Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ, έστειλε χθες από την Αθήνα μήνυμα αλληλεγγύης στη χώρα μας και ζήτησε σταθερότητα και αυστηρότητα σε ό,τι αφορά τον σεβασμό των αρχών που είναι ουσιώδεις για την Ε.Ε.
Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος είχε νέα τηλεφωνική επικοινωνία με τη Γερμανίδα καγκελάριο, Ανγκελα Μέρκελ με αντικείμενο τις εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο αλλά και το μεταναστευτικό, κατέστησε σαφές ότι η αποκλιμάκωση στο Αιγαίο και στη Μεσόγειο «πρέπει να έχει συνέπεια και συνέχεια, γιατί μόνο έτσι θα δημιουργηθεί το απαραίτητο πρόσφορο έδαφος για να καρποφορήσει ο διάλογος, στον οποίο η Ελλάδα είναι πάντα ανοιχτή».
Σε αυτό το πλαίσιο διαμήνυσε ότι «εφόσον έχουμε απτά δείγματα γραφής και αυτά συνεχιστούν, είμαστε έτοιμοι να επανεκκινήσουμε άμεσα διερευνητικές επαφές με την Τουρκία σχετικά με τη μία μείζονα διαφορά την οποία έχουμε: την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών ΑΟΖ στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο».
Υπενθύμισε πως «μέχρι να υπάρξει οριστική οριοθέτηση με συμφωνία των δύο μερών ή με απόφαση του διεθνούς δικαστηρίου, το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας απαγορεύει μονομερείς ενέργειες» και υπέδειξε τον «καλόπιστο διάλογο με βάση το Διεθνές Δίκαιο» ως μόνο δρόμο στον οποίο «είναι προσηλωμένη η Ελλάδα».
Επανέλαβε ότι «η Τουρκία έχει χρόνο ακόμα, πριν και μετά τη Σύνοδο, να συνεχίσει το πρώτο ενθαρρυντικό βήμα απεμπλοκής από αυτή την κρίση», ενώ τόνισε ότι «η βελτίωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων περνά όχι μόνο από την αλλαγή της στάσης της Αγκυρας έναντι της Ελλάδας και της Κύπρου, αλλά και έναντι άλλων κρατών-μελών που μπήκαν στο στόχαστρό της, λεκτικό ή και πραγματικό».
«Δεν γίνεται να διακηρύττεις ότι διαβουλεύεσαι και ταυτόχρονα να επιβουλεύεσαι. Ούτε να λες ότι συνομιλείς, ενώ απειλείς. Ο αμοιβαίος σεβασμός αλλά και η αμοιβαία εμπιστοσύνη είναι στοιχειώδης προϋπόθεση για την ανάπτυξη σχέσεων καλής γειτονίας», τόνισε χαρακτηριστικά και επανέλαβε τη θέση «τέλος των προκλήσεων, αρχή των συζητήσεων».
Ο κ. Μητσοτάκης προειδοποίησε ότι «οι όποιες εξελίξεις, αρνητικές ή θετικές, στη συμπεριφορά της Αγκυρας απέναντι σε κράτη-μέλη της Ε.Ε. θα έχουν προφανώς και ανάλογο αντίκτυπο στις ευρωτουρκικές σχέσεις», σημειώνοντας πως «το πλαίσιο των επιπτώσεων σε περίπτωση επιδείνωσης των σχέσεων έχει ήδη αποσαφηνιστεί».
Πρόκειται για τον κατάλογο κυρώσεων που βρίσκεται πάνω στο τραπέζι της Ε.Ε., η οποία αναγνωρίζει ότι το ζήτημα «της σταθερότητας, της ασφάλειας στην Μεσόγειο και της προβλεψιμότητας των εξωτερικών μας σχέσεων δεν είναι μόνο υπόθεση της Ελλάδας ή της Κύπρου, είναι υπόθεση της Ε.Ε.». Αυτό τόνισε ο Σαρλ Μισέλ λίγο μετά την επισήμανση του κ. Μητσοτάκη ότι «η Μεσόγειος αποτελεί ζωτικό χώρο ασφάλειας για όλη την Ευρώπη» και ότι «η στήριξη στην Ελλάδα και στην Κύπρο δεν αποτελεί απλώς μια αυτονόητη έκφραση αλληλεγγύης, αλλά μια ρητή αναγνώριση ότι εδώ διακυβεύονται πια στρατηγικά, γεωπολιτικά συμφέροντα της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ενωσης».
Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου επανέλαβε το μήνυμα αλληλεγγύης όλων στην Ευρώπη και τόνισε πως πρέπει να εργαστούμε μαζί εντατικά και στοχευμένα για να μπορέσουμε να δούμε πώς θα κάνουμε βήματα προόδου προς μια διττή κατεύθυνση: «Από τη μία να παραμένουμε σταθεροί και αυστηροί ώστε να γίνουν σεβαστές οι αρχές που είναι ουσιώδεις για εμάς και τα κράτη-μέλη μας, για την Ελλάδα και την Κύπρο, και αφετέρου να ανοίξουμε την αγκαλιά μας ώστε να δείξουμε ότι μια ατζέντα θετική είναι εφικτή εφόσον υπάρχει κοινή βούληση και γίνουν σεβαστές οι αρχές που στη δική μας αντίληψη είναι εξαιρετικά σημαντικές».
Διεμήνυσε, εξάλλου, ότι η σύνοδος κορυφής «θα είναι μια ευκαιρία να επαναβεβαιώσουμε την ενότητα και τη δύναμη της Ε.Ε.», ενώ αναφέρθηκε και στην ιδέα της πολυμερούς διάσκεψης ώστε οι χώρες της περιοχής να εξετάσουν εκτός από τις θαλάσσιες ζώνες και θέματα ενεργειακά, ασφάλειας, οικονομικής ανάπτυξης και συνεργασίας σε διάφορους τομείς.
Οσον αφορά το μεταναστευτικό, ο κ. Μισέλ επισήμανε, λίγη ώρα πριν επισκεφθεί και ο ίδιος τη Λέσβο, ότι συνιστά μια πρόκληση για την Ε.Ε., δεν αφορά μόνο τα κράτη- μέλη που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή και «πρέπει να δώσουμε μια δίκαιη, ισχυρή και αποτελεσματική απάντηση».
Σε ό,τι αφορά το ζήτημα αυτό και σε συνέχεια τόσο της χθεσινής όσο και της τηλεφωνικής επικοινωνίας που είχε ο κ. Μητσοτάκης με την κ. Μέρκελ το περασμένο Σάββατο, η γερμανική κυβέρνηση ανακοίνωσε την πρόθεσή της να υποδεχθεί 1.553 πρόσφυγες από τα ελληνικά νησιά οι οποίοι είναι μέλη οικογενειών που έχουν αιτηθεί και λάβει άσυλο.
Κυβερνητικές πηγές έκαναν λόγο για θετική κίνηση που σε καμία περίπτωση δεν επιβραβεύει όσους επιχειρούν να εισέλθουν παράνομα στη χώρα, αλλά, αντιθέτως, επαναφέρει στην ευρωπαϊκή συζήτηση το ζήτημα της μετεγκατάστασης προσφύγων και της ανακούφισης των χωρών πρώτης υποδοχής εν όψει και των προτάσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το κοινό Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Ασυλο που θα παρουσιαστούν την ερχόμενη εβδομάδα.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης υπογράμμισε ότι «η ευρωπαϊκή συμπαράσταση πρέπει να περάσει από τα λόγια στα έργα και να μεταφραστεί σε χειροπιαστή αλληλεγγύη».
«Η διαχείριση μιας τέτοιας πρόκλησης δεν μπορεί να επαφίεται μόνο σε χώρες πρώτης υποδοχής, στα εξωτερικά σύνορα της Ευρώπης. Χρειάζεται μια νέα πολιτική μετανάστευσης, ταυτοποίησης, παροχής ασύλου, μετεγκαταστάσεων, επιστροφών», τόνισε χαρακτηριστικά.
Ο πρωθυπουργός χαρακτήρισε θλιβερά τα γεγονότα στη Μόρια, για την οποία τόνισε ότι «ανήκει πια στο παρελθόν» και «πρέπει να περάσουμε στην ίδρυση και στη λειτουργία ενός σύγχρονου Κέντρου Υποδοχής και Ταυτοποίησης σε άλλη περιοχή, όπως ήδη έχουμε αρχίσει και κάνουμε», ενώ επανέλαβε ότι στη νέα δομή πρέπει να γίνει πράξη η ευρωπαϊκή συνευθύνη όχι μόνο στην κατασκευή, αλλά και στη λειτουργία της.
«Πάνω απ’ όλα, το συμπέρασμα της Λέσβου είναι ότι το μεταναστευτικό χρειάζεται μια ευρωπαϊκή απάντηση», πρόσθεσε.
Από την έντυπη έκδοση
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr