Με βάση κυβερνητικούς κύκλους, αυτή τη στιγμή βρίσκονται σε αναμονή συνολικά 18 νομοσχέδια, πολλά από τα οποία εξαγγέλλονται εδώ και περίπου ένα χρόνο, θα οποία θα μοιραστούν ανάλογα με τη σκοπιμότητα αρχικά των ευρωεκλογών και των εκλογών για την Τοπική Αυτοδιοίκηση και στη συνέχεια των -πιο δύσκολων- εθνικών εκλογών.
Το πεδίο δίνει η ανοχή από την ουδέτερη στάση της Επιτροπής για την Ελλάδα, η οποία εκφράστηκε και μετά τις αποφάσεις για την αύξηση του κατώτερου μισθού κατά 10,9%, ενώ στις συζητήσεις στην Αθήνα είχε συζητηθεί μια περιορισμένη αύξηση της τάξης του 5-6%.
Οι αντιρρήσεις στο θέμα του κατώτερου μισθού, της προστασίας της πρώτης κατοικίας αλλά και οι καθυστερήσεις στις δεσμεύσεις που ανέλαβε η χώρα μετά το τρίτο Μνημόνιο, περιλαμβάνονται στην έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη δεύτερη αξιολόγηση σε καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας.
Ταυτόχρονα τονίζεται όμως και η πρόβλεψη για επίτευξη του δημοσιονομικού στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ που δείχνει να επικαλύπτει τις όποιες επιμέρους παρατηρήσεις.
Η έκθεση επισημαίνει το θέμα των δικαστικών αποφάσεων που μπορούν να φέρουν πρόσθετο δημοσιονομικό κόστος έως και 2,5 δισ. ευρώ για την καταβολή αναδρομικών, δίνοντας έτσι «άλλοθι» σε όποια δαπάνη γίνει μέσα στο 2019 για αποκατάσταση των αδικιών.
Η μεθόδευση και οι «συμφωνίες» για την προστασία της πρώτης κατοικίας
Στο «βασικό προαπαιτούμενο», τη συνέχιση με άλλο καθεστώς της προστασίας της πρώτης κατοικίας, η έκθεση εξέφρασε με εννέα σημεία τις αντιρρήσεις της. Ωστόσο ο σχεδιασμός από την ελληνική πλευρά ήταν ούτως ή άλλως να εξαντλήσει και τη δίμηνη παράταση και να τοποθετήσει χρονικά την εφαρμογή του κοντά στις ευρωεκλογές. Δεν είναι τυχαία άλλωστε η μεθόδευση που ακολουθήθηκε για το καθεστώς προστασίας της πρώτης κατοικίας.
Γνωρίζοντας ότι η προστασία της πρώτης κατοικίας λήγει στις 31/12/2018, ο αρχικός σχεδιασμός ήταν να παραταθεί για ένα ακόμη χρόνο, μέχρι και το τέλος του 2019. Φτάνοντας στον Δεκέμβριο η κυβέρνηση αποφάσισε να ζητήσει δίμηνη παράταση για να παρουσιάσει ένα νέο εξωδικαστικό πλαίσιο προστασίας της πρώτης κατοικίας. Το μεγαλύτερο μέρος της παράτασης πέρασε χωρίς ουσιαστική εξέλιξη. Τις τελευταίες τρεις εβδομάδες το νέο πλαίσιο συμφωνήθηκε τρεις συν μία φορές. Από τη δεύτερη εβδομάδα του Φεβρουαρίου γίνονταν συσκέψεις, αποκλειστικά στο Μέγαρο Μαξίμου και όχι στα συναρμόδια υπουργεία Οικονομικών και Ανάπτυξης, με τις τέσσερις μεγάλες εμπορικές τράπεζες.
Τρεις εβδομαδιαίες συσκέψεις, τρεις «συμφωνίες», με τις εκθέσεις Ε.Ε. και ΕΚΤ να κατακεραυνώνουν το προσχέδιο που στάλθηκε από τις 22 Φεβρουαρίου, ενώ υπήρχαν εκκρεμότητες μεταξύ κυβέρνησης και τραπεζών. Η συμφωνία θα έρθει κάποια στιγμή μέσα στις επόμενες μέρες και ο νόμος θα πρέπει να ψηφιστεί μέσα στην εβδομάδα με συνοπτικές διαδικασίες για να περάσουμε τον «κάβο» του Eurogroup. Στη συνέχεια όμως θα αρχίσει η αναμονή του ανοίγματος της πλατφόρμας όπου θα υποβάλλονται οι αιτήσεις για τις ρυθμίσεις δανείων.
Ενδιαμέσως όμως έχει τεθεί και ένα άλλο εμπόδιο. Ο νόμος Κατσέλη-Σταθάκη και το νέο καθεστώς προστασίας της πρώτης κατοικίας θα «τρέχουν» παράλληλα, αφού εκκρεμούν ακόμη 160.000-170.000 αιτήσεις του νόμου Κατσέλη στα δικαστήρια. Πριν λειτουργήσει η πλατφόρμα λοιπόν, θα πρέπει να υπάρξει μια νομοθετική γέφυρα μέσα στις επόμενες 30-40 μέρες μεταξύ των δυο καθεστώτων και στη συνέχεια να λειτουργήσει το νέο καθεστώς.
Ενώ ενδιάμεσα θα υπάρχει άτυπη ασυλία από πλειστηριασμούς και για τους στρατηγικούς κακοπληρωτές, το νέο καθεστώτος αναμένεται ότι θα λειτουργήσει τον Μάιο εν όψει ευρωεκλογών και δημοτικών εκλογών ή τον Ιούνιο, ευνοώντας εκλογικούς σχεδιασμούς.
Την ίδια ώρα βέβαια και χωρίς να υπολογιστεί η ζημιά κοντά στα 2 δισ. που υπολογίζει για τις τράπεζες η ΕΚΤ από το νέο καθεστώς προστασίας, θα υπάρχει ένα διάστημα περίπου 100 ημερών στην οποία θα φρενάρει η προσπάθεια μείωσης των «κόκκινων» δανείων, με τις τράπεζες να επιταχύνουν την προσπάθειά τους για να πιάσουν τους στόχους μετά το καλοκαίρι. Στο μεταξύ η έκδοση νέων δανείων προς τον ιδιωτικό τομέα θα παραμείνει και φέτος κοντά στο μηδέν.
Παιχνίδι με τις αποφάσεις για τα αναδρομικά
Το θέμα των αναδρομικών από τις δικαστικές αποφάσεις είναι άλλη μια παροχή εν αναμονή, η οποία απειλεί να στήσει δημοσιονομικό ναρκοπέδιο τα επόμενα χρόνια. Εδώ είναι σαφές ότι τα συναρμόδια υπουργεία Οικονομικών και Εργασίας έχει το καθένα τη δική του ατζέντα. Κοινός παρονομαστής είναι ότι οι υποθέσεις αυτές είναι στην κρίση της Δικαιοσύνης και κανείς δεν μπορεί να εκβιάσει αποφάσεις.
Ωστόσο το υπουργείο Οικονομικών μιλάει για ένα αντιμετωπίσιμο δημοσιονομικό κόστος το οποίο θα μοιραστεί σε δόσεις πέντε ετών. Το υπουργείο Εργασίας έχει άλλους υπολογισμούς. Η υπουργός Εφη Αχτσιόγλου μίλησε για κόστος 4,5 δισ. το χρόνο, ενώ ο υφυπουργός Τάσος Πετρόπουλος είπε πρόσφατα ότι η αποπληρωμή αναδρομικών μαζί με την επαναφορά δικαιωμάτων μπορεί να φτάσει και το κολοσσιαίο ποσό των 67,5 δισ. ευρώ.
Οι Ευρωπαίοι δανειστές ζητούν και έχουν πάρει σχετικές δεσμεύσεις ότι θα υπάρχουν σχετικές προβλέψεις στο νέο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2020-2023 το οποίο βρίσκεται σε αυτό το στάδιο. Στο μεταξύ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην έκθεση για τη δεύτερη αξιολόγηση κάνει ένα προϋπολογισμό για το κόστος των προβλέψεων που θα πρέπει να γίνουν, υπολογίζοντας κόστος 2,4-2,5 δισ. το χρόνο (1,3% του ΑΕΠ), αναμένοντας προφανώς και ανάλογες προβλέψεις από πλευράς της Ελλάδας.
Παράλληλα όμως η έκθεση της Κομισιόν κάνει λόγο και για ένα αδιάθετο ταμειακό υπόλοιπο της τάξης των 650 εκατ. ευρώ από το 2018, το οποίο συνδέθηκε με την αποπληρωμή των αναδρομικών για τα ειδικά μισθολόγια αλλά ουδέποτε διατέθηκε. Η Επιτροπή ζητά εξηγήσεις για το συγκεκριμένο ποσό, αφήνοντας υπόνοιες ότι μπορεί να χρησιμοποιηθεί για προεκλογικές παροχές.
Κανείς όμως δεν μπορεί να κατηγορήσει την κυβέρνηση για παροχές όταν θα κληθεί να καλύψει έκτακτες δαπάνες που προκύπτουν από αποφάσεις δικαστηρίων. Μάλιστα για το θέμα αυτό υπάρχει και προεργασία, καθώς το οικονομικό επιτελείο έχει αποσπάσει δέσμευση ότι αν υπάρξει κόστος από δικαστικές αποφάσεις, τότε αυτό θα θεωρηθεί ως αποτέλεσμα έκτακτων αναγκών και δεν θα επηρεάσει το στόχο για το πρωτογενές πλεόνασμα με βάση τους όρους ενισχυμένης εποπτείας.
Παραδόξως, οι νέες αποφάσεις για τα αναδρομικά και τη συνταγματικότητα του νόμου Κατρούγκαλου αναμένονται και αυτές μέσα στην άνοιξη. Αρα οι όποιες αποφάσεις για καταβολή αναδρομικών θα αρχίσουν να έρχονται από το καλοκαίρι.
Οι 120 δόσεις «χαρτί» για τις ευρωεκλογές
Η επέκταση της ρύθμισης των 120 δόσεων για τις οφειλές σε ταμεία και εφορία είναι άλλο ένα γερό προεκλογικό χαρτί που θα παιχτεί ανάλογα με τη συγκυρία. Πόσο γερό; 4,04 εκατ. φορολογούμενοι έχουν οφειλές από 1 έως και πάνω από 1 εκατομμύριο ευρώ. 2,2 εκατ. φορολογούμενοι έχουν οφειλές από 1 έως και 5.000 ευρώ.
Αντιστοίχως, στα ασφαλιστικά ταμεία χρωστούν περίπου 800.000 επιχειρηματίες, ελεύθεροι επαγγελματίες και επιτηδευματίες. Συνολικά υπάρχουν «κόκκινες» οφειλές περίπου 105 δισ. ευρώ στην εφορία και 34,7 δισ. ευρώ στα ασφαλιστικά ταμεία. Ωστόσο και αυτό το θέμα αναβάλλεται συνεχώς μέχρι τον κατάλληλο «πολιτικό χρόνο».
Οι πρώτες συζητήσεις για το θέμα με τους θεσμούς ξεκίνησαν τον περασμένο Σεπτέμβριο, λίγες μέρες μετά το τέλος της πρώτης μεταμνημονιακής αξιολόγησης. Εκτοτε το σχέδιο μπήκε στο συρτάρι. Στη δεύτερη αξιολόγηση, που ξεκίνησε στα τέλη Ιανουαρίου, το υπουργείο Οικονομικών παραδέχθηκε ότι δεν έγινε καν νύξη για τη ρύθμιση στην εφορία στις συζητήσεις που έγιναν στην Αθήνα. Τόνιζαν όμως ότι θα προχωρήσει άμεσα η επέκταση της ρύθμισης των 120 δόσεων προς τα Ταμεία με επανυπολογισμό των δόσεων.
Πριν λίγες μέρες κυβερνητικοί αξιωματούχοι έκαναν λόγο ξανά για επέκταση της ρύθμισης των 120 δόσεων μέσα στον Απρίλιο. Η τελευταία εξέλιξη είναι ότι οι δύο διαφορετικές προτάσεις για τη ρύθμιση σε ταμεία και εφορία θα σταλούν για συζήτηση με τους θεσμούς μέχρι και τα μέσα του μήνα. θα ακολουθήσει μια διαβούλευση κάποιων εβδομάδων και οι τελικές αποφάσεις αναμένεται να ληφθούν μέσα στον Μάιο, ίσως λίγο νωρίτερα από τις ευρωεκλογές.
Την ίδια ώρα, βέβαια, οι νέες ληξιπρόθεσμες οφειλές αυξάνονται με ρυθμό περίπου 800 εκατ. ευρώ το μήνα σε ό,τι αφορά την εφορία και 200-250 εκατ. ευρώ προς τα ασφαλιστικά ταμεία. Μαζί βέβαια αυξάνονται και οι κατασχέσεις τραπεζικών λογαριασμών που έσπασαν κάθε ρεκόρ, με την ΑΑΔΕ να έχει καταγράψει για το 2018 κατασχέσεις ύψους 5,5 δισ. ευρώ και για τα ΚΕΑΟ 1,2 δισ. ευρώ.
Τελευταίο προεκλογικό όπλο το αφορολόγητο
Το πλέον… προεκλογικό μέτρο που θα «προαναγγέλλει» εκλογές θα είναι η ανακίνηση του θέματος της αναστροφής της δέσμευσης του Μνημονίου για τη μείωση του αφορολόγητου που έχει προγραμματιστεί για το 2020.
Η μείωση του αφορολόγητου ορίου, σύμφωνα με όσα έχουν ψηφιστεί, θα γίνει μέσω της περικοπής κατά 650 ευρώ της έκπτωσης φόρου που δικαιούνται μισθωτοί και συνταξιούχοι.
Η έκπτωση φόρου θα διαμορφωθεί στα 1.250 ευρώ (από 1.900) για ενήλικες χωρίς προστατευόμενα μέλη και θα φτάνει τα 1.450 ευρώ από 2.100 ευρώ για μισθωτούς με τρία τέκνα και άνω. Μέχρι στιγμής το υπουργείο Οικονομικών τηρεί σιγήν ισχύος για το θέμα, παραπέμποντάς το στον κατάλληλο χρόνο, θυμίζοντας και το αντίστοιχο θέμα των συντάξεων.
Η περικοπή του αφορολόγητου όμως θεωρείται ακόμη και από ορισμένους κύκλους του ΥΠΟΙΚ ως δίκαιο μέτρο, καθώς θα συμβάλει στη διεύρυνση της φορολογικής βάσης. Για το λόγο αυτό έχει θεσμικό χαρακτήρα και για τους δανειστές. Από την άλλη όμως θα απειλήσει να εξανεμίσει σε εισφορές μεγάλο μέρος από την αύξηση του κατώτερου μισθού, ενώ θα είναι σοκ για τα εισοδήματα των συνταξιούχων, που θα πληρώσουν για πρώτη φορά φόρο με συντάξεις πάνω από τα 500 ευρώ.
Ωστόσο ο κατάλληλος χρόνος ανακίνησης ενός τέτοιου θέματος είναι λίγο πριν από τη σύνταξη του προσχεδίου του προϋπολογισμού τον ερχόμενο Σεπτέμβριο, στο πλαίσιο πλέον της τέταρτης αξιολόγησης σε καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας. Αν όντως υπάρχει βλέψη για την εξάντληση της κυβερνητικής θητείας, το αφορολόγητο θα είναι το τελευταίο και αρκετά ισχυρό όπλο για τις εθνικές εκλογές.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής