Η κυβέρνηση οδηγήθηκε σε ακόμη μια… άτακτη οπισθοχώρηση αποδεχόμενη το αίτημα των δανειστών για άμεση διαχείριση των δανείων, που έχουν συναφθεί με υποθήκη ή με προσημείωση υποθήκης πρώτης κατοικίας αντικειμενικής αξίας μέχρι 140.000 ευρώ, από εξειδικευμένες εταιρίες, τις λεγόμενες Εταιρίες Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις (ΕΔΑΔΠ). Κι αυτό, πριν καλά καλά προλάβουν να εφαρμοστούν οι διατάξεις του «πολυνόμου» που ήρθε στη Βουλή τον περασμένο μήνα, βάσει των οποίων δινόταν μια περίοδος χάριτος 19 μηνών, μέχρι δηλαδή το τέλος του 2017, για τη μετάβαση στο καθεστώς της διαχείρισης και αυτής της ευαίσθητης κατηγορίας δανειοληπτών.
Στον αέρα…
«Απροστάτευτοι μένουν πλέον όλοι οι Ελληνες δανειολήπτες μετά την τροπολογία που επιτρέπει τη διαχείριση από funds και των στεγαστικών δανείων πρώτης κατοικίας αξίας μέχρι 140.000», επισήμανε η δικηγόρος Αριάδνη Νούκα, μιλώντας στον «Ε.Τ.» της Κυριακής, χαρακτηρίζοντας παράλληλα «κενές περιεχομένου» τις εξαγγελίες του υπουργού Ανάπτυξης, Γιώργου Σταθάκη, για προστασία του 93% των νοικοκυριών με δάνεια πρώτης κατοικίας.
Οπως εξήγησε η ίδια, οι εταιρίες στις οποίες θα μεταβιβαστεί η διαχείριση των δανείων είναι «σαφώς κερδοσκοπικές και οι μέθοδοι που χρησιμοποιούν για την είσπραξη των δανείων δεν ενέχουν κανενός είδους κοινωνική ευαισθησία. Εξάλλου, τα κέρδη τους το σύνηθες είναι να μεταφράζονται σε ποσοστά επί των εισπραττόμενων απαιτήσεων».
Ανάλογη άποψη εξέφρασε και παράγοντας της αγοράς με γνώση του αντικειμένου δηλώνοντας στον «Ε.Τ.» της Κυριακής πως «οι εισπρακτικές αναμένεται να δυσκολέψουν την καθημερινότητα των δανειοληπτών, πρεσάροντας για την άμεση εξόφληση των χρεών τους. Αλλωστε, τέτοιου τύπου εταιρίες λειτουργούν με γνώμονα το κέρδος, αφού συντηρούνται οικονομικά εισπράττοντας ως αμοιβή ποσοστά που αγγίζουν ακόμη και το 12% επί των οφειλών».
Διεθνής εμπειρία
Συνεπώς, ένα καίριο ερώτημα που προκύπτει είναι ποια εισπρακτική λογική θα υιοθετήσουν οι εταιρίες διαχείρισης δανείων. Η διεθνής πρακτική, πάντως, έχει δείξει πως τέτοιου τύπου εταιρίες κινούνται με επιθετικές βραχυπρόθεσμες πολιτικές προκειμένου να εξαγάγουν γρήγορο και άμεσο κέρδος. Ετσι, επωφελούνται από τους πλειστηριασμούς ακινήτων και δεν προχωρούν σε μακροχρόνιες ρυθμίσεις των δανείων. Λαμβάνοντας, μάλιστα, υπόψη ότι η εμπορική αξία των ακινήτων έχει καταβαραθρωθεί, «το χρηματικό ποσό που θα εισπράττεται σε πολλές των περιπτώσεων δεν θα καλύπτει την οφειλή του δανειολήπτη, με αποτέλεσμα να εκπλειστηριάζει ακίνητα και αλλά περιουσιακά του στοιχεία, ενώ σε έλλειψη αυτών θα γίνεται στροφή στην ακίνητη περιουσία του εγγυητή», κατά τα λεγόμενα της κ. Νούκα.
Σε άλλες χώρες έχουν καταγραφεί ακόμη και περιπτώσεις με εταιρίες διαχείρισης να έχουν δημιουργήσει άλλες εταιρίες real estate με ειδίκευση στην αγορά και τη διαχείριση ακινήτων. Αυτή η πρακτική έχει ως αποτέλεσμα να αποκτούν ακίνητα με χαμηλή αξία από πλειστηριασμούς, τα οποία στη συνέχεια εκμεταλλεύονται μισθώνοντάς τα με εξαιρετικά μεγάλα κέρδη, όπως στις ΗΠΑ, όπου τιτλοποιούν τα έσοδα από τα μισθώματα και σύμφωνα με τις προβλέψεις της Deutsche Bank η αγορά των τίτλων αναμένεται στα επόμενα χρόνια να αγγίξει τα 20 δισ. δολάρια.
Με αυτά τα δεδομένα, οι Ελληνες δανειολήπτες πολύ σύντομα θα βρεθούν αντιμέτωποι με τη σκληρή πραγματικότητα. Κυρίως, μάλιστα, αν αναλογιστεί κανείς πως ο νέος νόμος περί διαχείρισης δανείων προβλέπει κατάργηση του τραπεζικού απορρήτου, παραχωρώντας κατά αυτόν τον τρόπο το δικαίωμα στις ΕΔΑΔΠ να εντοπίζουν περιουσιακά στοιχεία.
ΙΩΑΝΝΑ ΦΕΝΤΟΥΡΗ
Διαβάστε περισσότερα στην έντυπη έκδοση του Τύπου της Κυριακής