Μιλώντας τη γλώσσα της αλήθειας και έναντι των εκπροσώπων της επιχειρηματικής κοινότητας, ο πρόεδρος της Ν.Δ. κατέστησε σαφές ότι «η ανάπτυξη είναι μια γέφυρα που οφείλουμε να τη διασχίσουμε όλοι μαζί», όπως είπε χαρακτηριστικά. Ζήτησε επιστροφή στη χώρα εταιρικών καταθέσεων που σήμερα ξεπερνούν τα 10 δισ. ευρώ και κάλεσε τους Ελληνες επιχειρηματίες «να δείξουν τώρα στους ξένους επενδυτές ότι πρώτοι αυτοί εμπιστεύονται τη χώρα τους». Παράλληλα, προειδοποίησε πως «αθέμιτες πρακτικές όπως η αδήλωτη και ανασφάλιστη εργασία δεν χωρούν, παλιές συνταγές όπως η συμπίεση μισθού με απειλή απόλυσης δεν νοούνται, καθυστερήσεις πληρωμών και εργασία εκτός νόμιμου ωραρίου δεν συγχωρούνται και μη τήρηση των κανόνων υγιεινής και ασφάλειας δεν επιτρέπεται».
Κοινωνική συνοχή
«Οραματίζομαι μια Ελλάδα με ευρωπαϊκό εργασιακό περιβάλλον που θα ενισχύει την κοινωνική συνοχή, χωρίς προνομιακές σχέσεις κάποιων με την κυβέρνηση, και μια κοινωνία κανόνων όπου όλοι θα προοδεύουν χωρίς κανένας να μένει πίσω», τόνισε χαρακτηριστικά.
Ο πρόεδρος της Ν.Δ. δήλωσε διατεθειμένος να θεσπίσει κίνητρα για την εισοδηματική στήριξη των εργαζομένων, για γενναίες φοροαπαλλαγές για stock options και εκπτώσεις φόρου για διατακτικές σίτισης και κάρτες κίνησης στα μέσα μεταφοράς, ενώ επανέλαβε ότι ο κατώτατος μισθός θα πρέπει να αυξάνεται σε ποσοστό διπλάσιο από την αύξηση του ΑΕΠ.
Ο κ. Μητσοτάκης τόνισε εκ νέου την ανάγκη να βρεθεί η Ελλάδα στις 8 Ιουλίου «με ισχυρή και σταθερή κυβέρνηση που θα αποφασίζει γρήγορα και θα φέρνει αποτελέσματα» και επανέλαβε το εκλογικό δίλημμα εάν «η χώρα θα μπει πάλι σε περιπέτειες ή θα προχωρήσει μπροστά με αλήθεια και με ανάπτυξη».
«Η χώρα δεν έχει πλέον περιθώρια ούτε για πειράματα ούτε για αστάθεια ούτε για περιπέτειες», τόνισε χαρακτηριστικά και έκανε λόγο για «εκλογές ευθύνης, αλήθειας, αποφασιστικότητας και συμμετοχής».
Αναπτύσσοντας το σχέδιο της Ν.Δ., ο κ. Μητσοτάκης χαρακτήρισε «αδιαπραγμάτευτη προτεραιότητα» την ισχυρή ανάπτυξη, επισήμανε ότι «καρδιά» της είναι οι επενδύσεις και «κλειδιά» για αυτές αποτελούν οι χαμηλότεροι φόροι, η μικρότερη γραφειοκρατία και η ρευστότητα στην οικονομία.
Σε ισχύ από το 2020
Οι μειώσεις των φόρων που θα ενταχθούν στο πρώτο φορολογικό νομοσχέδιο, τον Σεπτέμβριο, θα ισχύουν από το 2020. Αναφέρθηκε στη μείωση του φόρου για τις επιχειρήσεις από το 28% στο 20% εντός διετίας, των μερισμάτων στο 5%, του ΕΝΦΙΑ κατά 30% σε δύο χρόνια, στη σταδιακή κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος και της εισφοράς αλληλεγγύης, στο στόχο για δύο συντελεστές ΦΠΑ 22% και 11% με διατήρηση του υπερκατώτατου 6%, αλλά και σε επενδυτικά κίνητρα, όπως υπεραποσβέσεις και διπλασιασμός χρόνου συμψηφισμού κερδών με ζημιές.
Δεσμεύθηκε, παράλληλα, για νέο χωροταξικό πλαίσιο, αλλά και για ρευστότητα μέσω μόχλευσης των πόρων του Ευρωπαϊκού Ταμείου Στρατηγικών Επενδύσεων σε συνδυασμό με τους πόρους του ΕΣΠΑ και με πιο γρήγορη εξόφληση των ληξιπρόθεσμων οφειλών του κράτους προς την αγορά. Εξέφρασε, μάλιστα, την πρόθεση δρομολόγησης από την επόμενη κυβέρνηση άμεσου σχεδίου εξόφλησης ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων.
Ο κ. Μητσοτάκης χαιρέτισε το ότι οι αγορές αντιμετωπίζουν θετικά την προοπτική μιας ισχυρής εκλογικής επικράτησης της Ν.Δ., ενώ έστειλε και νέο μήνυμα κατά του εφησυχασμού μετά το θετικό αποτέλεσμα των εκλογών της 26ης Μαΐου.
Υπογράμμισε, επίσης, την κυβερνητική ετοιμότητα του κόμματός του, διαβεβαιώνοντας πως έχει γίνει πολύ σημαντική προετοιμασία για την επόμενη ημέρα των εκλογών, κάτι που -όπως διευκρίνισε- συνιστά αυτονόητη υποχρέωση και όχι ένδειξη αλαζονείας, ούτε προεξόφληση του εκλογικού αποτελέσματος.
Η κυβέρνηση παραπλανά
Καταλόγισε, τέλος, στην κυβέρνηση ότι, παρά την ήττα στις ευρωεκλογές, εξακολουθεί να προσπαθεί να παραπλανήσει τους πολίτες και, αντί να απολογηθεί για τη δική της αποτυχία, διαστρεβλώνει τις θέσεις της Ν.Δ. και επιμένει να κατασκευάζει έναν ανύπαρκτο αντίπαλο. «Αυτοί που επέβαλαν 29 νέους φόρους ανακάλυψαν αίφνης την ανάπτυξη, θυμήθηκαν εκ των υστέρων τη μεσαία τάξη, την επιχειρηματικότητα, τις επενδύσεις», τόνισε χαρακτηριστικά και πρόσθεσε: «Ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να λέει πολλά γιατί ξέρει πως δεν θα τα κάνει πράξη, ενώ εμείς έχουμε υποχρέωση να μιλάμε συγκροτημένα, γιατί εκτιμούμε ότι σύντομα θα κληθούμε να εφαρμόσουμε στην πράξη όλα όσα προτείνουμε».
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου