Εξήγησε ότι η οικονομία θα πρέπει να ενισχυθεί τώρα, ενώ ακόμη είναι σε κίνηση. «Όταν έχεις ένα αντικείμενο που είναι σε κίνηση χρειάζεται μικρότερη δύναμη για να συνεχιστεί η κίνησή του από ότι αν σταματήσει και πρέπει να επανεκκινήσει. Το ίδιο ισχύει και με την οικονομία, αν βαλτώσει τότε η δύναμη για να την επανεκκινήσουμε θα είναι πολλαπλάσια από αυτή που χρειάζεται τώρα για να συνεχίσει την κίνησή της». Επιπροσθέτως, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος ανέφερε ότι στόχος της εμπροσθοβαρούς παρέμβασης που προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ, είναι ακριβώς αυτός: «Εμείς λέμε ότι θα έχουμε πρόβλημα αν αυξηθεί το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ, και αυτό που κάνουμε είναι, ότι χρησιμοποιώντας το μαξιλάρι, δεν επιβαρύνουμε το χρέος και παράλληλα περιορίζουμε την μείωση της ανάπτυξης».
Συνεχίζοντας, ο Αλέξης Τσίπρας πρόσθεσε ότι «αυτό παλεύουν οι χώρες της ΕΕ που ζητούν ενίσχυση, δίχως να αυξήσουν τον δανεισμό τους. Εμείς επιπλέον μπορούμε από τον κουμπαρά των 27 δισ. να δώσουμε ό,τι χρειάζεται για να ξεπεραστεί η κρίση που δεν θα διαρκέσει για πάντα…έχουμε την δυνατότητα να δώσουμε χρήματα στις επιχειρήσεις και να καλύψουμε τις φορολογικές και ασφαλιστικές δαπάνες, επιχειρήσεων και εργαζομένων. Στόχος μας είναι να πετύχουμε στην οικονομία το σχήμα V…αν όμως δεν υπάρξουν δαπάνες άμεσα και έγκαιρα, τότε αυτό που θα χρειαστεί να δαπανήσουμε αργότερα θα υπερβαίνει τις αποταμιεύσεις μας. Αν δεν δράσουμε τώρα είναι υπαρκτός ο κίνδυνος να βρεθούμε μπροστά στην ανάγκη νέου δανεισμού και μνημονίου».
Είπε ακόμη, ότι το πρόγραμμα που εξαγγείλαμε είναι εξάμηνης διάρκειας. Αν βρεθούμε στο αρνητικό σενάριο όπου η υγειονομική κρίση πηγαίνει πέρα από τον Μάιο, και εξ αυτού θα έχουμε μεγαλύτερο διάστημα καθήλωσης, τότε θα μιλάμε για καθήλωση της παγκόσμιας και ευρωπαϊκής οικονομίας.
Σε ερώτηση σχετικά με τα σενάρια εκλογών μετά το τέλος της υγειονομικής κρίσης, ο Αλέξης Τσίπρας απάντησε: «Μου είναι αδιανόητο την ώρα που μετράμε νεκρούς οι σκέψεις πολιτικών, δημοσιογράφων και δημοσιολόγων να είναι σε κέρδη, οφέλη και πολιτικές αναμετρήσεις. Δεν θα ήθελα καν να μπω σε τέτοιες συζητήσεις».
Σε άλλη ερώτηση σχετική με τις δημοσκοπήσεις, που δείχνουν άνοιγμα της ψαλίδας, απάντησε ότι «δεν είναι η κατάλληλη στιγμή να ασχολούμαστε με ψαλίδες και πολιτικά οφέλη». Όσο για την πρότασή του για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης σημείωσε ότι «τώρα είναι η ώρα της ευθύνης και της κατάθεσης προτάσεων και όλοι θα κριθούμε. Αν όλα πάνε καλά και τον Ιούνιο ή τον Σεπτέμβριο η οικονομία έχει επιστρέψει, τότε ίσως διαψευστούμε για την πρότασή μας και εύχομαι να διαψευστούμε. Αν όμως η κυβέρνηση καθυστερήσει δραματικά, τότε θα βρεθούμε απέναντι σε πιο δύσκολη κατάσταση. Όλοι είμαστε ενώπιον των ευθυνών μας. Εμείς δεν καταθέτουμε τις προτάσεις μας για να κάνουμε αντιπολίτευση, αλλά για να πείσουμε την κυβέρνηση ότι πρέπει να τις υιοθετήσει».
Σχετικά με τα σενάρια για κυβέρνηση εθνικής ενότητας απάντησε: «Πιστεύω ότι δεν υπάρχει λόγος να μπαίνουμε σε σενάρια επιστημονικής φαντασίας. Νομίζω ότι είναι πρόσφατη η λαϊκή ετυμηγορία. Επιπλέον, η κυβέρνηση έχει απέναντί της μία αντιπολίτευση που καταθέτει προτάσεις, δεν υπάρχει λόγος να μπαίνουμε σε τέτοια συζήτηση. Μου είναι αδιανόητο την ώρα που μετράμε νεκρούς να κάνουμε υπολογισμό κόστους και οφέλους. Αυτό το ταμείο θα γίνει όταν έλθει η ώρα».
Σε ερώτηση για τις κριτικές που δέχεται για την αντιπολιτευτική του τακτική είπε: «Δεν με απασχολούν αυτές οι κριτικές. Η σκέψη μου είναι προσανατολισμένη πώς θα είμαστε χρήσιμοι στον ελληνικό λαό και παρεμβατικοί».
Για την σύγκληση του συμβουλίου των πολιτικών αρχηγών είπε: «Έχω ζητήσει συμβούλιο πολιτικών αρχηγών και πριν την πανδημία. Ο πρωθυπουργός είναι εκείνος που κάθε φορά αποφασίζει και κρίνει. Ως εκ τούτου αρκούμαι να πω ότι ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση έχει την ευθύνη να κρίνει. Η κυβέρνηση έχει την τύχη να έχει μία αντιπολίτευση, αξιωματική και από τα άλλα κόμματα που προτάσσουν το εθνικό συμφέρον, κάτι που δεν είχαμε εμείς όταν ήμασταν κυβέρνηση. Αν ο πρωθυπουργός πιστεύει ότι όλες αυτές τις δυσκολίες δεν χρειάζεται να τις αντιμετωπίσει με συζήτηση με τα άλλα κόμματα, θα κριθεί στο τέλος της ημέρας».
Σε άλλο σημείο της συνέντευξης Τύπου, ο κ. Τσίπρας υπογράμμισε ότι «όλη μας η παρέμβαση είναι να προλάβουμε το ενδεχόμενο επιδείνωσης των εργασιακών σχέσεων και μία περίοδο λιτότητας μετά το τέλος της υγειονομικής κρίσης, με την ενίσχυση της οικονομίας με την χρήση του μαξιλαριού και την αξιοποίηση των χρηματοδοτικών εργαλείων της ΕΕ». Ωστόσο σημείωσε, ότι η κυβέρνηση έχει πάρει αρνητικές αποφάσεις για τον κόσμο της εργασίας: «…πουθενά αλλού δεν έχει υιοθετηθεί η αναστολή εργασίας ως μέτρο για την αντιμετώπιση της κρίσης και η μείωση κατά 50% του μισθού των εργαζομένων με την εκ περιτροπής εργασία. Οι τακτικές αυτές είναι ακραία νεοφιλελεύθερες, θεωρούμε ότι είναι απαράδεκτο και αδιανόητο να ακολουθούνται και είμαστε απέναντι σε τέτοιες πολιτικές από τώρα».
‘Ασκησε και συνολικότερη κριτική στην οικονομική πολιτική της κυβέρνησης, σημειώνοντας ότι «το δεύτερο εξάμηνο του 2019 η κυβέρνησή του παρέδωσε ρυθμό ανάπτυξης 2,9%. Η παρούσα κυβέρνηση έκλεισε το 2019 με ανάπτυξη στο 1% και αυτά πριν την κρίση του κορωνοϊού. Αλλά και στα δημοσιονομικά, το πρώτο δίμηνο του 2020, επίσης πριν την επιδημία, η κυβέρνηση ήταν πολλά δισ. έξω από τον στόχο». Ωστόσο πρόσθεσε, δεν είναι η ώρα των συγκρίσεων και της κριτικής. Αν δεν μας ακούσει η κυβέρνηση, δεν μας είναι καθόλου ευχάριστη η σκέψη ότι μπορεί να δικαιωθούμε στο μέλλον.
Για το ευρωομόλογο και την πρότασή του είπε ότι «η πρόταση για έκδοση ομολόγου ακόμη και χωρίς την Γερμανία ήταν μία πρόταση υπέρβασης της σημερινής στασιμότητας». Εξήγησε ότι πρότεινε, αν δεν μπορεί για δικούς της εσωτερικούς λόγους η καγκελάριος Μέρκελ να δεχθεί ευρωομόλογο, να βρεθεί συμβιβαστική αλλά ισοδύναμη λύση. Αν η Γερμανία επιμείνει, τότε θα είναι υπόλογη απέναντι στους λαούς της Ευρώπης και κυρίως των χωρών του Νότου, όπως της υπογράμμισαν και Γερμανοί πολιτικοί, όπως οι πρώην υπουργοί Γκάμπριελ και Φίσερ.