Την ίδια στιγμή, προχωρεί σε εξαιρετικά επικίνδυνες συνδιαλλαγές, όπως αυτή -που αποκάλυψε ο γερμανικός Τύπος- με την Ανγκελα Μέρκελ στο προσφυγικό για να αναβάλει για λίγους μήνες την αύξηση του ΦΠΑ στα πέντε νησιά του Αιγαίου που σηκώνουν το βάρος του προσφυγικού.
Το πρώτο εξάμηνο του 2015, η πρώτη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ. πήγε τη χώρα μέχρι την άκρη του γκρεμού, τη χρέωσε με δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ και ένα αχρείαστο τρίτο Μνημόνιο, μέσω του οποίου δέχθηκε την επιβολή σκληρών μέτρων, όπως η μείωση των συντάξεων. Τα μέτρα αυτά ήταν προϊόν συμπαιγνίας μεταξύ του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και του ΔΝΤ, που η κυβέρνηση αποδέχθηκε, γιατί διαφορετικά ο διεθνής οργανισμός δεν θα έμπαινε στο πρόγραμμα. Τελικά δεν μπήκε στο πρόγραμμα, ο Σόιμπλε έφυγε, αλλά τα μέτρα μας τα άφησαν… κληρονομιά, ενώ εκ του αποτελέσματος αποδείχθηκε πως δεν χρειάζονταν.
Τώρα είναι αργά για να τα αποφύγει η χώρα, το Μνημόνιο ολοκληρώθηκε και στη συμφωνία της 21ης Ιουνίου στο Εurogroup δεν υπάρχει καμία αναφορά, ούτε καν μια μικρή χαραμάδα, που θα μπορούσε να οδηγήσει στην ακύρωση του μέτρου.
Ο υπαινιγμός του επίτροπου Πιερ Μοσκοβισί στην Αθήνα, ο οποίος με μισόλογα άφησε να εννοηθεί πως υπάρχουν περιθώρια διαπραγμάτευσης, δεν έχει κάποια ιδιαίτερη αξία. Προφανώς και επιχείρησε να βάλει πλάτη στην κυβέρνηση στο εσωτερικό της χώρας, γιατί δύο μέρες αργότερα, ενώπιον της Ευρωβουλής, απέφυγε οποιαδήποτε αναφορά για δήθεν περιθώρια γιατί το ακροατήριο ήταν διαφορετικό.
Τη δραστική μείωση των συντάξεων δεν θα την πάρουν πίσω οι δανειστές γιατί ήταν ένα μέτρο που επί χρόνια προσπαθούσαν να επιβάλουν και βρήκαν την ευκαιρία να το κάνουν σε μια τρομοκρατημένη από τα γεγονότα του 2015 κυβέρνηση, η οποία έκτοτε λέει «ναι σε όλα».
Η κυβέρνηση ξέρει ότι δεν μπορεί να αποφύγει τη μείωση και προσπαθεί να πετύχει κάτι ανάλογο με αυτό που έκανε με το ΦΠΑ στα νησιά του Αιγαίου (Λέσβος, Χίος, Λέρος, Κως, Σάμος), δηλαδή μια μικρή χρονική αναβολή στην επιβολή του μέτρου, ώστε να περάσουν οι εκλογές, ευελπιστώντας ότι θα αποφύγει το πολιτικό κόστος.
Ωστόσο, η τακτική αυτή είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη γιατί η κυβέρνηση δεν είναι ικανή να διαπραγματευθεί κι αυτό φάνηκε με την υπόθεση του ΦΠΑ και τα δημοσιεύματα του γερμανικού Τύπου. Ο κ. Τσίπρας προσπάθησε να παρακάμψει τους θεσμούς πηγαίνοντας απευθείας στην Ανγκελα Μέρκελ, η οποία βρέθηκε τις προηγούμενες μέρες πολιτικά, εξαιτίας του προσφυγικού, σε δεινή θέση, αφού οι εταίροι της, οι Χριστιανοκοινωνιστές της Βαυαρίας, απειλούσαν να την εγκαταλείψουν εάν δεν σταματήσουν οι αφίξεις προσφύγων. Ο πρωθυπουργός τής υποσχέθηκε ότι η χώρα μας θα παίρνει πίσω με συνοπτικές διαδικασίες όσους υποψήφιους πρόσφυγες μπαίνουν από την Ελλάδα στην Ε.Ε. και συλλαμβάνονται στη Γερμανία. Ως αντάλλαγμα ζήτησε τη μεσολάβηση της κ. Μέρκελ, ώστε να μην αυξηθεί ο ΦΠΑ στα 5 νησιά την 1η Ιουλίου.
Κλείνει την πόρτα διαλόγου το ΠΑΣΟΚ
Στο θέμα αυτό το αντάλλαγμα που πήρε ο κ. Τσίπρας ήταν πολύ μικρό σε σχέση με αυτό που έδωσε. Ενώ ο ίδιος μετά τη Σύνοδο Κορυφής δήλωνε ότι ο ΦΠΑ δεν θα αυξηθεί όσο ο ίδιος είναι πρωθυπουργός, αποδείχθηκε πως η αναβολή ήταν μέχρι το τέλος του έτους και πως από την 1η Ιανουαρίου 2019 η αύξηση θα εφαρμοστεί. Και όμως, θα μπορούσε να έχει μόνιμη ισχύ το μέτρο γιατί οι απώλειες δημόσιων εσόδων είναι μόλις 25 εκατ. ευρώ ετησίως.
Ο κ. Τσίπρας προσπάθησε να υποβαθμίσει το μέγεθος του δικού του «δώρου» προς την καγκελάριο, λέγοντας ότι αφορά πολύ λίγα άτομα, περίπου 100-150 το μήνα γιατί, όπως είπε, ο διάδρομος των Δυτικών Βαλκανίων είναι κλειστός και δεν μπορούν να μεταβούν περισσότεροι από την Ελλάδα στη Γερμανία.
Δεν είναι καθόλου βέβαιο πως ο αριθμός είναι τόσο μικρός, αλλά ακόμη κι αν είναι αυτό που λέει, ο πρωθυπουργός, αποδεχόμενος την επιστροφή επί της αρχής, στην ουσία ενεργοποιεί εκ νέου τον κανονισμό του Δουβλίνου, που δεν εφαρμόζεται σήμερα γιατί η Κομισιόν έχει υποβάλει πρόταση αναθεώρησής του, την οποία δεν αποδέχονται οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης (Πολωνία, Ουγγαρία, Τσεχία, Σλοβακία).
Ο κανονισμός του Δουβλίνου είναι ό,τι χειρότερο για την Ελλάδα γιατί καθιστά την πρώτη χώρα εισόδου υπεύθυνη για τη διαχείριση του υποψήφιου πρόσφυγα, χωρίς να υπάρχει καμία υποχρέωση αλληλεγγύης από τα άλλα κράτη-μέλη. Η Κομισιόν, μέσω των υποχρεωτικών ποσοστώσεων, πρότεινε να στηρίζουν οι εταίροι την Ελλάδα και την Ιταλία σε περιόδους κρίσεων και οι ανατολικές χώρες το αρνούνται.
Ικανοποιώντας τη Γερμανία για να διευκολύνει την καγκελάριο, ο κ. Τσίπρας στην ουσία αποδέχεται τη συνέχιση της εφαρμογής του κανονισμού, δημιουργώντας προηγούμενο που θα επικαλεστούν κι άλλες χώρες για να επιστρέψουν στην Ελλάδα τους πρόσφυγες που συλλαμβάνουν στο έδαφός τους. Κι αυτό τη στιγμή που η νέα ιταλική κυβέρνηση απέρριψε κατηγορηματικά ανάλογο αίτημα της Ανγκελα Μέρκελ.
Ολα αυτά δημιουργούν επικίνδυνα προηγούμενα για τη χώρα, ενώ από την άλλη δείχνουν τη δεινή θέση στην οποία έχει περιέλθει η κυβέρνηση, η οποία έσπειρε ανέμους και θερίζει θύελλες…
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]