Στις Βρυξέλλες, αυτό που ακούν όσοι έχουν επαφές εκεί είναι ότι, λογικά, θα υπάρξει συμφωνία κυβέρνησης-πιστωτών πριν έρθει η ώρα (τον Ιούλιο) για την κάλυψη δανειακών υποχρεώσεων για την οποία θα απαιτηθεί εκταμίευση δόσης που συνδέεται με την αξιολόγηση. Και στην αντιπολίτευση η άποψη που κυριαρχεί είναι ότι παρακολουθούμε τη δραματοποίηση της διαπραγμάτευσης για επικοινωνιακούς λόγους ενώ στην πραγματικότητα έχουν γίνει οι αναγκαίες για το συμβιβασμό υποχωρήσεις από την ελληνική πλευρά. Σημαίνουν όλα αυτά μαζί ότι το αργότερο στο Eurogroup της 22ας Μαΐου ή το νωρίτερο στο Eurogroup της 7ης Απριλίου θα οριστικοποιηθεί η τεχνική συμφωνία για το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης; Αν πάρει κανείς υπόψη όσα δημοσίως δηλώνονται από τους πρωταγωνιστές, θα απαντήσει καταφατικά. Αν, αντίθετα, αναλογιστεί ότι αφού η μείωση του αφορολόγητου ορίου και των συντάξεων είναι ο σκληρός και αδιαπραγμάτευτος πυρήνας της συμφωνίας, οπότε γιατί καλύτερα αργότερα από τώρα, τότε θα αναγκαστεί να κάνει δεύτερες, πιο καχύποπτες, σκέψεις.
Το βέβαιο είναι ότι τίποτα δεν είναι… βέβαιο. Στο Μέγαρο Μαξίμου ασφαλώς δεν θέλουν εκλογές και επιδιώκουν να φτάσουν ως τον Σεπτέμβριο του 2019, δεδομένου μάλιστα ότι στο υπουργείο Εσωτερικών επεξεργάζονται την αποσύνδεση των ευρωεκλογών από τις αυτοδιοικητικές εκλογές που είναι προγραμματισμένες για τον Μάιο του 2019. Στο επιτελείο του Κυριάκου Μητσοτάκη πιστεύουν ότι εκλογές θα γίνουν το αργότερο το καλοκαίρι του 2018, αφού εκείνο τον Αύγουστο λήγει το πρόγραμμα, με βάση τα μέχρι στιγμής δεδομένα δεν θα είναι εφικτή η έξοδος στις αγορές, επομένως ο πρωθυπουργός θα πρέπει να διεκδικήσει νέο πακέτο, δηλαδή τέταρτο Μνημόνιο, κάτι που θα θελήσει να αποφύγει, γιατί αυτό θα ήταν καταστροφικό για τον ΣΥΡΙΖΑ.
Αλλοι σε κόμματα της αντιπολίτευσης εκτιμούν ότι το καλοκαίρι, εάν πάμε ως εκεί με την αξιολόγηση ανοιχτή, θα ενεργοποιηθούν σενάρια συγκρότησης οικουμενικής κυβέρνησης τα οποία δύσκολα θα αποδώσουν δεδομένου ότι η Ν.Δ. έχει καταλήξει στη θέση «μόνο εκλογές και τίποτα άλλο», ενώ η Δημοκρατική Συμπαράταξη έχει αποφασίσει ότι δεν θα κάνει βήμα προς αυτή την κατεύθυνση αν δεν προηγηθεί η Ν.Δ.
Τοπίο στην ομίχλη
Πού πάμε, λοιπόν; Κανείς δεν ξέρει με ασφάλεια, ούτε καν στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που σε ιδιωτικές συνομιλίες τους δείχνουν να ψάχνονται. Στην ενημέρωση που έκαναν οι υπουργοί Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος και Εργασίας Εφη Αχτσιόγλου μία από τις ερωτήσεις που δέχθηκαν είναι αν ακολουθούν και άλλες δύσκολες στιγμές μετά το κλείσιμο της αξιολόγησης. Και επειδή ακολουθούν κι άλλες αξιολογήσεις μέχρι το καλοκαίρι του 2018 δεν είχαν την άνεση να τους πουν κατηγορηματικά ότι ένα μακροβούτι πρέπει ακόμη να κάνουν και μετά δεν θα χρειαστεί να κρατήσουν ξανά την αναπνοή τους. Η κ. Αχτσιόγλου μάλιστα άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο να αφεθούν τα εργασιακά για αργότερα, αναγνωρίζοντας ότι οι πιστωτές επιμένουν ως προς την απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων και τη μη επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
Αλλά ούτε αυτό αρκεί για το συμβιβασμό. Το πραγματικά ευαίσθητο ζήτημα είναι αυτό της κατάργησης της προσωπικής διαφοράς που θα φέρει μείωση συντάξεων. Οι πιστωτές φαίνεται πως θέλουν αυτό να ισχύσει όσο το δυνατόν νωρίτερα, ακόμη και από το 2018, ενώ στην κυβέρνηση δεν μπορούν να διανοηθούν ότι θα κόψουν συντάξεις πριν από τις εκλογές, έχοντας στο μεταξύ καλλιεργήσει προσδοκίες στους συνταξιούχους, με τον χριστουγεννιάτικο μποναμά, για σταδιακή επαναφορά της 13ης σύνταξης.
Ανδρουλάκης: Αναλαμβάνουμε πρωτοβουλία για τις εξοντωτικές αυξήσεις στα ασφάλιστρα των συμβολαίων υγείας
Μεγάλη απόσταση υπάρχει επίσης σε σχέση με τα αντίμετρα, καθώς οι πιστωτές επιμένουν στη φορολογική ελάφρυνση των επιχειρήσεων και τη στήριξη των απόρων, ενώ η κυβέρνηση προτιμά τη μείωση του ΕΝΦΙΑ και τη χορήγηση επιδομάτων σε εκλογικά ενδιαφέρουσες πληθυσμιακές ομάδες, όπως είναι οι χαμηλοσυνταξιούχοι. Η διαμάχη γίνεται περί όνου σκιάς, με την έννοια ότι τα μέτρα θα εφαρμοστούν έτσι ή αλλιώς ενώ τα αντίμετρα μόνο αν προκύψει υπέρβαση του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα, κάτι από δύσκολο ως απίθανο τόσο ψηλά που έχει καθοριστεί.
Στο μεταξύ, η καθυστέρηση στο κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης μας απομακρύνει από την ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, φέρνει μείωση των καταθέσεων στις τράπεζες, της κατανάλωσης, της απασχόλησης και του τζίρου των επιχειρήσεων, με αποτέλεσμα να είναι πια ορατός ο κίνδυνος για παράταση της ύφεσης και μέσα στο 2017.
Συνομιλητές του πρωθυπουργού διαβεβαιώνουν ότι είναι προβληματισμένος αλλά δεν εξετάζει σενάριο εκλογών. Ακούει με ενδιαφέρον τις εισηγήσεις (π.χ. του Πάνου Σκουρλέτη) για ψήφιση των μέτρων με αυξημένη πλειοψηφία 180 εδρών αλλά πιστεύει ότι δεν θα χρειαστεί γιατί η συμφωνία θα είναι τέτοια που οι 153 θα μπορούν εύκολα να την υποστηρίξουν. Εμπιστεύεται την Κομισιόν που στηρίζει, επενδύει στην πολιτική ενδυνάμωση του σοσιαλδημοκράτη Μάρτιν Σουλτς στη Γερμανία, θεωρεί ότι ο Εμανουέλ Μακρόν θα είναι ένας καλός για τα ελληνικά συμφέροντα πρόεδρος της Γαλλίας και ελπίζει ότι η Ν.Δ. θα εκτεθεί έναντι των Ευρωπαίων συνομιλητών της επειδή επιμένει στο αίτημα για εκλογές και στην κατηγορηματική άρνηση υπερψήφισης οποιασδήποτε συμφωνίας. Φυσικά, δεν είναι η πρώτη φορά που ο Αλ. Τσίπρας αισιοδοξεί χωρίς η πραγματικότητα να δικαιολογεί την αισιοδοξία του.
Κατά τα άλλα, η αρνητική δημοσιότητα για τον ΣΥΡΙΖΑ τροφοδοτείται διαρκώς από νέες εστίες. Πρώτα η δήλωση-βόμβα Κατρούγκαλου για τις τουρκικές προεκλογικές συναθροίσεις, μετά ένα δέμα-βόμβα στον Σόιμπλε, έπειτα στην έδρα του ΔΝΤ στο Παρίσι (με τραυματία από την έκρηξη!), λίγο αργότερα η παραίτηση-βόμβα του Γ. Κιμούλη από το Κ.Π. Ιδρυμα Στ. Νιάρχος (ΚΠΙΣΝ) και τα στοιχεία-βόμβα της ΕΛ.ΣΤΑΤ. που δείχνουν ότι η ανεργία ανέβηκε το δ’ τρίμηνο του 2016 στο 23,6% έναντι 22,6% το γ’ τρίμηνο. Και σαν να μην έφταναν αυτά το Reuters ανακίνησε σενάρια εκλογών και κάθε δημοσκόπηση που δημοσιοποιείται αναδεικνύει μια πρωτοφανή φθορά για την κυβέρνηση και για τον πρωθυπουργό προσωπικά.
ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΣΠΑΝΟΥ
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής