Η τεράστια προσφορά 10,2 δισ. ευρώ είναι λίγο-πολύ αποτέλεσμα του ότι η έκδοση του ομολόγου δεν είχε όριο προσφοράς.
Το Δημόσιο άντλησε κεφάλαια 2,5 δισ. ευρώ, δίνοντας έτσι μια εικόνα υπερκάλυψης κατά 3,1 φορές του αρχικού ποσού, η οποία ήταν εν πολλοίς κατασκευασμένη. Χωρίς να ορίζεται εκ των προτέρων ύψος έκδοσης, έδινε την ευκαιρία σε όλους να κάνουν προσφορές ακόμη με πολύ υψηλά επιτόκια, για να «κοπούν» τελικά μετά το κλείσιμο του βιβλίου προσφορών, αφήνοντας μόνο την εικόνα της υψηλής συνολικής προσφοράς.
Μια άλλη ερμηνεία της υψηλής προσφοράς είναι το γεγονός ότι στη διάρκεια της πενταετίας τα ελληνικά κρατικά ομόλογα αποτελούν πραγματική ευκαιρία ανάμεσα στα υπόλοιπα χρεόγραφα της ευρωζώνης. Η Ελλάδα έχει εξασφαλίσει μια ομπρέλα προστασίας για μια 10ετία μετά τη συμφωνία για την ελάφρυνση του χρέους της τον Ιούνιο του 2018. Από πλευράς απόδοσης, ακόμη και το 3,45% ως ετήσια απόδοση που εξασφάλισαν οι αγοραστές των τίτλων είναι πολλές φορές υψηλότερη του 0,77% που δίνει το αντίστοιχο 5ετές της Κύπρου, του 0,33% του αντίστοιχου ομολόγου της Πορτογαλίας και του 0,096% που δίνει σήμερα ως απόδοση το πενταετές της Ιρλανδίας.
Σίγουρα το 3,6% που πέτυχε ως μεσοσταθμικό επιτόκιο η χθεσινή έκδοση είναι χαμηλότερο από το 4,675% που πέτυχε η αντίστοιχη έκδοση πενταετούς ομολόγου στις 24 Ιουλίου του 2017, αλλά και το 4,95% του πενταετούς ομολόγου που εκδόθηκε τον Απρίλιο του 2014. Ωστόσο, είναι ασύμβατη η σύγκριση δύο δοκιμαστικών εκδόσεων εντός μνημονίων, τη στιγμή μάλιστα που τότε δεν υπήρχε η συμφωνία για τη ρύθμιση του χρέους. Με μια διαφορά επιτοκίου μικρότερη της μονάδας, δεν θα μπορούσε να μιλήσει για επιτυχία για την τρίτη έκδοση πενταετούς σε μια πενταετία.
Ενας ακόμη παράγοντας της σχετικής επιτυχίας είναι και το ότι ανάδοχοι της έκδοσης ήταν οι μεγαλύτερες επενδυτικές τράπεζες, όπως η Βank of America, η Merrill Lynch, η Goldman Sachs International Bank, η HSBC, η JP Morgan, η Morgan Stanley και η Societe Generale CIB. Οι καλύτεροι dealers ομολόγων επιστρατεύτηκαν για να πουληθεί μια μικρή έκδοση ομολόγων σε διάρκεια όπου είχε ξαναδοκιμαστεί η Ελλάδα, η οποία δεν επείγεται να καλύψει κάποια άμεση χρηματοδοτική ανάγκη, αλλά δοκιμάζει τις αγορές μάλλον για να αποδείξει ότι μπορεί.
Ο υπουργός Οικονομικών κ. Ευκλείδης Τσακαλώτος έσπευσε να πανηγυρίσει χθες μιλώντας για ένα αποτέλεσμα που ξεπέρασε κάθε προσδοκία, εντοπίζοντας την επιτυχία στην υψηλή προσφορά αλλά και το κόστος του Δημοσίου για την εξυπηρέτηση του ομολόγου που διαμορφώθηκε στο 3,45%.
Μάλιστα, έσπευσε να πάει και στη Βουλή και να πολιτικοποιήσει το θέμα. Απευθυνόμενος κυρίως προς τη Ν.Δ., θύμισε ότι δεν πρέπει να βάζουν «όλα τα αβγά στο ίδιο καλάθι» αντιπολιτευόμενοι την κυβέρνηση, γιατί, όπως είπε, διαψεύστηκαν και στην περικοπή των συντάξεων, και τώρα διαψεύδονται και στην αμφιβολία τους ότι η Ελλάδα μπορεί να βγει στις αγορές.
Διαβάστε τη συνέχεια στην έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]