Τα συγκεκριμένα θέματα αναφέρονται ρητά στο κείμενο της πολιτικής απόφασης της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ που συνεδρίασε στις 28 και 29 Ιουλίου αναφορικά με τη διεθνή οικονομική και πολιτική συγκυρία, τους άξονες του πολιτικού σχεδίου του ΣΥΡΙΖΑ για την επόμενη περίοδο και τη στρατηγική πολιτική μακράς πνοής του κόμματος.
Το κείμενο που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα αναφέρει συγκεκριμένα ότι είναι πλέον «ώριμο να προχωρήσουμε και σε τομές όπως ο πολιτικός γάμος των ομοφυλοφίλων και το δικαίωμα των ομόφυλων ζευγαριών στην τεκνοθεσία».
Παράλληλα, ο ΣΥΡΙΖΑ ζητά από την κυβέρνηση να προχωρήσει χωρίς καθυστερήσεις στην υλοποίηση της πολιτικής του στην Παιδεία καθώς όπως αναφέρει τα ζητήματα αυτά δεν εμπίπτουν στον έλεγχο των δανειστών.
Συγκεκριμένα μιλά για την απέχθεια των θεσμών, ακόμη και στο κατώτερο τεχνικό επίπεδο, να διαθέτει μια αριστερή κυβέρνηση ευελιξία κινήσεων. «Η μείωση του βαθμού επιτήρησης δεν μπορεί να περιμένει το τέλος των μνημονίων. Ιδιαίτερα αυτή η προσπάθεια πρέπει να συμπεριλαμβάνει την Παιδεία, όπου η επιτήρηση είναι εκτός των συμφωνηθέντων του μνημονίου» αναφέρει συγκεκριμένα.
Σε άλλο σημείο επισημαίνει ότι «στο χώρο της παιδείας επιβάλλεται να υλοποιηθεί η μεταρρύθμιση σε όλες τις βαθμίδες. Μετά τις αλλαγές στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση τη γενίκευση του ολοήμερου σχολείου και τις πολλές παρεμβάσεις στο τομέα της Ειδικής Αγωγής, η έμφαση πρέπει να δοθεί στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση».
Με το μακροσκελέστατο κείμενο που ξεπερνά τις 4.500 λέξεις τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ συντηρούν επίσης και την κόντρα της κυβέρνησης με τη Δικαιοσύνη καθώς αναφέρουν εμμέσως πλην σαφώς ότι στους κόλπους της υπάρχουν δικαστές που εξυπηρετούν πολιτικές σκοπιμότητες και δεν επιθυμούν την πάταξη της διαφθοράς και της διαπλοκής.
Πιο συγκεκριμένα στο συγκεκριμένο κεφάλαιο για τη διαφορά και τη διαπλοκή αναφέρει ότι… «είναι γεγονός ότι κύκλοι της Ελληνικής Δικαιοσύνης, φαίνεται να δημιουργούν την υπόνοια ότι μπορεί να λειτουργούν στη βάση πολιτικών σκοπιμοτήτων». και προσθέτουν: «Είναι επομένως αναγκαίο από τη δική μας μεριά να συζητήσουμε σε βάθος την νέα κατάσταση που διαμορφώνεται στις σχέσεις μεταξύ των εξουσιών και να εκπονήσουμε μια πολιτική στρατηγική για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης. Δεν πρέπει όμως να τηρούμε ίσες αποστάσεις. Η δικαιοσύνη θα πρέπει λειτουργεί με όρους που να μην δημιουργούν ούτε καν την υπόνοια ότι νομοθετεί».
Όσον αφορά τα γενικότερα πολιτικά ζητήματα η πολιτική απόφαση σημειώνει ότι η ευρωπαϊκή Αριστερά πρέπει να σταματήσει να «εξαντλείται στην παρακολούθηση των εξελίξεων και των αντιπαραθέσεων» και να συγκροτήσει μια ενιαία πολιτική πλατφόρμα με την οποία θα αντιπαρατεθεί στο σχέδιο για την Ευρώπη των πολλών ταχυτήτων που προτείνεται από τις ισχυρές δυνάμεις του ευρωπαϊκού κέντρου (Γερμανία, Ολλανδία κά).
Το θέμα της β’ αξιολόγησης τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ το ξεπερνούν σε μια μόνο παράγραφο στην οποία επισημαίνουν πως «το πρόσημο της είναι τελικά θετικό με επιτυχίες, αλλά και αναγκαίους συμβιβασμούς». «Οι νίκες που πετύχαμε σε μια σειρά από θέματα, ήρθε μέσα από τη μάχη επιχειρημάτων στο τεχνικό επίπεδο, αλλά και επειδή καταφέραμε να καταστήσουμε τα μεγάλα επίδικα της διαπραγμάτευσης κεντρικά πολιτικά διακυβεύματα της ίδιας της Ευρώπης» αναφέρουν επίσης.
Ο Δένδιας ενημέρωσε τον Μητσοτάκη για τη νέα δομή των Ενόπλων Δυνάμεων και τον θόλο
Τέλος όσον αφορά τη ΝΔ αναφέρουν ότι μετά το κλείσιμο της διαπραγμάτευσης βρίσκεται σε στρατηγικό αδιέξοδο. «Με τις καταγγελίες για δήθεν παρεμβάσεις στη δικαιοσύνη, μέχρι τις επιχειρήσεις προβοκάτσιας για τους συμβασιούχους η ΝΔ προσπαθεί ανεπιτυχώς να συντηρήσει μια δήθεν εικόνα πολιτικής αποσταθεροποίησης της κυβέρνησης χωρίς ωστόσο επιτυχία» επισημαίνεται χαρακτηριστικά. Για το ΠΑΣΟΚ σημειώνεται ότι είναι σε «στρατηγική σύμπλευση με τη ΝΔ» ενώ για τον ρόλο του ΣΥΡΙΖΑ αναφέρεται στην Πολιτική Απόφαση ότι «πρέπει να συζητηθούν ξεχωριστά σε μια ειδική συνεδρίαση της ΚΕ τα εξής: Τα οικονομικά του κόμματος. Η ιδεολογική δουλειά του κόμματος, συμπεριλαμβάνοντας το ρόλο του Ινστιτούτου Πουλαντζά και την εκπαίδευση των στελεχών, η λειτουργία της επιτροπής δεοντολογίας, τα ΜΜΕ».
Ακολουθεί το κείμενο της Πολιτικής Απόφασης της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ
1. Η διεθνής οικονομική και πολιτική συγκυρία
Η παγκόσμια οικονομική κρίση που ξέσπασε το 2007 δεν φαίνεται να έχει ξεπεραστεί. Συγχρόνως στο πολιτικό επίπεδο οι ΗΠΑ δεν μπορούν να παίξουν πλέον το ρόλο του μοναδικού και αδιαμφισβήτητου ηγεμόνα, αντιθέτως αποσταθεροποιούν τις προηγούμενες συναινέσεις ειδικά μετά την επικράτηση Τράμπ.
Η σύνοδος κορυφής των G20 στο Αμβούργο κατέδειξε ότι η διεκδίκηση της ισότιμης παγκόσμιας συνεργασίας αποτελεί ζήτημα προτεραιότητας στη βάση μιας νέας δίκαιης διεθνούς οικονομικής και πολιτικής τάξης.
Σημαντικό βήμα στην κατεύθυνση του πυρηνικού αφοπλισμού, αποτελεί η υιοθέτηση από διάσκεψη του ΟΗΕ , με την υποστήριξη άνω των 130 χωρών Σύμβασης απαγόρευσης των πυρηνικών όπλων.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι χρειαζόμαστε μεγαλύτερη ανάλυση για την παγκόσμια οικονομία, για το πού πάει η παγκοσμιοποίηση και το πώς διαμορφώνονται οι διεθνείς συνθήκες (CETA, TTIP κλπ).
Ειδικά στην Ευρώπη παρά τη μεγαλύτερη συνειδητοποίηση των μεγάλων προκλήσεων (BREXIT, μεταναστευτικά ρεύματα, ευάλωτο τραπεζικό σύστημα κλπ), η θεσμική αρτηριοσκλήρωση των ευρωπαϊκών θεσμών συνεχίζεται. Την ίδια στιγμή έχει εκκινήσει ένας νέος κύκλος αντιπαραθέσεων για τα επόμενα βήματα της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, αλλά και την ίδια την αρχιτεκτονική της ΕΕ ο οποίος όμως περιορίζεται στο επίπεδο της ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας και των ισχυρών κρατών μελών της Ευρωζώνης.
Η ευρωπαϊκή Αριστερά πρέπει να υπερβεί τον ρόλο και τον λόγο που εξαντλείται στην παρακολούθηση των εξελίξεων και των αντιπαραθέσεων και να συγκροτήσει μια ενιαία πολιτική πλατφόρμα. Ένα πολιτικό σχέδιο που θα καταστεί αντιπαραθετικό τόσο προς το σχέδιο με προοπτική την Ευρώπη των πολλών ταχυτήτων που προτείνεται από τις ισχυρές δυνάμεις του ευρωπαϊκού κέντρου (Γερμανία, Ολλανδία κά) όσο και προς τις πολιτικές πλατφόρμες των εθνικών αναδιπλώσεων.
Οι Αριστερές δυνάμεις στην Ευρώπη πρέπει να διεκδικήσουν ως μέρος ενός συνολικού σχεδίου:
α) Ενισχυμένο προϋπολογισμό με προσανατολισμό σ’ ένα διαφορετικό παραγωγικό μοντέλο και έμφαση στα μεσαία και κατώτερα κοινωνικά στρώματα.
β) Την εγγύηση των καταθέσεων παράλληλα με την προώθηση της τραπεζικής ενοποίησης για όλο τον Ευρωπαϊκό χώρο.
γ) Την προώθηση ευρωομολόγου από την Ε.Κ.Τ. στα πλαίσια της επιδίωξης για ευρωπαϊκή σύγκλιση.
δ) Την ενίσχυση της ευρωπαϊκής ιδιότητας του πολίτη, με κοινωνικό πρόσημο, ως προϋπόθεση εκδημοκρατισμού των ευρωπαϊκών θεσμών.
Σε αυτή την κατεύθυνση είναι αναγκαία η ενίσχυση των πρωτοβουλιών επιτάχυνσης και εμβάθυνσης της πολιτικής συμμαχιών του ΣΥΡΙΖΑ και της Ευρωπαϊκής Αριστεράς μέσω της διεύρυνσης του πεδίου συνεργασίας της Ευρωπαϊκής Αριστεράς με δυνάμεις των Πρασίνων και των Σοσιαλιστών στο Ευρωκοινοβούλιο. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ανοίξει τη συζήτηση στους κόλπους της Αριστεράς και των προοδευτικών δυνάμεων για «δύσκολα» ζητήματα, που τίθενται επιτακτικά στην κορυφή της ευρωπαϊκής και διεθνούς ατζέντας και που σχετίζονται με μια ρεαλιστική και ταυτόχρονα ριζοσπαστική πρόταση για την επανεθεμελίωση της ΕΕ, τις συμμαχίες και το πρόγραμμα που μπορεί να μας οδηγήσει σε αυτή την αλλαγή.
Σε αυτό το στόχο συμβάλλουν η πρωτοβουλία «Progressive Caucus» και η διοργάνωση διμερών και πολυμερών συναντήσεων και πρωτοβουλιών κεντρικού πολιτικού ή θεματικού περιεχομένου στο ευρωκοινοβούλιο. Η πρόσφατη απόφαση του 5ου Συνεδρίου του ΚΕΑ για τη διοργάνωση το φθινόπωρο του 2017 του «1ου Ευρωπαϊκού Πολιτικού Φόρουμ» στη Μασσαλία (πρόταση που υιοθετήθηκε χάρις και στην επιμονή του ΣΥΡΙΖΑ) επίσης αποτελεί σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση αυτή.
Σε κάθε περίπτωση, είναι πλέον εμφανές ότι βρισκόμαστε σε μια παρατεταμένη περίοδο όξυνσης της κοινωνικής δυσαρέσκειας απέναντι στο νεοφιλελεύθερο υπόδειγμα, όξυνση που αποτελεί το αποτέλεσμα τόσο της οικονομικής κρίσης όσο και των πολιτικών διαχείρισης της.
Με δεδομένη την κοινωνική δυναμική που πυροδότησε η κρίση το κυρίαρχο επίδικο της εποχής είναι ποια πολιτική δύναμη θα καταφέρει να εκφράσει στο πολιτικό επίπεδο τα κοινωνικά εκείνα στρώματα που διάκεινται με καχυποψία, ή και με εχθρότητα ακόμη, απέναντι στο παραδοσιακό πολιτικό σύστημα των χωρών του αναπτυγμένου δυτικού καπιταλισμού.
Η Αριστερά με τις διαφορετικές της εκφάνσεις, αλλά εν τέλει με μία ενιαία πολιτική στόχευση, διεκδικεί την υπεράσπιση της εργασίας, τη διεύρυνση του κοινωνικού κράτους, τη διασφάλιση των δημοκρατικών ελευθεριών και την προστασία του περιβάλλοντος.
Απέναντι της δομείται νεοδεξιά με τη στρατηγική εθνικών αναδιπλώσεων και εθνικισμών, που δεν αμφισβητεί τα ιερά και τα όσια του νεοφιλελευθερισμού, αναπαράγει ρατσιστικά και μισαλλόδοξα στερεότυπα και πολλές φορές φλερτάρει ανοιχτά με το φασισμό.
Τα αποτέλεσμα του πολιτικού ανταγωνισμού για την εκπροσώπηση των πληγέντων κοινωνικών στρωμάτων διαφέρουν από χώρα σε χώρα.
Στην Ελλάδα η ελπίδα για υπέρβαση των συνεπειών της κρίσης, που προκάλεσαν οι κυρίαρχες νεοφιλελεύθερες δυνάμεις, εκφράστηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ. Από την ίδρυση του ο ΣΥΡΙΖΑ, βρέθηκε στην πρώτη γραμμή της μάχης απέναντι σε ένα συντριπτικό συσχετισμό σε επίπεδο Ευρώπης.
Η στρατηγική μας επιλογή να διεκδικήσουμε τη διακυβέρνηση σε συνθήκες νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης και βαθιάς οικονομικής κρίσης δικαιώθηκε σε πολλά σημεία και κρίνεται διαρκώς. Μπορούμε και πρέπει να συνεχίσουμε να υλοποιούμε πολιτικές υπέρ των λαϊκών στρωμάτων, έστω και σε ασφυκτικά πλαίσια. Από τη διατήρηση και την ενίσχυση των πολιτικών του δεσμών με τα χαμηλά και μεσαία κοινωνικά στρώματα καθορίζεται εν πολλοίς η δυναμική του ΣΥΡΙΖΑ.
Η αντιμετώπιση της επιχειρούμενης προσπάθειας για αναδιαμόρφωση στρατηγικών σφαιρών επιρροής ιδιαίτερα στο χώρο της ανατολικής μεσογείου, αποτελεί μείζον θέμα για το ΣΥΡΙΖΑ. Είναι προφανές ότι στο άμεσο μέλλον τα συλλογικά όργανα του κόμματος οφείλουν να ασχοληθούν με το θέμα και ειδικότερα με το Κυπριακό για το οποίο εμμένουμε στις θέσεις μας για κατάργηση του αναχρονιστικού καθεστώτος των εγγυήσεων και των επεμβατικών δικαιωμάτων και τον καθορισμό σαφούς χρονοδιαγράμματος για την αποχώρηση όλων των ξένων στρατευμάτων από την Κύπρο. Στηρίζουμε τη προσπάθεια για μια βιώσιμη λύση δικοινοτικής – διζωνικής Ομοσπονδίας. Τέλος χαιρετίζουμε την απόφαση της κυβέρνησης και της Βουλής των Ελλήνων για την εκπλήρωση του δίκαιου και ιστορικής σημασίας αιτήματος για την παράδοση του φακέλου της Κύπρου στην Κυπριακή Βουλή.
2. Άξονες του πολιτικού σχεδίου για την επόμενη περίοδο
Η Β΄αξιολόγηση
Η διαπραγμάτευση για τη δεύτερη αξιολόγηση ήταν ακόμα μία μάχη που δόθηκε υπό το καθεστώς πιέσεων και συγκρούσεων ακόμα και ανάμεσα στους δανειστές. Πρέπει να επισημάνουμε ότι κάποιοι από τους δανειστές μας, είτε από τους θεσμούς είτε από κράτη μέλη της Ευρωζώνης, προσπάθησαν να καθυστερήσουν την διαπραγμάτευση, προβάλλοντας πολλές φορές και απαιτήσεις που στόχευαν κυρίως στην πρόκληση φθοράς στην κυβέρνηση, αλλά και στην διάρρηξη των κοινωνικών μας συμμαχιών και εκπροσωπήσεων.
Η επαναφορά νέων απαιτήσεων ως προς το φορολογικό και το ασφαλιστικό (ενώ ήταν θέματα που είχαν κλείσει στην πρώτη αξιολόγηση) στόχευαν στην πολιτική πίεση προς την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ.
Το πρόσημο της δεύτερης αξιολόγησης είναι τελικά θετικό με επιτυχίες, αλλά και αναγκαίους συμβιβασμούς. Οι νίκες που πετύχαμε σε μια σειρά από θέματα, ήρθε μέσα από τη μάχη επιχειρημάτων στο τεχνικό επίπεδο, αλλά και επειδή καταφέραμε να καταστήσουμε τα μεγάλα επίδικα της διαπραγμάτευσης κεντρικά πολιτικά διακυβεύματα της ίδιας της Ευρώπης.
Προοπτικές της Οικονομίας
Το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης αναμένεται να τονώσει αισθητά τη μεγέθυνση στην οικονομία το δεύτερο εξάμηνο. Το πρώτο εξάμηνο η πραγματική οικονομία κινήθηκε θετικά, (λαμβανομένων υπόψη των συνθηκών πάντοτε), τόσο στη βιομηχανική παραγωγή, στη μεταποίηση, στις εξαγωγές καθώς και σε αύξηση των θέσεων εργασίας. Στο τομέα των επενδύσεων, αναμένεται αλλαγή κλίματος. Επιδιώκουμε επενδύσεις υγιείς, που θα καλύπτουν ανάγκες των Περιφερειών και των κλάδων, θα μεγιστοποιούν θέσεις εργασίας, και θα σεβαστούν το περιβάλλον.
Τέλος η τυχόν υπέρβαση των δημοσιονομικών στόχων θα πρέπει να εντοπιστεί έγκαιρα, ώστε να δώσει παραπέρα ώθηση στην οικονομία με ενίσχυση των δαπανών για το κοινωνικό εγγυημένο εισόδημα ή με την εξόφληση ληξιπροθέσμων οφειλών του δημοσίου.
Έξοδος στις αγορές:
Ο βασικός στόχος μας είναι η έξοδος από το μνημόνιο και την αυστηρή επιτήρηση, καθώς και η αναπτυξιακή πορεία της χώρας με όρους βιωσιμότητας και κοινωνικής δικαιοσύνης.
Για να υπηρετηθούν αυτοί οι στόχοι απρόσκοπτα και με διάρκεια, πρέπει να λυθεί το πρόβλημα της ομαλής χρηματοδότησης του δημόσιου χρέους.
Η τελευταία απόφαση του Eurogroup, έχει δύο σημαντικές πρόνοιες στη παραπάνω κατεύθυνση.
Η πρώτη είναι η ρήτρα ανάπτυξης. Πριν την καθιέρωσή της, ο στόχος της ανάπτυξης και της απασχόλησης υποτάσσονταν στον στόχο της εξυπηρέτησης του χρέους. Τώρα η προτεραιότητα δείχνει να αλλάζει. Η εξυπηρέτηση του χρέους συνδέεται με την ανάπτυξη.
Η δεύτερη εξίσου κρίσιμη ρύθμιση είναι η δημιουργία αποθεματικού από τον ESM για να υπάρξουν εγγυήσεις για την έξοδο της Ελλάδας στις αγορές. Είναι η πρώτη φορά, όπου χωρίς άλλες προϋποθέσεις ο ευρωπαϊκός μηχανισμός στήριξης εγγυάται την έξοδο μιας χώρας στις αγορές.
Για μας λοιπόν, η έξοδος στις αγορές είναι ένα από τα μέσα που θα αξιοποιηθούν για να ομαλοποιηθεί η χρηματοδότηση της οικονομίας. Δεν είναι ο τελικός στόχος της οικονομικής πολιτικής. Τελικός στόχος της οικονομικής πολιτικής είναι μια ανάπτυξη που θα σέβεται το περιβάλλον και θα χαρακτηρίζεται από ένα δίκαιο κοινωνικό προσανατολισμό.
Έξοδος από το μνημόνιο
Η συμφωνία με τους δανειστές, όπως αποτυπώνεται στην απόφαση του τελευταίου Eurogroup, αποσαφηνίζει σημαντικά και δίνει ορατότητα στις προοπτικές. Μπορεί συνολικά η συμφωνία να απέχει σε ορισμένα σημεία από τους αρχικούς στόχους της κυβέρνησης, ωστόσο περιέχει δυνατότητες προς αξιοποίηση. Πρώτον, καθιστά εφικτή την πρόσβαση στις αγορές και την έγκαιρη ολοκλήρωση του Προγράμματος σε 12 μήνες από σήμερα, καθώς και τον τερματισμό του ειδικού καθεστώτος επιτροπείας της χώρας, που είναι συνδεδεμένο με αυτό. Δεύτερον, η απόφαση του Eurogroup προβλέπει με τρόπο ρητό τη μετατόπιση του κέντρου βάρους της προσπάθειας στην ανάπτυξη, στις επενδύσεις και στην απασχόληση.
Ωστόσο παραμένουν πολλά εμπόδια. Το πρώτο έχει να κάνει με την ολοκλήρωση των δεσμεύσεων του προγράμματος. Πολλά από τα εναπομείναντα μέτρα είναι θέμα εφαρμογής και δεν εμπεριέχουν μεγάλες πολιτικές δυσκολίες. Το κόμμα οφείλει να παρουσιάσει ένα σχέδιο για τους πιθανούς κινδύνους που μπορεί να εμφανιστούν. Το σχέδιο αυτό οφείλει να λάβει υπόψη του τις κοινωνικές μας συμμαχίες και τους αναγκαίους συμβιβασμούς. Είναι σημαντικό να πορευόμαστε με βάση το ότι οι ρήξεις και οι συμβιβασμοί που θα επιλέξουμε θα είναι προϊόν συλλογικής απόφασης και όχι επιμέρους και ευκαιριακών σχεδιασμών.
Το δεύτερο εμπόδιο αποτελεί η απέχθεια των θεσμών, ακόμη και στο κατώτερο τεχνικό επίπεδο, να διαθέτει μια αριστερή κυβέρνηση ευελιξία κινήσεων. Η μείωση του βαθμού επιτήρησης δεν μπορεί να περιμένει το τέλος των μνημονίων. Ιδιαίτερα αυτή η προσπάθεια πρέπει να συμπεριλαμβάνει την Παιδεία, όπου η επιτήρηση είναι εκτός των συμφωνηθέντων του μνημονίου. Από την άλλη, χωρίς σχέδιο δεν πρόκειται να επιτευχθεί το επιθυμητό αποτέλεσμα.
Όμως τα προβλήματα δεν τελείωσαν. Το ευρύτερο ευρωπαϊκό πλαίσιο παραμένει αντιφατικό. Οι «εταίροι» ενεργούν πρωτίστως ως δανειστές. Και καθώς δεν υπάρχει διεθνές δίκαιο που να κατοχυρώνει τα δικαιώματα του κράτους-οφειλέτη, ισχύει μόνο το «δίκαιο» του ισχυρού. Έτσι οι δανειστές μπορούν κατά βούληση να τροποποιούν την ατζέντα και τους κανόνες, να μετακινούν τα «γκολπόστ», να προκαλούν συνειδητά αβεβαιότητα βλάπτοντας την οικονομία.
Υπό το πρίσμα αυτό, οι δυνατότητες που περικλείει η τελευταία συμφωνία πρέπει να κατανοηθούν ως ένα παράθυρο ευκαιρίας. Είναι η πρώτη ευκαιρία και ίσως από άποψη χρόνου η μοναδική στη σημερινή διακυβέρνηση που υπάρχουν προϋποθέσεις και κυρίως το θετικό οικονομικό κλίμα, για να υλοποιηθεί το κυβερνητικό σχέδιο της δίκαιης και βιώσιμης ανάπτυξης. Τώρα είναι η στιγμή που πρέπει το θετικό οικονομικό κλίμα να μετουσιωθεί και σε θετικό πολιτικό κλίμα. Η καλύτερη άμυνα συνεπώς και η καλύτερη προετοιμασία για το μέλλον είναι η επιθετική αξιοποίηση των θετικών δυνατοτήτων που περικλείει η νέα συμφωνία και η συγκυρία.
Στο σημείο αυτό και καθώς εισερχόμαστε στον επίλογο των μνημονίων πρέπει να επιδιωχθεί η αποσαφήνιση όλων των παραμέτρων που αφορούν την οριστική έξοδο από τα μνημόνια και τη μετάβαση στη νέα εποχή. Παράλληλα θα πρέπει να υπάρξει διαπραγμάτευση με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς συγκεκριμένων τρόπων στήριξης της αναπτυξιακής προσπάθειας.
3. Στρατηγική πολιτική μακράς πνοής
Παραγωγική ανασυγκρότηση
Να σχεδιάσουμε από τώρα τη μεταμνημονιακή εποχή με δημόσιες πολιτικές παντού και για όλα. Να αφήσουμε το αριστερό μας αποτύπωμα με μια νέα γενιά μεταρρυθμίσεων και αλλαγών, που ενισχύουν την κοινωνική δικαιοσύνη, μειώνουν τις ανισότητες και ενδυναμώνουν την κοινωνική συνοχή. Πρέπει από τώρα να σχεδιαστούν και να συγκροτηθούν –μέσα από ευρύ επιστημονικό, κοινωνικό, και πολιτικό διάλογο-δημόσιες πολιτικές, με ορίζοντα άμεσο και μεσοπρόθεσμο που να απαντούν στις σύγχρονες ανάγκες και να αποτυπώνουν τις αξίες και τις προτεραιότητες της δικής μας πολιτικής. Το κυβερνητικό πρόγραμμα πρέπει να αντιστοιχηθεί συνολικά στις ανάγκες, αλλά και τις δυνατότητες της νέας φάσης. Εκεί θα κριθούμε.
Θέλουμε ένα κράτος που να υπάρχει και να εξυπηρετεί τις ανάγκες των πολιτών. Δεν εφησυχάζουμε στο σημερινό καθεστώς. Πρέπει να αποκατασταθεί η σχέση πολίτη και κράτους. Πρέπει να γίνει ιεράρχηση προβλημάτων που ταλαιπωρούν τους πολίτες και να οργανωθεί η αντιμετώπισή τους. Αγωνιζόμαστε για μια κοινωνία των δικαιωμάτων με αλληλοσεβασμό μεταξύ των πολιτών, με σχέσεις εμπιστοσύνης μεταξύ πολιτείας και λαού.
Προτεραιότητα στη νέα περίοδο είναι η συμμετοχή της κοινωνίας στο σχεδιασμό και την υλοποίηση της αναπτυξιακής διαδικασίας. Συστατικό της δικής μας αντίληψης για την ανάπτυξη πέρα από το κράτος και τις ιδιωτικές επιχειρήσεις είναι η διαμόρφωση ενός χώρου όπου πρωταγωνιστές θα είναι οι πολίτες. Πρωτοβουλίες κοινωνικής οικονομίας, δομές αλληλεγγύης, ενεργειακές κοινότητες, σχήματα μικροπιστώσεων, ομάδες παραγωγών, πρωτοβάθμιοι συνεταιρισμοί, ακόμη και άτυπες συλλογικές ομάδες. Στόχο έχουν να καταστεί πρωταγωνιστής ο άνθρωπος και οι πραγματικές του ανάγκες.
Ολοκλήρωση της νέας αναπτυξιακής στρατηγικής και εξειδίκευση του περιεχομένου της ανά τομέα, αντικείμενο πολιτικής και περιφέρεια.
Η αναγκαία προσέλκυση ξένων παραγωγικών επενδύσεων πρέπει να επιδιώκεται σ’ ένα περιβάλλον στήριξης της μικρής και μεσαίας επιχειρηματικότητας, ενίσχυσης των τοπικών οικονομιών και γενικότερα της ενδογενούς ανάπτυξης.
Περιφερειακά Αναπτυξιακά Συνέδρια
Απαιτείται σοβαρή μελέτη και εκπόνηση ενός σχεδίου για την παραγωγική ανασυγκρότηση ανά περιφέρεια με συνδιαμορφωτή την ίδια την κοινωνία και με σεβασμό στο περιβάλλον.
Σε αυτή την προσπάθεια κρίνεται σημαντική η συμμετοχή όλων των εμπλεκόμενων φορέων (τοπική αυτοδιοίκηση, επαγγελματικά σωματεία, επιμελητήρια, ομάδες συμφερόντων, πανεπιστημιακά ιδρύματα, ινστιτούτα καθώς και μεμονωμένους πολίτες που διαθέτουν γνώση του εκάστοτε αντικειμένου). Η δίκαιη ανάπτυξη αποτελεί το κεντρικό διακύβευμα και για τον λόγο αυτό ο αναπτυξιακός σχεδιασμός, θα πρέπει να διαθέτει μόνιμα και σταθερά χαρακτηριστικά όπου ομάδες εργασίας συναποτελούμενες από τους άνωθεν χώρους θα καλούνται να συντονίζουν και ενίοτε να επικαιροποιούν το πρόγραμμα ανά περιφέρεια.
Το κόμμα λοιπόν πρέπει να συμβάλλει στην κυβερνητική προσπάθεια και να διευρύνει ακόμα περισσότερο το πεδίο πλαισίωσης του αναπτυξιακού σχεδιασμού, ώστε να διαμορφωθεί το νέο παραγωγικό υπόδειγμα. Η πραγματοποίηση των 13 περιφερειακών συνεδρίων μπορεί να συνεισφέρει στην ολοκλήρωση και εφαρμογή του Εθνικού Σχεδίου Παραγωγικής Ανασυγκρότησης.
Τα 13 περιφερειακά αναπτυξιακά συνέδρια αποτελούν επομένως μια πρόκληση, προκειμένου να συγκεντρωθεί και να συγκροτηθεί το υλικό εκείνο βάσης που θα αποτελέσει την παρακαταθήκη για την χαρτογράφηση των αναγκών, των προτάσεων και των προοπτικών του συνόλου της χώρας.
Είναι η 1η φορά που επιχειρείται μια τέτοια διαδικασία. Η κυβέρνηση δεν επιβάλει, αλλά προσπαθεί να συνδιαμορφώσει ένα σχέδιο με την ίδια την κοινωνία συμβάλλοντας ουσιαστικά στην εμβάθυνση της Δημοκρατίας.
Αναπτυξιακός Σχεδιασμός – Εργασία:
Η πρόσφατη ελληνική κρίση δεν είναι κυκλική ή συγκυριακή, αλλά δομική. Επομένως, η αύξηση απλώς του ΑΕΠ στο πλαίσιο του υφιστάμενου μοντέλου ανάπτυξης, δεν αρκεί για την υπέρβασή της. Απαιτείται μια «φυγή προς τα εμπρός», με δομικές αλλαγές στο παραγωγικό μοντέλο, τις εργασιακές σχέσεις, τη δημόσια διοίκηση, τη λειτουργία των θεσμών.
Το βασικό εργαλείο που διαθέτει μια κυβέρνηση -ειδικά σε συνθήκες ελεύθερης αγοράς- είναι αυτό των χρηματοδοτικών εργαλείων, η δυνατότητα δηλαδή να κατευθύνει πόρους προς συγκεκριμένους τομείς της οικονομικής δραστηριότητας. Στο συγκεκριμένο τομέα, τόσο η διαχείριση του ΕΣΠΑ και των κοινοτικών πόρων, όσο όμως και ο προσανατολισμός του Αναπτυξιακού Νόμου, δείχνουν την κατεύθυνση που έχουμε επιλέξει να κινηθούμε, με γνώμονα την ενίσχυση μικρομεσαίων επιχειρήσεων, των μορφών της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας, της νεοφυούς επιχειρηματικότητας και της καινοτομίας, χωρίς να είμαστε αποκλειστικά προσανατολισμένοι μονάχα στα μεγάλα αναπτυξιακά έργα.
Η αναπτυξιακή στρατηγική μας προκρίνει συνεπώς για την έξοδο από την κρίση την υιοθέτηση ενός βιώσιμου, κοινωνικά δίκαιου προτύπου ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας. Σε αντίθεση με τις νεοφιλελεύθερες λογικές – της άνισης αναδιανομής του πλούτου προς όφελος των λίγων και της ελάχιστης συμμετοχής της κοινωνικής πλειοψηφίας -συνδέει την αύξηση του παραγόμενου πλούτου με τον ταυτόχρονο μετασχηματισμό του παραγωγικού μοντέλου και την αλλαγή των παραγωγικών σχέσεων προς όφελος της κοινωνικής πλειοψηφίας. Συγχρόνως, η σύνδεση της ανάπτυξης με την εργασία δεν μπορεί να μένει μόνο σε επίπεδο κεντρικής πολιτικής εκφώνησης, ούτε το θέμα «εργασία και εργασιακές σχέσεις» να απουσιάζει από την συζήτηση για την ανάπτυξη.
Σχετικά με την προσέλκυση υγιών επενδύσεων, πέρα από τα άμεσα οφέλη (δημιουργία θέσεων εργασίας, αύξηση κύκλου εργασιών σε εγχώριες αλυσίδες αξίας) ενισχύουν και την θέση της ελληνικής οικονομίας στο διεθνές περιβάλλον. Είναι όμως απαραίτητο οι επενδύσεις αυτές να γίνουν βάσει συγκεκριμένων, σαφών κριτηρίων που θα διασφαλίζουν τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητά τους, αλλά και την ομαλή σύνδεσή τους με το εγχώριο παραγωγικό σύστημα, θα σέβονται τις εργασιακές σχέσεις και το περιβάλλον.
Για την κοινωνία όμως, ακόμα πιο σημαντικές είναι οι επενδύσεις που σχεδιάζονται με τη λογική ολοκληρωμένων προγραμμάτων – πλατφορμών που κινητοποιούν εγχώριους και διεθνείς πόρους, δημόσιους και ιδιωτικούς, στην κατεύθυνση της υλοποίησης πρωτοβουλιών που παράγουν ένα ευρύτερο αναπτυξιακό και κοινωνικό αποτύπωμα (πχ προγράμματα για υλοποίηση τοπικών- περιφερειακών έργων υποδομής στο σύνολο της χώρας, δράσεις γα στοχευμένη ενίσχυση νεοφυών, εξωστρεφών μικρομεσαίων επιχειρήσεων).
Στον τομέα της εργασίας, κεντρική προτεραιότητα είναι η καταπολέμηση της ανεργίας. Ήδη έχουμε σημαντικά αποτελέσματα, όμως δεν αρκούν. Στην αντιμετώπιση της ανεργίας εμπλέκονται τόσο το Υπουργείο Εργασίας όσο και το Υπουργείο Οικονομίας. Χρειάζεται ένα συγκροτημένο και κοινό σχέδιο σε σχέση με τα προγράμματα που υλοποιούμε και τα κονδύλια που διαθέτουμε, τουλάχιστον μέχρι τις αρχές του 2019 οπότε και θα ενεργοποιηθούν τα αντίμετρα (250 εκ. το χρόνο για πολιτικές απασχόλησης). Το σχέδιο αντιμετώπισης της ανεργίας εκπορεύεται τόσο από τα προγράμματα απασχόλησης που υλοποιεί το Υπουργείο Εργασίας, όσο και από τη δημιουργία ζήτησης που βασικά υλοποιείται από το Υπουργείο Οικονομίας. Χρειαζόμαστε απόλυτη σαφήνεια σε σχέση με τους διαθέσιμους πόρους, τις πηγές και τις πολιτικές. Το ζήτημα του χρόνου είναι απολύτως κρίσιμο εδώ. Αυτή τη στιγμή φαίνεται να διαμορφώνεται μια ιδιαίτερα θετική συγκυρία στο μέτωπο της μείωσης της ανεργίας. Στα δυόμιση χρόνια διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ – Οικολόγων Πράσινων έχουμε αποκαταστήσει τις 330.000 θέσεις εργασίας από το ένα εκατομμύριο οι οποίες χάθηκαν κατά τη διάρκεια της κρίσης. Για αυτό και βάζουμε στόχο στα 2+4 χρόνια να έχουμε όχι μόνο καλύψει το χαμένο έδαφος ως προς την απασχόληση, αλλά να την έχουμε αυξήσει ακόμα και σε σχέση με τα προ κρίσης επίπεδα. Υπό αυτό το πρίσμα, συντονισμένες παρεμβάσεις τώρα θα μπορέσουν να φέρουν πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα και να διαμορφώσουν ένα συνολικά ευνοϊκότερο πεδίο κοινωνικά, πολιτικά και οικονομικά. Η διαμόρφωση μια θετικής δυναμικής στην εργασία θα είναι πολύτιμο εργαλείο στις διαπραγματεύσεις μας για τη μετά το τέλος του προγράμματος περίοδο.
Είναι επίσης σημαντικό το κομμάτι της καταπολέμησης της παραβατικότητας στην εργασία. Το σώμα Επιθεώρησης Εργασίας είναι το βασικό εργαλείο μέσω του οποίου παρεμβαίνουμε στην αγορά εργασίας υπέρ των εργαζομένων. Δεδομένης της πολύ αυστηρής επιτροπείας των θεσμών σε όλες τις νομοθετικές ρυθμίσεις εργατικού δικαίου, το ΣΕΠΕ στην πραγματικότητα είναι το μόνο όργανο με το οποίο μπορούμε να ασκήσουμε αριστερή πολιτική στον τομέα της εργασίας.
Επίσης, σημαντική είναι η επικέντρωση στους «αόρατους» και τους «εγκλωβισμένους». Παρεμβάσεις υπέρ των εργαζομένων που βρίσκονται σε επιχειρήσεις που κλείνουν, παρεμβάσεις στο ζήτημα των εργατικών κατοικιών κλπ επιβεβαιώνουν την ανάγκη να βρίσκεται η Αριστερά στην κυβέρνηση και συσπειρώνουν τον κόσμο μας.
Κοινωνικό Κράτος:
Οι παρεμβάσεις που έχουν πραγματοποιηθεί σε όλους τους τομείς του κοινωνικού κράτους είναι σημαντικές για τη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής, αποτελούν απλώς όμως μια αφετηρία. Στην παιδεία προτεραιότητα πρέπει να είναι ο Νέος Νόμος Πλαίσιο για τα ΑΕΙ, ο οποίος συμβάλλει στην αποκατάσταση του αυτοδιοίκητου, στον εκδημοκρατισμό των ακαδημαϊκών θεσμών, στην αναβάθμιση των ΤΕΙ ενώ επίσης επαναφέρει το πανεπιστημιακό άσυλο. Κρίσιμο είναι να επισημανθεί ότι ο νόμος προβλέπει τη δημιουργία θεσμών αναπτυξιακών προοπτικών όπως η ίδρυση των Ακαδημαϊκών Περιφερειακών Συμβουλίων όπου Πανεπιστήμια, ΤΕΙ και Ερευνητικά Κέντρα συζητούν τις δυνατότητες που έχουν τα Ιδρύματα αυτά να συμβάλουν στις αναπτυξιακές προοπτικές μιας Περιφέρειας. Η συνύπαρξη και των τριών θεσμών γίνεται για πρώτη φορά.
Στο χώρο της παιδείας επιβάλλεται να υλοποιηθεί η μεταρρύθμιση σε όλες τις βαθμίδες. Μετά τις αλλαγές στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση τη γενίκευση του ολοήμερου σχολείου και τις πολλές παρεμβάσεις στο τομέα της Ειδικής Αγωγής, η έμφαση πρέπει να δοθεί στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Η καθιέρωση 12χρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης και 2χρονης υποχρεωτικής προσχολικής αγωγής, η αναβάθμιση του ρόλου του Λυκείου και του απολυτηρίου του είναι μεταρρυθμίσεις που είναι ώριμες να υλοποιηθούν . Η αναβάθμιση της τεχνικής εκπαίδευσης και οι αναγκαίες αλλαγές στο 1ο έτος της τριτοβάθμιας θα μας επιτρέψουν να υλοποιήσουμε τη δέσμευση μας για κατάργηση των πανελλαδικών εξετάσεων και την ελεύθερη πρόσβαση στη τριτοβάθμια εκπαίδευση σε ορίζοντα 5ετιας.
Στον τομέα της Υγείας, τα αποτελέσματα της δουλειάς μας είναι πολύ θετικά. Αυτονόητο είναι να συνεχιστεί το σχέδιο αναμόρφωσης της Δημόσιας Υγείας, από την ενίσχυση σε επίπεδο προσωπικού και υποδομών μέχρι την υλοποίηση κομβικών μεταρρυθμίσεων όπως αυτή στον τομέα της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας. Είναι τέλος αναγκαίο να ενισχυθεί η προσπάθεια για τη διερεύνηση υποθέσεων διασπάθισης δημοσίου χρήματος και διαφθοράς.
Το κρισιμότερο όμως διακύβευμα είναι η αναμόρφωση των θεσμών κοινωνικής προστασίας, ώστε αυτή να μην διαθέτει προνοιακό αλλά καθολικό χαρακτήρα.
Οι μέχρι σήμερα παρεμβάσεις μας αποκατέστησαν την αξιοπρεπή διαβίωση των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων και πρέπει να επεκταθούν. Κρίνεται αναγκαίο να δημιουργηθεί μηχανισμός που θα αντιμετωπίζει άμεσα και αποτελεσματικά περιπτώσεις όπου η στέρηση των κοινωνικών παροχών εκθέτει τα πρόσωπα σε σοβαρούς κινδύνους ή τα οδηγεί σε εξαθλίωση. Για το κόμμα είναι σημαντικό το κράτος να μην περιορίζεται στην περιοχή των απολύτως αναγκαίων για την επιβίωση υπηρεσιών, αλλά να προσφέρει σε όλους ασφάλεια και αξιοπρεπή διαβίωση.
Διαφθορά-Διαπλοκή:
Είναι κεφαλαιώδες ζήτημα για το ΣΥΡΙΖΑ, η αποκάλυψη και απόδοση ευθυνών για περιπτώσεις διαφθοράς και διαπλοκής. Έχουμε απέναντί μας ένα σύστημα δεκαετιών, το οποίο πολεμά λυσσαλέα κάθε μας προσπάθεια. Αυτό όμως το γνωρίζαμε από την πρώτη στιγμή. Για το λόγο αυτό, πρέπει να οξύνουμε τη σύγκρουση με αυτό το σύστημα και να αποδοθεί δικαιοσύνη. Ξεχωριστή θέση σε αυτή τη μάχη έχει η υπόθεση με τις λίστες της φοροδιαφυγής. Ακριβώς επειδή πρόκειται για ένα κορυφαίο ζήτημα αξιοπιστίας της κυβέρνησης, θα πρέπει να κινηθούμε άμεσα, ώστε να γίνουν οι απαραίτητες ενέργειες και να μην βρουν οι ένοχοι καταφύγιο στην απόφαση του ΣτΕ.
Είναι γεγονός ότι κύκλοι της Ελληνικής Δικαιοσύνης, φαίνεται να δημιουργούν την υπόνοια ότι μπορεί να λειτουργούν στη βάση πολιτικών σκοπιμοτήτων. Είναι επομένως αναγκαίο από τη δική μας μεριά να συζητήσουμε σε βάθος την νέα κατάσταση που διαμορφώνεται στις σχέσεις μεταξύ των εξουσιών και να εκπονήσουμε μια πολιτική στρατηγική για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης. Δεν πρέπει όμως να τηρούμε ίσες αποστάσεις. Η δικαιοσύνη θα πρέπει λειτουργεί με όρους που να μην δημιουργούν ούτε καν την υπόνοια ότι νομοθετεί.
Παράλληλα το κόμμα πρέπει να συνεχίσει να παρακολουθεί την άσκηση πολιτικής εξουσίας από τα στελέχη του, προκειμένου να γίνονται σεβαστές οι αρχές και οι αξίες της αριστεράς διατηρώντας το ηθικό μας πλεονέκτημα.
Ελευθερίες – Δικαιώματα – Δημοκρατία
Μια από τις κύριες προτεραιότητες του επόμενου διαστήματος είναι να βαθύνουμε τη συζήτηση για τη συνταγματική αναθεώρηση και τις κρίσιμες αλλαγές για την εμβάθυνση της δημοκρατίας. Η υπεράσπιση των δημοκρατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών αποτελεί μέγιστη προτεραιότητα για το ΣΥΡΙΖΑ. Για τον λόγο αυτό τα μέλη του κόμματος πρέπει να συμβάλλουν στο διάλογο για τη συνταγματική αναθεώρηση καθώς οι προοδευτικές αντιλήψεις θα κατοχυρωθούν μέσα από τον αγώνα αναθεώρησης του.
Επίσης είναι αναγκαίο μεταξύ άλλων να επανεξετάσουμε το θέμα σχέσεων κράτους και εκκλησίας, να αντιμετωπίσουμε συντεταγμένα με σεβασμό και αλληλεγγύη τα ζητήματα που αναδεικνύονται στο προσφυγικό – μεταναστευτικό. Να εργαστούμε στην κατεύθυνση της αναβάθμισης συνθηκών και δομών των φυλακών και να επιδιώξουμε την διαμόρφωση σοβαρών όρων επανένταξης για τους αποφυλακισμένους. Είναι επίσης ώριμο να προχωρήσουμε και σε τομές όπως ο πολιτικός γάμος ομοφυλοφίλων και το δικαίωμα των ομόφυλων ζευγαριών στην τεκνοθεσία.
Ο ΣΥΡΙΖΑ από την αρχή τάχτηκε στο πλευρό της Ηριάννας μαζί με πλήθος διανοουμένων, ανθρώπων του πολιτισμού και του αθλητισμού και ανέδειξε την αναντιστοιχία των δικαστικών αποφάσεων με το κοινό περί δικαίου αίσθημα. Γι’ αυτή του τη στάση ο ΣΥΡΙΖΑ κατηγορήθηκε από τους πολιτικούς του αντιπάλους για δήθεν παρέμβαση στη δικαιοσύνη, με κατηγορίες για ανοχή στην ανομία και την τρομοκρατία.
Είναι αναγκαία η έναρξη της συζήτησης για την ενδεχόμενη αναθεώρηση διατάξεων του λεγόμενου τρομονόμου στην κατεύθυνση τόσο της ενίσχυσης της προστασίας των ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών όσο και των εγγυήσεων ασφαλείας.
Δεν παραιτούμαστε από το δικαίωμα μας να κρίνουμε τις δικαστικές αποφάσεις. Η άρνηση όποιας εκ των εξουσιών να υπόκειται σε κριτική και να λογοδοτεί την απομειώνει στα μάτια του πολίτη. Άλλωστε ο σεβασμός προς τη δικαιοσύνη δεν μπορεί να είναι μία κενή περιεχομένου επαναλαμβανόμενη επίκληση. Αποδεικνύεται έμπρακτα με τη μη επέμβαση της πολιτικής εξουσίας και με την πλήρη συμμόρφωσή της προς τις δικαστικές αποφάσεις. Ακόμα και εκείνες που θεωρεί άστοχες.
Οι άλλες πολιτικές δυνάμεις
Η ΝΔ όλο το προηγούμενο διάστημα είχε επιλέξει μια αντιπολιτευτική τακτική που στηριζόταν σε δύο άξονες. Από τη μια μεριά καταστροφολογούσε και κινδυνολογούσε για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, συνεπικουρούμενη από τα συστημικά ΜΜΕ, ενώ από την άλλη έσπευδε να ταυτιστεί με κάθε ακραία απαίτηση των δανειστών σε μια απέλπιδα προσπάθεια να οδηγήσει την κυβέρνηση σε διάρρηξη των κοινωνικών της συμμαχιών, αλλά και να την αποσταθεροποιήσει. Μετά την παταγώδη κατάρρευση αυτής της τακτικής με την συμφωνία της 15ης Ιουνίου έχει επιλέξει το δρόμο του αντιπερισπασμού, αφού η πορεία της οικονομίας δεν της επιτρέπει να αντιπολιτευτεί σοβαρά σε αυτό το πεδίο. Με τις καταγγελίες για δήθεν παρεμβάσεις στη δικαιοσύνη, μέχρι τις επιχειρήσεις προβοκάτσιας για τους συμβασιούχους η ΝΔ προσπαθεί ανεπιτυχώς να συντηρήσει μια δήθεν εικόνα πολιτικής αποσταθεροποίησης της κυβέρνησης χωρίς ωστόσο επιτυχία. Εμείς δεν πρόκειται να ακολουθήσουμε την αξιωματική αντιπολίτευση σε αυτό τον κατήφορο. Ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να αναδεικνύει τις διαχωριστικές γραμμές που υπάρχουν μεταξύ μας. Από το μοντέλο ανάπτυξης και την αγορά εργασίας, μέχρι τα δικαιώματα της ελευθερίες και το κοινωνικό κράτος πρέπει διαρκώς να αναδεικνύουμε την ουσία της πολιτικής αντιπαράθεσης. Πλέον είναι σε όλες και όλους σαφές, ότι εκφραστές του νεοφιλελευθερισμού, οι πολέμιοι του κοινωνικού κράτους, οι υπεύθυνοι της κρίσης, βρίσκονται σε αδιέξοδο.
Το ΠΑΣΟΚ και η δημοκρατική συμπαράταξη: Στο Πρόσφατο συνέδριο, επιβεβαίωσε τη στρατηγική σύμπλευση με ΝΔ. Δεν παρακολουθεί τις εξελίξεις στα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα της Ευρώπης, έχει αποχωριστεί πλήρως από τις παραδοσιακές κοινωνικές του ρίζες, εκφράζει κυρίως ανώτερα στρώματα που επιθυμούν την επιστροφή στην περίοδο πριν το 2008. Δεν έχει κάνει αυτοκριτική ούτε για την περίοδο του εκσυγχρονισμού, ούτε για τις πανθομολογούμενες πρακτικές διαφθοράς, ούτε φυσικά για την συγκυβέρνηση με Σαμαρά. Αντιθέτως υπερασπίζεται το σύνολο των πολιτικών του επιλογών. Δεν υπάρχουν περιθώρια συνεργασίας παρά μόνο υπό την προϋπόθεση μια ριζικής στροφής του που αυτή τη στιγμή τίποτα δεν την προοιωνίζεται. Παρόλα αυτά είναι αναγκαία η δική μας απεύθυνση σε κοινωνικές δυνάμεις που προέρχονται από αυτό το χώρο και αμφιταλαντεύονται. Δεν πείθονται από εμάς, αλλά δεν αποδέχονται και τη στρατηγική σύμπλευση ΠΑΣΟΚ με ΝΔ. Εκεί υπάρχει πεδίο ανάπτυξης πολιτικών πρωτοβουλιών βάσης.
Κόμμα:
Ο αυτόνομος ρόλος του κόμματος σε συνθήκες αριστερής διακυβέρνησης όχι μόνο δεν μειώνεται, αλλά γίνεται πιο κρίσιμος. Δεν περιορίζεται στην επίλυση εξατομικευμένων θεμάτων, αλλά στην κατοχύρωση δικαιωμάτων, στη διεκδίκηση άλλων, στην ανάδειξη θεμάτων, στην επεξεργασία θέσεων και πολιτικών προτάσεων, στην αξιοποίηση προοδευτικών νομοθετικών ρυθμίσεων ή μέτρων που θεσμοθετεί η κυβέρνηση. Με πρωτοβουλία και δημιουργικότητα, το κόμμα ενημερώνει τη κοινωνία, πρωταγωνιστώντας στην επίλυση προβλημάτων και την υλοποίηση ώριμων αλλαγών. Το κόμμα με πυξίδα τις ανάγκες των πολλών, συνεχίζει να αποτελεί την αριστερή συνείδηση της κυβέρνησης.
Μεταξύ άλλων, πρέπει να συζητηθούν ξεχωριστά σε μια ειδική συνεδρίαση της ΚΕ τα εξής: Τα οικονομικά του κόμματος. Η ιδεολογική δουλειά του κόμματος, συμπεριλαμβάνοντας το ρόλο του Ινστιτούτου Πουλαντζά και την εκπαίδευση των στελεχών, η λειτουργία της επιτροπής δεοντολογίας, τα ΜΜΕ.
Η ΚΕ θα εξαντλήσει τα περιθώρια διαβούλευσης με την κυβέρνηση προκειμένου η πάγια θέση της ΝΕ Α΄Αθήνας σχετικά με τη μη ανέγερση εμπορικού κέντρου στην Ακαδημία Πλάτωνος να υλοποιηθεί.
Κατά συνέπεια με την σημερινή της απόφαση η ΚΕ δεν κλείνει αλλά ανοίγει την συζήτηση. Η απόφαση πρέπει να αποτελέσει μια νέα αφετηρία για το κόμμα, αφετηρία μιας συλλογικής παραπέρα επεξεργασίας, ιεράρχησης ,εμβάθυνσης και εξειδίκευσης των θέσεων απέναντι στα κρίσιμα ζητήματα τόσο της συγκυρίας όσο και της στρατηγικής προοπτικής εσωκομματική συζήτηση να διεξαχθεί οργανωμένα σε όλα τα όργανα με στόχο τα συμπεράσματα που θα προκύψουν να αποτελέσουν την βάση μιας νέας συνεδρίασης της ΚΕ στα τέλη Σεπτεμβρίου”.