνασμό των εσωκομματικών… παθών την ώρα της αλήθειας, δηλαδή των εκλογών, η Κουμουνδούρου σπρώχνει ένα σενάριο «πύρρειου» νίκης του Κυριάκου Μητσοτάκη και της Ν.Δ. Οτι δηλαδή και να ξαναχάσει τις εκλογές ο Αλέξης Τσίπρας, η νίκη της Ν.Δ. δεν θα είναι ικανή να ανακόψει την καθοδική πορεία του κυβερνώντος κόμματος και με κρίσιμο ενδιάμεσο σταθμό τις αυτοδιοικητικές εκλογές του Οκτώβρη του 2023, το 2024 θα ξανάχουμε εκλογές.