Ωστόσο, αυτό που προκαλεί εύλογα ερωτήματα είναι το γεγονός ότι παρά την αποκλιμάκωση των τιμών της ενέργειας, ο πληθωρισμός στα τρόφιμα κινείται ακόμα σε διψήφιο ποσοστό (στο 14,8% τον Φεβρουάριο του 2023). Οπως εξηγούν στελέχη του κλάδου των σούπερ μάρκετ, οι εταιρίες έχουν ακόμα μεγάλα αποθέματα σε προϊόντα που είχαν παραχθεί με ακριβές πρώτες ύλες και ακόμα δεν έχουν φτάσει στο ράφι, ενώ, όταν άρχισαν οι πρώτες αυξήσεις πριν από περίπου 1,5 χρόνο, δεν έγιναν αισθητές στους καταναλωτές, λόγω της έντασης των προσφορών. Και αυτό γιατί οι περισσότερες βιομηχανίες, προκειμένου να διατηρήσουν τον όγκο πωλήσεων, αλλά και το μερίδιο αγοράς τους, δεν μετακύλισαν στους καταναλωτές τις αυξήσεις από τις πρώτες ύλες, την ενέργεια, τα μεταφορικά και τα υλικά συσκευασίας.
Στρατηγική πωλήσεων
«Οταν ξεκίνησαν η γεωπολιτική κρίση και το ράλι στις τιμές της ενέργειας, τα σούπερ μάρκετ αγόραζαν τα προϊόντα από τους προμηθευτές σε υψηλές τιμές. Ωστόσο, είχαν ακόμα αποθέματα, τα οποία τα έβγαζαν στη λιανική με μια μικρή αύξηση της τάξεως του 4%-5%. Στη συνέχεια, τα νέα προϊόντα που έβγαζαν στα ράφια τα διέθεταν με τιμές κατά 10% αυξημένες. Ωστόσο, το λιανεμπόριο προσπαθούσε να χτίσει άμυνα με ένα εξαντλητικό promotion. Ετσι, δεν φαίνονταν οι ανατιμήσεις, γιατί οι τιμές λόγω των προσφορών ήταν “ψευδείς”. Και φτάνουμε σε μια περίοδο που οι αλυσίδες δεν μπορούσαν να συνεχίσουν τις προσφορές, τουλάχιστον με την ίδια ένταση και σε τόσο ευρεία γκάμα προϊόντων, με αποτέλεσμα τα νοικοκυριά από τη μια μέρα στην άλλη να βλέπουν τεράστιες αυξήσεις στις τιμές», αναφέρει στον «Ε.Τ.» της Κυριακής αναλυτής του οργανωμένου λιανεμπορίου τροφίμων.
Επιπλέον, παρά το γεγονός ότι τα σούπερ μάρκετ κατέγραψαν μεγάλη αύξηση των τζίρων τους, της τάξεως του 5,8% σύμφωνα με την IRI, το 2022, τα αποτελέσματά τους ήταν αποκαρδιωτικά. «Κάποιες αλυσίδες παρουσίασαν κέρδη που ουσιαστικά τις καταστούν μη βιώσιμες. Ολες οι εταιρίες έχουν υπέρογκα δάνεια και τεράστια χρέη προς τους προμηθευτές. Κάποιες χρωστάνε περίπου το 45%-50% του τζίρου τους. Αν ήταν σε άλλη χώρα, θα είχαν πτωχεύσει. Επομένως, πρέπει με κάποιο τρόπο να θωρακιστούν και αναγκάζονται να αυξήσουν τις τιμές τους», δηλώνει στον «Ε.Τ.» της Κυριακής η ίδια πηγή.
Ενας ακόμα παράγοντας που διατηρεί σε υψηλά επίπεδα τον πληθωρισμό των τροφίμων είναι οι διαδοχικές αυξήσεις των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, που ανεβάζουν σημαντικά το κόστος του υψηλού τραπεζικού δανεισμού, στον οποίο είναι εκτεθειμένες τόσο οι βιομηχανίες όσο και οι αλυσίδες σούπερ μάρκετ.
«Σε ένα πληθωριστικό περιβάλλον είναι δύσκολο να πέσουν οι τιμές. Το λιανεμπόριο βρίσκεται σε μια φάση που προσπαθεί να τις οριοθετήσει. Να μην προχωρήσει, δηλαδή, σε περαιτέρω ανατιμήσεις. Οταν οι τιμές παραμείνουν σταθερές για 4-5 μήνες, τότε θα αρχίσουν σταδιακά να μειώνονται», υπογραμμίζει στέλεχος του κλάδου. Ωστόσο, επισημαίνει ότι οι τιμές δεν θα επιστρέψουν ποτέ στα επίπεδα που ήταν πριν από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Οπωροκηπευτικά και κρέατα οδηγούν το… ράλι ανόδου
Σε ό,τι αφορά τα προϊόντα που οι τιμές τους συνεχίζουν το ράλι ανόδου είναι αυτά που σχετίζονται με τον πρωτογενή τομέα, όπως τα οπωροκηπευτικά και τα κρέατα, καθώς έχουν εξαντληθεί τα αποθέματα των λιπασμάτων και των ζωοτροφών που κρατούσαν σχετικά χαμηλά τον πληθωρισμό και πλέον οι παραγωγοί τα προμηθεύονται σε τιμές έως και 40% υψηλότερες.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το κόστος παραγωγής, ο δείκτης εισροών αυξήθηκε κατά 18,5% τον Ιανουάριο του 2023 σε σχέση με την αντίστοιχη περυσινή περίοδο, λόγω των ανατιμήσεων στα λιπάσματα (+38,9%) και στις ζωοτροφές (+18%).
Ποια είναι τα προγράμματα ΕΣΠΑ ενίσχυσης για μικρομεσαίες επιχειρήσεις
Αντίστοιχα, ο δείκτης εκροών παρουσίασε άνοδο κατά 20,3% σε σχέση με πέρυσι, με την κούρσα των ανατιμήσεων να οδηγεί το ελαιόλαδο (+45,9%) και ακολουθούν τα ζωικά προϊόντα (+34,4%), οι πατάτες και οι σπόροι (+24,6%) και τα κρέατα (+23,9%).
Ενδεικτικά, ένα λίτρο ελαιόλαδο κόστιζε προ πολέμου γύρω στα 5,5-6 ευρώ, έφτασε τον Μάρτιο του 2022 τα 7,66 ευρώ, ανήλθε στα 8,22 ευρώ τον Αύγουστο και σήμερα πωλείται στα 7,52 ευρώ, ωστόσο μόνο ένα μικρό μέρος της φετινής παραγωγής έχει φτάσει προς το παρόν στο ράφι.
Δεδομένου ότι η μεγαλύτερη ελαιοπαραγωγός χώρα, η Ισπανία, έχει πληγεί από την ξηρασία, με αποτέλεσμα τη μείωση της παραγωγής της, η τιμή παραγωγού για το ελληνικό ελαιόλαδο κινήθηκε στην περιοχή των 5 ευρώ το λίτρο. Αν σε αυτό προστεθούν το κόστος συσκευασίας, τα μεταφορικά, η αύξηση του κόστους για τα εργατικά, αλλά και το κέρδος της τάξεως του 20%-25% που «κρατούν» οι αλυσίδες σούπερ μάρκετ, στελέχη της αγοράς εκτιμούν ότι θα αγγίξει ακόμα και τα 8,5-9 ευρώ.
Σημαντικά αυξημένη είναι η τιμή της πατάτας, η οποία από 0,70 ευρώ το 2021 έφτασε 0,90-1 ευρώ πέρυσι και σήμερα διατίθεται στα σούπερ μάρκετ από 1,02 έως 1,20 ευρώ το κιλό. Αντίστοιχα, οι ντομάτες από 1,20 ευρώ το κιλό έφτασαν 1,56 ευρώ τον Μάρτιο του 2022 και τα 1,89 ευρώ τώρα, ενώ το μαρούλι από 0,40-0,45 ευρώ το τεμάχιο το 2021 έφτασε 0,50-0,55 ευρώ πριν από έναν χρόνο και τώρα πωλείται 0,67 ευρώ. Ιδια εικόνα όμως παρατηρείται και στα μήλα, που από 1,10 ευρώ το κιλό δύο χρόνια πριν, αυξήθηκαν σε 1,31 ευρώ τον Μάρτιο πέρυσι και 1,34 ευρώ το κιλό φέτος.
Ανατιμήσεις, που αγγίζουν ακόμα και το 50%, καταγράφονται στο ψωμί, καθώς από 0,80 ευρώ η φραντζόλα το 2021 ανέβηκε σταδιακά σε 1-1,10 ευρώ το 2022, για να αγγίξει τελικά το 1,20. Ομως, τα μακαρόνια από 0,70 ευρώ πριν από δύο χρόνια, αμέσως μετά την έναρξη του πολέμου ανέβηκαν σε 0,84 ευρώ και μέχρι πριν από λίγο καιρό ήταν 1,02 ευρώ. Ωστόσο, μετά την εφαρμογή του καλαθιού του νοικοκυριού λόγω της έντασης του ανταγωνισμού, παρατηρείται αποκλιμάκωση της τιμής τους σε 0,94 ευρώ. Πάντως, παράγοντες της αγοράς εκτιμούν ότι σύντομα οι τιμές των προϊόντων που παράγονται από αλεύρι σύντομα θα διορθωθούν, καθώς εξαντλούνται τα αποθέματα που οι βιομηχανίες είχαν αγοράσει σε υψηλές τιμές και, έτσι, και στο ράφι η τιμή τους θα πέσει.
Σχετικά με τα προϊόντα που παράγονται από τα ζώα, το φρέσκο γάλα ενός λίτρου από 1,06 ευρώ το 2021 ανήλθε σε 1,35 τον Μάρτιο του 2022 και σήμερα διατίθεται προς 1,66 ευρώ. Αντίστοιχα, συσκευασμένη φέτα 400 γραμμαρίων από τα 4 ευρώ το 2021 αυξήθηκε στα 4,84 ευρώ πριν από ακριβώς έναν χρόνο και τώρα πωλείται στα ψυγεία των σούπερ μάρκετ στα 6,27 ευρώ.
Στα κρέατα τώρα, το αρνί από τα 9,55 ευρώ τον 2021 ανέβηκε στα 10,59 ευρώ τον Μάρτιο του 2022 και στα 10,8 ευρώ τον Μάρτιο του 2023, ενώ το κοτόπουλο από τα 4-4,20 ευρώ το κιλό πριν από δύο χρόνια αυξήθηκε στα 4,5 ευρώ πέρυσι, για να φτάσει στα 6-6,5 ευρώ, τιμή στην οποία διατηρείται μέχρι και σήμερα.
Πάντως, οι αυξήσεις των τιμών που συνεπάγονται πτώση της κατανάλωσης και πίεση των οικονομικών μεγεθών των σούπερ μάρκετ, αναμένεται να υποβαθμίσουν και τις παρεχόμενες υπηρεσίες από τα σούπερ μάρκετ. Οπως τονίζει αναλυτής της αγοράς, θα αλλάξει το μοντέλο λειτουργίας του λιανεμπορίου, καθώς οι αλυσίδες θα περιορίσουν τις εναλλακτικές τους, που σημαίνει ότι δεν θα έχουν μεγάλη ποικιλία κωδικών και θα αυξήσουν την παραγωγή προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας.
ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΤΙΜΩΝ (σε ευρώ)
Προϊόν | Τιμή 2021 | Τιμή Μαρτίου 2022 | Τιμή Μαρτίου 2023 |
Ελαιόλαδο (1 λίτρο) | 5,5-6 | 7,66 | 7,52 |
Πατάτες (1 κιλό) | 0,70 | 0,90-1 | 1,02-1,20 |
Ντομάτες (1 κιλό) | 1,20 | 1,56 | 1,89 |
Μαρούλι (τεμάχιο) | 0,40-0,45 | 0,50-0,55 | 0,67 |
Μήλα (1 κιλό) | 1,10 | 1,31 | 1,34 |
Ψωμί | 0,80 | 1-1,10 | 1,20 |
Μακαρόνια (500 γραμμ.) | 0,70 | 0,84 | 0,94 |
Φρέσκο γάλα (1 λίτρο) | 1,06 | 1,35 | 1,66 |
Φέτα συσκευασμένη (400 γραμμ.) | 4 | 4,84 | 6,27 |
Αρνί νωπό (1 κιλό) | 9,55 | 10,59 | 10,8 |
Κοτόπουλο νωπό (1 κιλό) | 4-4,20 | 4,5 | 6-6,5 |
Ειδήσεις σήμερα