Παρόλα αυτά η Γερμανία δεν φαίνεται να συγκινείται και απορρίπτει την ιδέα έκδοσης ευρωομόλογου για να αντιμετωπιστεί η οικονομική κρίση, στην οποία εισέρχεται η Ευρωζώνη. Ο υπουργός Οικονομίας και Ενέργειας της Γερμανίας Πέτερ Αλτμάιερ δήλωσε στη Handelsblatt ότι πρόκειται για «συζήτηση – φάντασμα».
Τόνισε ότι «Λόγω της κορωνοκρίσης δοκιμάζεται σοβαρά η λειτουργικότητα της οικονομίας της αγοράς. Ολόκληρες αγορές καταρρέουν, τζίροι, που μόλις πριν λίγες εβδομάδες εκτοξεύονταν στα ύψη, έπεσαν σε μηδενικά επίπεδα. Δεν πρόκειται για κανονικές συνθήκες της οικονομίας της αγοράς. Πρέπει να ανοσοποιήσουμε την Ευρώπη. Η Ευρώπη είναι τμήμα της συλλογικής μας ταυτότητας, για πολιτικούς λόγους αλλά και οικονομικούς. Η ευρωπαϊκή εσωτερική αγορά αντιπροσωπεύει την παγκοσμιοποίηση, τον διεθνή καταμερισμό εργασίας. Στην Ευρώπη χρωστάμε μεγάλο τμήμα της ευημερίας μας, αλλά αυτά τα επιτεύγματα μπαίνουν τώρα σε σοβαρή δοκιμασία. Το κορωνομόλογο είναι στην αρμοδιότητα του υπουργού Οικονομικών, αλλά είμαστε όλοι αποφασισμένοι να εμποδίσουμε επανάληψη της κρίσης χρέους, όπου είναι εφικτό. Με ποια εργαλεία θα συμβεί, θα το συζητήσουμε. Αλλά συμβουλεύω προσοχή στα διάφορα δήθεν ιδιοφυή σχέδια. Με την ομπρέλα προστασίας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και με τα μέτρα που αποφάσισε η Γερμανία ως ηγετική οικονομική δύναμη, έχουμε δώσει ένα ισχυρό μήνυμα για τη σταθερότητα του ευρώ. Η συζήτηση για ευρωομόλογο είναι εικονική συζήτηση».
Από τη μεριά του, ο επικεφαλής του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ είπε ότι μπορεί να μην χρειαστεί το ευρωομόλογο γιατί τα εργαλεία του ESM, αφού είναι εγγυημένα από κράτη της Ευρωζώνης, ήδη αποτελούν ένα είδος ευρωομολόγου.
Η επιστολή των εννέα
«Πρέπει να εργαστούμε σε έναν κοινό χρεωστικό τίτλο που θα εκδοθεί από κάποιον ευρωπαϊκό θεσμό προκειμένου να συγκεντρωθούν χρήματα στην αγορά (…) προς όφελος όλων των Κρατών μελών (…) προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι ζημίες που θα προκληθούν από τον κορωνοϊό» επισημαίνεται στην επιστολή με ημερομηνία 25 Μαρτίου.
«Αυτός ο κοινός χρεωστικός τίτλος θα πρέπει να είναι επαρκούς μεγέθους και διάρκειας προκειμένου να είναι πλήρως αποτελεσματικός και να αποφευχθεί ο κίνδυνος αναχρηματοδότησης τώρα ή στο μέλλον» επισημαίνεται στην επιστολή προς τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ.
Την επιστολή υπογράφουν, πέραν του Έλληνα πρωθυπουργού, οι ηγέτες της Γαλλίας, της Ιταλίας, της Ισπανίας, της Πορτογαλίας, της Ιρλανδίας, του Λουξεμβούργου, της Σλοβενίας, του Βελγίου και καλούν την Ένωση να «εξερευνήσει άλλα εργαλεία όπως συγκεκριμένη χρηματοδότηση δαπανών που συνδέονται με τον κορωνοϊό στον προϋπολογισμό της ΕΕ» για το 2020 και το 2021.
Διαβάστε ολόκληρη την επιστολή που υπογράφουν οι Κυριάκος Μητσοτάκης και άλλοι ηγέτες:
Κύριε Πρόεδρε, αγαπητέ Σαρλ,
ΑΟΖ Τουρκίας - Συρίας: Διπλωματικός συναγερμός σε Λευκωσία και Αθήνα - «Τα μαζεύει» ο Ουράλογλου
Η πανδημία του Κορωνοϊού αποτελεί μία πρωτοφανή απειλή η οποία απαιτεί έκτακτα μέτρα περιορισμού της εξάπλωσής του στο εσωτερικό και μεταξύ των ευρωπαϊκών κρατών. Να ενισχυθούν όλες οι δομές Υγείας. Να εξασφαλιστεί η παραγωγή και η πρόσβαση σε βασικά αγαθά και υπηρεσίες. Και, τέλος, να αμβλυνθούν οι αρνητικές επιπτώσεις του σοκ στις ευρωπαϊκές οικονομίες.
Όλες οι ευρωπαϊκές χώρες ανέπτυξαν ή αναπτύσσουν πρωτοβουλίες για την αναχαίτιση του ιού. Η επιτυχία τους, όμως, θα εξαρτηθεί από τους χρόνους, την έκταση, αλλά και τον συντονισμό των κυβερνήσεών μας.
Είναι ανάγκη οι πρακτικές εναντίον της πανδημίας να ευθυγραμμιστούν σε ολόκληρη την Ευρώπη με βάση την μέχρι σήμερα εμπειρία, τις πρόσφατες αναλύσεις και την γρήγορη και διεξοδική ανταλλαγή πληροφοριών. Είναι κάτι απαραίτητο -ειδικά τώρα, στη φάση έξαρσης του φαινομένου. Ο συντονισμός, για τον οποίο, μαζί με την Ούρσουλα φον ντερ Λέιεν, δώσατε ήδη το έναυσμα, στις τηλεδιασκέψεις των ηγετών, συμβάλλει σε αυτή την προσπάθεια.
Απαραίτητο είναι επίσης, αύριο, όταν αποσυρθούν τα ακραία σημερινά μέτρα, να μην υπάρξει μια βιαστική επιστροφή στα προηγούμενα δεδομένα, αλλά και να αποτραπεί ο κίνδυνος επανεισαγωγής του ιού από άλλες χώρες. Καλούμε, λοιπόν, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να καταλήξει σε σαφείς, συμφωνημένες κατευθυντήριες γραμμές. Σε μια κοινή βάση για τη συλλογή και την ανταλλαγή ιατρικών και επιδημιολογικών πληροφοριών. Και σε μια ενιαία στρατηγική που θα αντιμετωπίζει στο άμεσο μέλλον την κλιμακωτή εξέλιξη της επιδημίας.
Καθώς ήδη εφαρμόζουμε πρωτοφανή κοινωνικοοικονομικά μέτρα τα οποία συνεπάγονται μεγάλη επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας, πρέπει να διασφαλίσουμε την παραγωγή βασικών αγαθών και υπηρεσιών, όπως και την ελεύθερη κυκλοφορία βασικών προμηθειών στο εσωτερικό της Ε.Ε. Η διατήρηση της ενιαίας αγοράς είναι θεμελιώδης προκειμένου να παρασχεθεί σε όλους τους Ευρωπαίους πολίτες η καλύτερη δυνατή φροντίδα. Και είναι η πιο ισχυρή εγγύηση ότι δεν θα υπάρξει καμία έλλειψη οποιουδήποτε είδους.
Δεσμευόμαστε, συνεπώς, να διατηρήσουμε τα εσωτερικά μας σύνορα ανοιχτά στο εμπόριο, στην πληροφόρηση και στις απαραίτητες μετακινήσεις πολιτών, ειδικά εκείνων που εργάζονται σε παραμεθόριες περιοχές. Πρέπει, επίσης, να διασφαλίσουμε ότι οι βασικές αλυσίδες εμπορίου και επικοινωνίας θα μείνουν πλήρως ενεργές εντός των ευρωπαϊκών συνόρων. Και ότι κανένα στρατηγικό κεφάλαιο δεν θα πέσει θύμα επιθετικής εξαγοράς όσο διαρκούν οι τρέχουσες οικονομικές δυσκολίες. Πριν απ’ όλα, θα εγγυηθούμε την παραγωγή βασικού ιατρικού εξοπλισμού και μέσων προστασίας. Με στόχο αυτά να διατίθενται εγκαίρως και με το μικρότερο κόστος εκεί όπου υπάρχει μεγαλύτερη ανάγκη.
Καθώς, όμως, τα μέτρα εναντίον της πανδημίας βραχυπρόθεσμα επηρεάζουν δυσμενώς τις οικονομίες, οφείλουμε να προβούμε σε ανάλογες ενέργειες για να περιοριστούν και οι οικονομικές απώλειες. Και, ασφαλώς, να σχεδιάσουμε τα επόμενα βήματά μας. Η παγκόσμια κρίση που ζούμε, απαιτεί συντονισμένη απάντηση σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.
– Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ανακοίνωσε, στις 19 Μαρτίου, μία δέσμη πρωτοφανών μέτρων τα οποία -σε συνδυασμό με τις πολιτικές αποφάσεις της προηγούμενης εβδομάδας- θα στηρίξουν δυναμικά το ευρώ, εξαλείφοντας τις οικονομικές τριβές.
– Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε, επίσης, ένα ευρύ φάσμα δράσεων, ώστε τα φορολογικά μέτρα των κρατών-μελών να μην περιορίζονται από το Σύστημα Γενικευμένων Προτιμήσεων ή από τους Κανονισμούς περί κρατικών ενισχύσεων.
– Η Επιτροπή και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα παρουσίασαν, επιπλέον, ένα σύνολο πολιτικών. Αυτές επιτρέπουν, πλέον στις χώρες-μέλη της Ε.Ε να διαθέτουν όλους τους διαθέσιμους πόρους τους από τον προϋπολογισμό της και να αξιοποιούν την εργαλειοθήκη της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων για την καταπολέμηση της πανδημίας και των συνεπειών της.
– Τέλος, τα κράτη-μέλη καλούνται να ενεργήσουν ώστε κανείς εργαζόμενος να μη χάσει την δουλειά του από την προσωρινή παύση λειτουργίας ολόκληρων τομέων της οικονομίας. Ότι θα πτωχεύσουν όσο το δυνατό λιγότερες επιχειρήσεις. Και ότι θα υπάρχει ρευστότητα, με τις τράπεζες να δανείζουν παρά τις καθυστερημένες αποπληρωμές και τους αυξανόμενους κινδύνους.
Όλα τα παραπάνω απαιτούν δημοσιονομικούς πόρους χωρίς προηγούμενο. Καθώς και μια ρυθμιστική προσέγγιση που θα προστατεύει τόσο τις θέσεις εργασίας, όσο και τη δημοσιονομική σταθερότητα.
Τα μέτρα νομισματικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, λοιπόν, θα πρέπει να συνδυάζονται με δραστικές επιλογές και στο πεδίο της φορολογικής πολιτικής. Όπως αυτές που έχουμε ήδη αρχίσει να λαμβάνουμε, στέλνοντας -ως ηγέτες που συμμετέχουν στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο- σαφή κι αποφασιστικά μηνύματα.
Πρέπει να αναγνωρίσουμε την σοβαρότητα της κατάστασης και την ανάγκη αποφασιστικής δράσης για να στηρίξουμε τώρα τις οικονομίες μας. Ώστε να τις διατηρήσουμε σήμερα στην καλύτερη κατάσταση και να τις οδηγήσουμε αύριο σε μία γρήγορη ανάκαμψη. Κάτι που απαιτεί την άμεση ενεργοποίηση όλων των υφιστάμενων κοινών δημοσιονομικών μέσων για την υποστήριξη των εθνικών προσπαθειών. Αλλά και την διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής αλληλεγγύης -ιδίως εντός της ευρωζώνης.
Συγκεκριμένα, είναι ανάγκη να συμφωνήσουμε σε ένα κοινό χρεωστικό μέσο, που θα μπορούσε να ονομαστεί «Ομόλογο-Corona» και το οποίο θα εκδοθεί από ένα θεσμικό όργανο της Ε.Ε. Αποστολή του θα είναι η συγκέντρωση κεφαλαίων -στην ίδια βάση και προς όφελος όλων των εταίρων. Έτσι, θα εξασφαλισθεί η σταθερή και μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση των πολιτικών που απαιτούνται για την αντιμετώπιση των ζημιών από αυτή την πανδημία.
Η ανάγκη ενός τέτοιου κοινού χρηματοδοτικού μέσου είναι φανερή, αφού όλοι αντιμετωπίζουμε ένα συμμετρικό εξωτερικό σοκ, για το οποίο καμία χώρα δεν φέρει ευθύνη, αλλά όλες υφίστανται τις αρνητικές του συνέπειές. Είμαστε, συνεπώς, συλλογικά υπεύθυνοι για μια αποτελεσματική και ενιαία ευρωπαϊκή απάντηση. Αυτό το κοινό οικονομικό εργαλείο μας θα πρέπει να έχει επαρκές μέγεθος και εκτεταμένη διάρκεια, ώστε να είναι απόλυτα αποδοτικό και να αποτρέπει κινδύνους υποτροπής. Τώρα και στο μέλλον.
Τα κεφάλαια που θα συγκεντρωθούν, θα χρηματοδοτήσουν τις απαραίτητες επενδύσεις στο σύστημα υγειονομικής περίθαλψης όλων των χωρών-μελών. Αλλά και σειρά βραχυπρόθεσμων πολιτικών για την προστασία των εθνικών οικονομιών και του ευρωπαϊκού κοινωνικού μας μοντέλου.
Στο ίδιο πνεύμα αποτελεσματικότητας και αλληλεγγύης, θα μπορούσαμε να διερευνήσουμε την χρήση και άλλων εργαλείων. Όπως ειδική χρηματοδότηση από τον προϋπολογισμό της Ε.Ε για τις δαπάνες που προκαλεί η επιδημία τουλάχιστον για τα οικονομικά έτη 2020 και 2021. Και αυτή, πέραν των όσων ήδη ανακοινώθηκαν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Με πρωτοβουλίες όπως οι παραπάνω, θα δώσουμε ένα σαφές το μήνυμα ότι αντιμετωπίζουμε όλοι μαζί την υγειονομική κρίση, ενδυναμώνοντας την Οικονομική και Νομισματική Ένωση. Και, το σημαντικότερο: Θα εκπέμψουμε ένα ισχυρό σήμα προς τους πολίτες μας ότι συνεργαζόμαστε αποτελεσματικά. Και πως επιδίωξη της Ε.Ε είναι να δοθεί μια ενιαία και πειστική απάντηση στο πρόβλημα των καιρών μας.
Θα χρειαστεί επίσης να προετοιμάσουμε από κοινού την “επόμενη μέρα” και να οργανώνουμε ξανά τις οικονομίες μας. Και μαζί τους, τις νέες παγκόσμιες «αλυσίδες αξίας», τους στρατηγικούς τομείς, τα εθνικά συστήματα υγείας και το ευρωπαϊκά σχέδια των επόμενων δεκαετιών.
Αν θέλουμε η Ευρώπη του αύριο να ανταποκριθεί στις προσδοκίες του χθες, πρέπει να δράσουμε σήμερα. Είναι η ώρα να σχεδιάσουμε και πάλι το κοινό μας μέλλον. Ας ανοίξουμε, λοιπόν, με τόλμη αυτήν τη συζήτηση τώρα. Και ας προχωρήσουμε μπροστά, χωρίς δισταγμούς!
Υπογράφουν οι:
Sophie Wilmès, Πρωθυπουργός του Βελγίου
Emmanuel Macron, Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας
Κυριάκος Μητσοτάκης, Πρωθυπουργός της Ελλάδας
Leo Varadkar, Πρωθυπουργός της Ιρλανδίας
Pedro Sánchez, Πρωθυπουργός της Ισπανίας
Giuseppe Conte, Πρωθυπουργός της Ιταλίας
Xavier Bettel, Πρωθυπουργός του Λουξεμβούργου
António Costa, Πρωθυπουργός της Πορτογαλίας
Janez Janša, Πρωθυπουργός της Σλοβενίας