Αντ’ αυτού, ο ΣΥΡΙΖΑ βλέπει την ψαλίδα στις δημοσκοπήσεις να ανοίγει, ο Αλέξης Τσίπρας εμφανίζεται χωρίς στρατηγική ως επικεφαλής ενός ετερόκλητου πολιτικού «ασκεριού», με παλιά και φθαρμένα υλικά, που μόνο στόχο έχει την επάνοδο στην εξουσία το συντομότερο δυνατόν, οι πολίτες -ακόμα και αυτοί που ψάχνονται πολιτικά- δεν δείχνουν να ενδιαφέρονται για το εγχείρημα της μετάλλαξης του ΣΥΡΙΖΑ σε «ΣΥΡΙΖΟΠΑΣΟΚ» και ο μετασχηματισμός αμφισβητείται έντονα.
Στην Κουμουνδούρου περισσεύουν οι αναλύσεις και οι εκτιμήσεις που καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι μετά την ψήφιση του πρώτου της Προϋπολογισμού αρχίζουν τα δύσκολα για την κυβέρνηση. Βλέπουν μπροστά τους τον απρόβλεπτο και επιθετικό Ερντογάν, βλέπουν όξυνση του προσφυγικού, βλέπουν εκλογή νέου Προέδρου Δημοκρατίας και νέο εκλογικό νόμο, προβλέπουν δυσκολίες στην οικονομία και όλοι μαζί -με κάποιες εξαιρέσεις είναι η αλήθεια- συμφωνούν ότι ο Μητσοτάκης ετοιμάζει εκλογές μέσα στο 2020.
Με τις διαρροές αυτές προσπαθούν να κρατήσουν το «στράτευμα» ενωμένο και έτοιμο, προσπαθούν να μην τους φύγει και ξεκινήσει καμία συζήτηση για τα αίτια των συνεχών εκλογικών τους ηττών «που θα φέρει εσωστρέφεια, τώρα που πρέπει να είμαστε έτοιμοι για εκλογές», και κυρίως κρύβουν κάτω από το χαλί της «εκλογικής ετοιμότητας» τα μεγάλα προβλήματα, το βαθύ ιδεολογικό και συναισθηματικό χάσμα που χωρίζει τους «προεδρικούς» και «πασοκογενείς» από τη μία πλευρά με την Πρωτοβουλία «53+» και όσους ακόμα αντιστέκονται στην «πασοκοποίηση-εξπρές» που επιχειρείται, αλλά και την έλλειψη αντιπολιτευτικής στρατηγικής που επισημαίνεται πια και από τα ίδια τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ. «Ο κόσμος δεν μετακινείται μόνο από τον έναν πόλο του πολιτικού συστήματος στον άλλο, υπάρχει και η επιλογή του κενού. Μια ρητή ή άρρητη στρατηγική που μένει στην αποδόμηση του αντιπάλου, χωρίς να βάζει την εναλλακτική προοπτική με όρους αξιοπιστίας, διατρέχει τον κίνδυνο να χάσει το βασικό εργαλείο για να αντιμετωπίσει αυτή την τάση», έγραφε προχθές ο Πάνος Κορφιάτης, πρώην επικεφαλής του ΕΣΕΠ και στενός συνεργάτης της Εφης Αχτσιόγλου στην «Αυγή», ενώ από τις σελίδες του Ελεύθερου Τύπου έχετε διαβάσει αναλυτικά τις ενστάσεις και τις διαφωνίες του Νίκου Φίλη, του Γεράσιμου Παπαδόπουλου, του Σταύρου Κοντονή και τόσων άλλων στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ για τη ρότα που τραβά ο κ. Τσίπρας και η ομάδα του.
Οι υπερβολές είτε για την οικονομία είτε για τις πολιτικές στην ασφάλεια δεν μπορούν να κρύψουν τα προβλήματα του ΣΥΡΙΖΑ.
Η προσπάθεια να βρεθεί η «χρυσή τομή» δεν έχει φέρει αποτέλεσμα ως τώρα και η μαζική ένταξη, χωρίς κανένα φίλτρο, στελεχών του ΠΑΣΟΚ στον ΣΥΡΙΖΑ αντί να ενισχύσει την εξαιρετικά αδύναμη κεντρώα πλευρά της αξιωματικής αντιπολίτευσης, έχει καταλήξει σε αντικείμενο έντονης κριτικής και χλευασμού. Ο καθένας στον ΣΥΡΙΖΑ έχει τη δική του εκδοχή για την ανάγκη «διεύρυνσης», διαβάζει με τον δικό του τρόπο την ανάγκη «μετεξέλιξης» και αναλύει διαφορετικά τις ανάγκες της κοινωνίας.
Οι «προεδρικοί» και οι «πασοκογενείς» θεωρούν ότι αν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν καταφέρει να εγκατασταθεί ως ηγεμονεύουσα δύναμη στην ελληνική Κεντροαριστερά δεν θα ξαναπάρουν την εξουσία και γι’ αυτό δίνουν στα στελέχη του ΠΑΣΟΚ «γην και ύδωρ» για να τους δώσουν τις ψήφους τους στις συνδικαλιστικές εκλογές, στα σωματεία του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, να τους δείξουν πώς να ξαναπάρουν την εξουσία.
Η Πρωτοβουλία «53+» και όσοι αντιδρούν στο ρεσάλτο των πασόκων στον ΣΥΡΙΖΑ προσπαθούν να πουν ότι αν ο ΣΥΡΙΖΑ χάσει την επαφή του με την Αριστερά θα καταρρεύσει, αν γίνει συστημικό κόμμα θα χάσει τη δύναμή του, αν προσπαθήσει να γίνει «νέο ΠΑΣΟΚ» δεν θα αποκτήσει δυναμική στην κοινωνία, που αναζητά νέες και διαφορετικές λύσεις. Αντιδρούν απέναντι στις αφελείς και απολίτικες προτάσεις για αλλαγή ονόματος ή συμβόλων από ετερόφωτους που νομίζουν ότι κατέχουν την πολιτική αλήθεια, αλλά είναι μέρος του πολιτικού κενού του συστήματος, όμως η αύρα τους είναι παλαιοκομματική, είναι παρελθοντική και δεν έλκει νέες δυνάμεις που έχει ανάγκη ο ΣΥΡΙΖΑ.
Ανάμεσά τους, δε, υπάρχουν στελέχη κορυφαία και αναγνωρίσιμα που σκοπός τους δεν είναι η μάχη των ιδεών, αλλά η μάχη της καρέκλας και αυτό το γνωρίζει ο κ. Τσίπρας και οι επιτελείς του, που προσφέρει μετασυνεδριακές καρέκλες για να απολαμβάνει προσυνεδριακή στήριξη ή… ανοχή.
Ο κ. Τσίπρας είναι πεισμένος από τους «πασοκοσυμβούλους» του – όπως χαρακτηρίζουν στις μεταξύ τους συζητήσεις παλιά στελέχη του Συνασπισμού και του ΣΥΡΙΖΑ όσους ήρθαν από το ΠΑΣΟΚ για να διδάξουν στον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ τι πρέπει να κάνει για να ξαναπάρει την εξουσία, ότι αν στον ΣΥΡΙΖΑ έρθουν στελέχη από το πρώην ΠΑΣΟΚ, αυτοί θα φέρουν ψηφοφόρους που θα αφαιρεθούν από το Κίνημα Αλλαγής και τη δεξαμενή των αναποφάσιστων και θα προστεθεί στο 32% του ΣΥΡΙΖΑ και έτσι θα ξαναγίνει πρωθυπουργός. Οσοι προσπαθούν να του πουν ή να του μεταφέρουν ότι η πολιτική δεν είναι αριθμητική, αυτομάτως γίνονται υπονομευτές, εχθροί της εξέλιξης και εμπόδια.
Με αυτό το σκεπτικό, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ παρέστη και μίλησε στη συγκέντρωση των 120 «πασοκογενών» στο «Κάραβελ», προκαλώντας αντιδράσεις ακόμα και κορυφαίων συντρόφων του. Με αυτό το σκεπτικό οι «προεδρικοί» έχουν ενωθεί με τους «πασοκογενείς» της «Προοδευτικής Συμμαχίας» και της «Γέφυρας». Εχουν σε απόσταση το «Αριστερό Δίκτυο» του Δημήτρη Τζανακόπουλου -για τον οποίο ουδείς πιστεύει ότι μπορεί να κινηθεί απέναντι στον Τσίπρα ακόμα και αν το διακύβευμα είναι η διάσωση του ΣΥΡΙΖΑ-, ενώ απέναντι από τον κ. Τσίπρα παραμένει στις απόψεις της η Πρωτοβουλία «53+», η οποία ωστόσο έχει άτυπο επικεφαλής τον Ευκλείδη Τσακαλώτο που φέρεται να είναι σε συμφωνία με τον κ. Τσίπρα για να διατηρήσει τη θέση του Νο2 του κόμματος, μετασυνεδριακά.
Η Πρωτοβουλία «53+» και πολλά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ φοβούνται ότι ο κ. Τσίπρας δεν στοχεύει να αλλάξει αλλά να μεταλλάξει τον ΣΥΡΙΖΑ. Οτι δεν πάει να φτιάξει ένα νέο κόμμα, αλλά να ηγηθεί μίας παράταξης με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ. Μία παράταξη με άλλο ιδεολογικό στίγμα, άλλη πολιτική ταυτότητα, άλλη οργανωτική λειτουργία, άλλες πολιτικές θέσεις. Πιο κεντρώες, πιο συστημικές. Μπορεί; «Για να πάρει ξανά την εξουσία, ο Τσίπρας τα μπορεί όλα και θα τα κάνει όλα. Οταν έδιωξε τον Λαφαζάνη, τον Στρατούλη και τους άλλους το 2015, πάλι υπήρχαν κάποιοι που ρωτούσαν αν μπορεί», λέει στον «Ε.Τ.» της Κυριακής πρώην στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ που ξέρει πολύ καλά τον αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά δεν μετέχει πλέον στο επιτελείο του και το κόμμα.
Η αντίφαση της μετάλλαξης και ο μακιαβελισμός του Τσίπρα
Ο ΣΥΡΙΖΑ, η Κουμουνδούρου, οι συριζαίοι, οι οπαδοί ενοχλούνται πολύ όταν τους αποκαλούν «ΣΥΡΙΖΟΠΑΣΟΚ» ή «νέο ΠΑΣΟΚ». Ενοχλήθηκαν πολύ όταν άκουσαν τον Πέτρο Ευθυμίου να λέει ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ είναι σαν να κέρδισε ο Ακης Τσοχατζόπουλος το 1996», και ας κάνουν κουμάντο στον ΣΥΡΙΖΑ στενοί συνεργάτες του Ακη Τσοχατζόπουλου, χειροκροτούν τον Παύλο Πολάκη που βρίζει χυδαία τον Σημίτη, αλλά δέχονται τους στενούς συνεργάτες του Σημίτη στο κόμμα τους, αντιδρούν όταν έμπειροι αρθρογράφοι, όπως ο Γ. Λακόπουλος, γράφει ότι ο Τσίπρας έχει αποφασίσει να ξεμπερδέψει με την Ευρωπαϊκή Αριστερά και του προτείνει να την αφήσει στις μειοψηφίες της και τα αδιέξοδά της και να προσεγγίσει την ευρωπαϊκή Σοσιαλδημοκρατία, ακόμα και αν χρειαστεί να διώξει τον Πολάκη.
Ο Τσίπρας όμως -και όσοι σκέπτονται σαν και αυτόν, ο Νίκος Παππάς είναι ένας από αυτούς- τους θέλει όλους μαζί του «απέναντι στον Κυριάκο». Θέλει και τον Πάνο Λάμπρου και τον Αντώνη Κοτσακά και τον Νίκο Μπίστη και τον Ευάγγελο Αντώναρο, ακόμα και τον Απόστολο Γκλέτσο. Δεν ενδιαφέρεται για το παρελθόν, τις ιδέες τους, την πολιτική τους ταυτότητα και την ιδεολογία τους, αν έχουν. Το μόνο που τον νοιάζει είναι να είναι όλοι «κατά του Κυριάκου».
Και αυτή η δεύτερη ανάγνωση είναι που εξηγεί γιατί θα προχωρήσει ο μετασχηματισμός, ακόμα και αν βασίζεται σε ένα σαθρό και ανομοιογενές πολιτικό «μωσαϊκό».
Ευνοεί τις προνομιακές σχέσεις των «πασοκογενών», των Σπίρτζη και Κοτσακά με την «Κίνηση Πολιτών» του Παππά και της Δούρου και όλων μαζί με την «Προοδευτική Συμμαχία». Θέλει και το «Αριστερό Δίκτυο» των Τζανακόπουλου και Βίτσα και τους «53+», θεωρώντας ότι αφού τα έχει καλά με τον Τσακαλώτο και συνεχίζει να τα έχει καλά, δεν θα του δημιουργήσουν ουσιαστικό πρόβλημα. Αλλωστε, με τους «53+» μέσα στο εσωκομματικό παιχνίδι, τους συσχετισμούς και τα όργανα, είναι βέβαιο ότι δύσκολα μία άλλη τάση θα μπορέσει να έχει ισχυρή παρουσία ή και αυτοδυναμία στα όργανα. Με αποτέλεσμα να απαιτούνται πάντα συνθέσεις. Και καθόσον θεωρεί τον εαυτό του και «συνθέτη», ο κ. Τσίπρας με αυτόν τον τρόπο διατηρεί και τον ισχυρό του ρόλο ως «συγκολλητικής ουσίας».
Από την έντυπη έκδοση