Ειδικότερα σε ό,τι αφορά το 2023, μετά και την εξασφάλιση εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της ευελιξίας για τη διαχείριση πόρων ύψους 2,25 δισ. ευρώ και την προσδοκία για 400 εκατ. ευρώ από το Ταμείο Αλληλεγγύης, διευκολύνεται η καταβολή της αρωγής στους πληγέντες άμεσα. Μέχρι και το τέλος του χρόνου αναμένεται να έχουν διατεθεί πόροι αρωγής συνολικού ύψους 1 δισ. ευρώ, από τα οποία τα 400 εκατ. ευρώ θα είναι πόροι από την Ε.Ε. και 600 εκατ. ευρώ από κονδύλια του Προϋπολογισμού. Στις 15 Οκτωβρίου, όταν αναμένεται να υπάρχει συγκεκριμένη αποτίμηση της ζημιάς, θα γίνει αίτηση αρωγής στο Ταμείο Αλληλεγγύης της Ε.Ε., με προσδοκίες για «φρέσκο» χρήμα, που μπορεί να φτάσει τα 400 εκατ. ευρώ, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων αναμένεται να εισρεύσει από το 2024.
Στο διάστημα που θα απαιτηθεί για την πλήρη αποκατάσταση τόσο των πυρκαγιών όσο και των πλημμυρών, στα κοινοτικά χρήματα θα πρέπει να προστεθούν και εθνικοί πόροι συνολικού ύψους 4,5 – 5 δισ. ευρώ, οι οποίοι θα διατεθούν σταδιακά ξεκινώντας από τα 600 εκατ. ευρώ φέτος και αυξάνοντας την ετήσια συμμετοχή του Δημοσίου στο 1 δισ. ή και περισσότερο ανάλογα με την ταχύτητα εφαρμογής των έργων αποκατάστασης.
Σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη το 2023, παρά το μέγεθος της καταστροφής, η αρνητική επίδραση για το ΑΕΠ θα είναι σχετικά μικρή της τάξης του 0,1% – 0,2%. Τούτο διότι από το σύνολο της Θεσσαλίας που παράγει το 5% του ΑΕΠ της χώρας έχει πληγεί το 1/3 των καλλιεργήσιμων εκτάσεων. Η εθνική επάρκεια από τα βασικά προϊόντα του κάμπου (κρέας, γάλα, δημητριακά, ζωοτροφές, λαχανικά, φρούτα) καλύπτονταν ούτως ή άλλως από εισαγωγές. Συνεπώς η καταστροφή της παραγωγής έχει σχετικά μικρή επίπτωση για το ΑΕΠ.
Σε πραγματικούς όρους, με βάση τους πρώτους υπολογισμούς του ΥΠΕΘΟ, ο στόχος για ανάπτυξη 2,3% μπορεί να ξεπεραστεί, αφού ήταν ούτως άλλως υποτιμημένος. Ωστόσο, θα είναι δύσκολο να φτάσει στο 3% που ήταν η ανεπίσημη πρόβλεψη. Εκτός και αν ο τουρισμός κάνει και πάλι τη θετική έκπληξη, ξεπερνώντας κατά λίγο την καλή επίδοση στις εισπράξεις που πέτυχε το 2022.
Επίσης, θα είναι διασφαλισμένοι και οι δημοσιονομικοί στόχοι για το 2023. Ο επίσημος στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα ήταν 0,7% του ΑΕΠ, παρότι τα αριθμητικά δεδομένα ανέβαζαν τον πήχη στο 1,1% του ΑΕΠ. Συνεπώς, ακόμη και με απόκλιση 880 εκατ. ευρώ στα έσοδα, ο στόχος μπορεί να επιτευχθεί. Μέχρι στιγμής όμως, ο στόχος το φορολογικών εσόδων παρουσιάζει υπέρβαση 870 εκατ. ευρώ στο τέλος Ιουλίου, που θα αυξηθεί πάνω από τα 1,2 δισ. ευρώ με τα στοιχεία Αυγούστου, αφού εκεί θα υπολογιστούν οι διπλές πρώτες δόσεις φόρου εισοδήματος που πλήρωσαν οι περίπου 800.000 φορολογούμενοι, οι οποίοι υπέβαλαν τη δήλωσή τους τον προηγούμενο μήνα.
Σε ό,τι αφορά τον συμπληρωματικό Προϋπολογισμό των 600 εκατ. ευρώ, είναι μια λογιστική τακτοποίηση των επιπλέον δαπανών που προέκυψαν ακριβώς λόγω των φυσικών καταστροφών.
Αύξηση του αποθεματικού και ειδικό τέλος
Ωστόσο μεσοπρόθεσμα οι Προϋπολογισμοί από το 2024 έως και το 2027 θα αναπροσαρμοστούν σε νέα δεδομένα, που θα φέρνουν σε πρώτο πλάνο το φαινόμενο των φυσικών καταστροφών λόγω της κλιματικής κρίσης.
Η πρώτη αλλαγή που θα είναι ορατή από φέτος θα είναι μια αύξηση κατά 500 εκατ. ευρώ του αποθεματικού για φυσικές καταστροφές που θα προστεθεί στους Προϋπολογισμούς για το 2024. Το ποσό αυτό θα αναπροσαρμόζεται σε ετήσια βάση, με στόχο να υπάρχουν πόροι για την αποκατάσταση ζημιών όπως αυτές που βιώνουμε σήμερα. Η νέα αυτή παράμετρος θα περιορίσει εκ των πραγμάτων το περιθώριο για νέες θετικές παρεμβάσεις τα επόμενα χρόνια .
Επίσης, θα πρέπει να περιμένουμε για να ακούσουμε στη ΔΕΘ την πρόταση της κυβέρνησης για το νέο ειδικό τέλος φυσικών καταστροφών που σκέφτεται να επιβάλει από τον επόμενο χρόνο, με στόχο να υπάρχει μόνιμα ένα αυξημένο αποθεματικό για μικρές ή μεγάλες φυσικές καταστροφές.
Παράλληλα, βέβαια, ειδικά για το 2024 πρέπει να υπάρξει μια ταχεία προσαρμογή των προγραμμάτων που θα χρηματοδοτηθούν με κοινοτικά κονδύλια. Η αναθεώρηση κατά 1,5 δισ. του ΕΣΠΑ 2021-2027 και ακόμη περισσότερο των 500 εκατ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης δεν θα είναι αυτόματη. Θα πρέπει ως Ελλάδα να υποβάλουμε νέα έργα τα οποία θα πρέπει να εγκριθούν από τις Βρυξέλλες πριν αρχίσουν να υλοποιούνται.