Πώς πάνω-κάτω θα κατανεμηθούν οι 21 διαθέσιμες έδρες; Στα ερωτήματα αυτά θα επιχειρηθεί στη συνέχεια να δοθούν κατατοπιστικές απαντήσεις.
ΔΙΑΣΠΟΡΑ ΨΗΦΩΝ
Στον Πίνακα 1 εμφανίζεται ενδεικτικά ένα πρώτο σενάριο που ακολουθεί τη διασπορά των ψήφων που έχει πρόσφατα κοινοποιηθεί μέσω του διεθνούς site Politico. Σύμφωνα με αυτό τα δύο πρώτα κόμματα κινούνται αθροιστικά στο αρκετά υψηλό για ευρωεκλογές 61% και με σημαντική μεταξύ τους απόσταση 9 μονάδων, ενώ μόνο πέντε κόμματα μετέχουν στην κατανομή των εδρών. Στην περίπτωση αυτή η Ν.Δ. κερδίζει 8 έδρες έναντι 6 του ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΙΝ.ΑΛ. ως τρίτο κόμμα (αν και με μικρή διαφορά) αποσπά 3 έδρες και τα δύο επόμενα κόμματα μένουν στην εκπροσώπηση 2 ευρωβουλευτών. Πώς προκύπτει όμως η κατανομή αυτή; Για να το καταλάβουμε θα πρέπει να δούμε τις προβλέψεις του εκλογικού νόμου.
› Πώς υπολογίζει την κατανομή των εδρών ο εκλογικός νόμος
- Υπάρχει αρχική κατανομή με βάση το εκλογικό μέτρο (έγκυροι ψήφοι / αριθμός εδρών) η οποία ονομάζεται Α’ φάση.
- Ακολουθεί η Β’ φάση στην οποία υπολογίζεται νέο εκλογικό μέτρο (σύνολο αδιάθετων ψήφων / αδιάθετες έδρες +1).
- Οι αδιάθετες έδρες μετά τη Β’ φάση απονέμονται κατά σειρά σύμφωνα με τα υπόλοιπα της Α’ φάσης, αρχίζοντας από τα κόμματα που δεν έλαβαν έδρα στη Β’ φάση (εφόσον δηλ. υπάρχουν αδιάθετες έδρες απονέμονται και στα κόμματα που κέρδισαν έδρα στη Β’ φάση).
- Οι τυχόν αδιάθετες έδρες απονέμονται κατά σειρά στα μεγαλύτερα υπόλοιπα της Α’ φάσης πάλι (και όχι της Β’, όπως θα έπρεπε κανονικά κάπως να προβλέπεται).
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Στα παραδείγματα θεωρούμε ενδεικτικά ότι υπάρχουν 6 εκατομμύρια έγκυροι ψήφοι.
ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΕΔΡΩΝ
Ανδρουλάκης: Αναλαμβάνουμε πρωτοβουλία για τις εξοντωτικές αυξήσεις στα ασφάλιστρα των συμβολαίων υγείας
Οπως συνάγεται από την παρουσίαση των διατάξεων του εκλογικού νόμου, υπάρχει ατελής διατύπωση στην ολοκλήρωση κατανομής των εδρών (τεχνικό πρόβλημα) που είναι δυνατόν υπό προϋποθέσεις να αποδώσει περίεργες κατανομές. Το επόμενο παράδειγμα (Πίνακας 2) είναι αρκετά διαφωτιστικό σχετικά με αυτό.
Θεωρούμε ότι η προπορευόμενη Ν.Δ. διαθέτει χαμηλότερο ποσοστό σε σχέση με το προηγούμενο παράδειγμα, ενώ ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝ.ΑΛ. αυξημένα. Παρ’ όλα αυτά, όχι μόνο το ΚΙΝ.ΑΛ. δεν διατηρεί την 3η έδρα που είχε κερδίσει, αλλά αυτή απονέμεται στη Ν.Δ. παρότι βρίσκεται πιο χαμηλά. Η εξήγηση για το φαινόμενο αυτό οφείλεται στο ότι η Ν.Δ. έχει μία έδρα λιγότερη στην Α’ φάση της κατανομής, γεγονός που της επιτρέπει να κερδίσει έδρα στη Β’ φάση (έχει υπόλοιπο ψήφων Α’ φάσης μεγαλύτερο από το εκλογικό μέτρο Β’ φάσης) και επομένως, έχοντας το μεγαλύτερο υπόλοιπο από όλα τα κόμματα, κερδίζει τελικά και την τελευταία αδιάθετη έδρα που έχει απομείνει. Η προφανώς λανθασμένη αυτή διαδικασία μάς αποκαλύπτει στην ουσία ένα «μυστικό». Για κάθε κόμμα ισχύει ότι θα ήταν προτιμότερο να προσεγγίζει οριακά το εκλογικό μέτρο πλήρους απονομής κάποιας έδρας, χωρίς όμως να το υπερβαίνει. Οπως βλέπουμε στον πίνακα που παρουσιάζει τα ποσοστά που απονέμουν ακριβώς τις έδρες από 1 έως 8, η Ν.Δ., με το 33% των ψήφων, υπολείπεται οριακά από το 33,3% που θα της παραχωρούσε 7η έδρα στην αρχική κατανομή. Το ίδιο πλεονέκτημα θα μπορούσε να έχει οποιοδήποτε κόμμα. Π.χ. ο ΣΥΡΙΖΑ αν το ποσοστό του ήταν πολύ κοντά στο 23,8% χωρίς να το υπερβαίνει ή το ΚΙΝ.ΑΛ. στο 9,5% και πάει λέγοντας.
Εκλογικά μέτρα (%) στην αρχική Α’ φάση | |
Για 1 έδρα | 4,76 |
2 | 9,52 |
3 | 14,29 |
4 | 19,05 |
5 | 23,81 |
6 | 28,57 |
7 | 33,33 |
8 | 38,1 |
Εχοντας διευκρινίσει τις ατέλειες του εκλογικού νόμου παράλληλα με την παρουσίαση ενδεικτικών σεναρίων εκλογικών αποτελεσμάτων, μπορούμε να ολοκληρώσουμε τη σύντομη αυτή παρουσίαση με ένα ακόμα σενάριο μικρότερου δικομματισμού. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι ευρωεκλογές έχουν πάντα έναν «χαλαρό» χαρακτήρα σε σχέση με την εκλογική συμπεριφορά σε βουλευτικές εκλογές. Εχει καταγραφεί δηλ. σε όλες τις προηγούμενες ευρωεκλογές η τάση να ψηφίζονται λίγο – πολύ περισσότερο τα μικρότερα κόμματα σε σχέση με τα δύο πρώτα. Το παράδειγμα των προηγούμενων ευρωεκλογών είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστικό.
Οπως φαίνεται στον σχετικό πίνακα, οι τελευταίες δημοσκοπήσεις του 2014 παρουσίαζαν ως ποσοστό αναποφάσιστων 11,6% του εκλογικού σώματος που απαντούσε ότι θα πάει να ψηφίσει. Συγκρίνοντας όμως με το πραγματικό τελικό αποτέλεσμα, είναι φανερό ότι οι αναποφάσιστοι αυτοί κατευθύνθηκαν ελάχιστα στα δύο προπορευόμενα κόμματα και μάλιστα ο κύριος όγκος τους επέλεξε κόμματα που δεν ξεπέρασαν τον εκλογικό φραγμό του 3% εκτοξεύοντας το σχετικό ποσοστό από 10,3% στις δημοσκοπήσεις σε 17,1% στο πραγματικό αποτέλεσμα. Με αυτά τα δεδομένα, σχηματίζεται και η εκδοχή του Πίνακα 3, όπου θεωρείται ότι δύο ακόμα κόμματα (συνολικά 7) κερδίζουν έδρες. Δεν αναφέρονται όμως συγκεκριμένα, αλλά ως Κ6 και Κ7, δεδομένου ότι από τα γνωστά στοιχεία των δημοσκοπήσεων μάλλον δεν θα στοιχημάτιζε κανείς με βεβαιότητα ποια κόμματα θα μπορούσε να είναι αυτά.
Παρατηρώντας στον Πίνακα 3 ότι η κατανομή των εδρών δεν παρουσιάζει εκπλήξεις, με κύριο συμπέρασμα ότι τα δύο μικρά κόμματα που ξεπέρασαν οριακά τον φραγμό έχουν τη δυνατότητα να εκλέξουν από έναν ευρωβουλευτή το καθένα, μπορούμε να συνοψίσουμε. Υποθέτοντας ότι η Ν.Δ. κυμαίνεται στην περιοχή του 32%-35% και αντίστοιχα ο ΣΥΡΙΖΑ στην περιοχή του 24%-27%, βλέπουμε ότι η Ν.Δ. θα μπορούσε να εκλέξει 7-9 ευρωβουλευτές, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζεται με 6 έδρες και στα τρία παραδείγματα. Τα τρία επόμενα κόμματα φαίνεται να κατοχυρώνουν από 2 έδρες το καθένα, με περιθώριο 3ης έδρας για όποιο μπορεί να εμφανίσει τυχόν πολύ μεγάλο υπόλοιπο ψήφων. Τέλος, σε περίπτωση που εμφανιστεί και άλλο κόμμα, ή άλλα κόμματα, από το 3% και λίγο πιο πάνω η απονομή μίας έδρας θα πρέπει να θεωρείται πολύ πιθανή. Ασφαλώς κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει και την εκδοχή να σημειωθούν διαφορετικά αποτελέσματα, έξω από τις θεωρητικές περιοχές οι οποίες εξετάστηκαν. Ολες οι εκλογές άλλωστε που έχουν διεξαχθεί μέχρι τώρα στα χρόνια της κρίσης έχουν αποδείξει ότι μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων παρακολουθεί, σκέφτεται και αποφασίζει μέχρι την τελευταία στιγμή και όχι πάντα με εκ των προτέρων προβλέψιμο τρόπο. Δεν ήταν όμως σκοπός του σημειώματος αυτού να επιχειρήσει πρόβλεψη του αποτελέσματος, αλλά να επισημάνει διάφορα ενδεχόμενα και, κυρίως, να αναδείξει τις τεχνικές ατέλειες του εκλογικού νόμου οι οποίες θα πρέπει κάποτε να αντιμετωπιστούν σοβαρά.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής