Παρόλο που η παγκόσμια ανάπτυξη θα είναι σχετικά ισχυρή, είναι πιθανό να επιβραδυνθεί λόγω της πανδημίας, των προβλημάτων στην αλυσίδα εφοδιασμού, του υψηλότερου πληθωρισμού και της αυστηροποίησης των χρηματοπιστωτικών συνθηκών, καθώς και των περιορισμών στις δημόσιες δαπάνες σε πολλές χώρες, αφού αντιμετωπίζουν υψηλά επίπεδα χρέους και αυξημένα επιτόκια. Η ανάπτυξη στις Ηνωμένες Πολιτείες θα μετριαστεί το 2022 μετά την πρωτοφανή δημοσιονομική τόνωση του 2020-2021. Πιθανόν, οι ΗΠΑ να μην αισθανθούν τον αντίκτυπο των αυξημένων δαπανών για υποδομές, παρά μόνο μετά το 2022, δεδομένης της καθυστέρησης των έργων.
ΕΠΙΠΛΕΟΝ, η δημοσιονομική τόνωση συν τη χαλαρή νομισματική πολιτική έχουν αφήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες σε μια υψηλή αλλά μη βιώσιμη αναπτυξιακή πορεία που θα αυξήσει τον πληθωρισμό και θα οδηγήσει την Αμερικανική Ομοσπονδιακή Τράπεζα να αυξήσει τα επιτόκια από το 2022, γεγονός που θα επιβραδύνει την επέκταση του ΑΕΠ. Στην Κίνα, οι περιορισμοί στη χορήγηση δανείων σε ιδιωτικές αναπτυξιακές εταιρίες θα επηρεάσουν τη συνολική ανάπτυξη, καθώς οι επενδύσεις σε ακίνητα και οι υπηρεσίες αντιπροσωπεύουν σχεδόν το 30% του ΑΕΠ. Η επιβράδυνση της αγοράς ακινήτων θα επηρεάσει επίσης τα έσοδα των επαρχιών από τις πωλήσεις γης και τα επίπεδα δαπανών. Ως αποτέλεσμα, η ανάπτυξη της Κίνας το 2022 μπορεί να καταλήξει να είναι μικρότερη από τον στόχο του 2021 για πάνω από 6%. Τα χαμηλά ποσοστά εμβολιασμού και τα εκτεταμένα σημάδια που έχουν μειώσει τη δυνητική παραγωγή είναι πιθανό να καθυστερήσουν την επιστροφή στα προ της πανδημίας επίπεδα του ΑΕΠ σε πολλές αναδυόμενες αγορές και αναπτυσσόμενες χώρες. Επιπλέον, η μετάλλαξη «Ομικρον» και άλλες πιθανές μεταλλάξεις θα μπορούσαν να επιδεινώσουν τη συμφόρηση από την πλευρά της προσφοράς, επηρεάζοντας όλες τις οικονομίες παγκοσμίως.
ΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ εντάσεις μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Κίνας πιθανότατα θα παραμείνουν σε υψηλό επίπεδο το 2022, καθώς οι ΗΠΑ περιορίζουν την πρόσβαση της Κίνας στη δυτική τεχνολογία, διατηρώντας υψηλούς δασμούς στα κινεζικά προϊόντα. Η κυβέρνηση του Αμερικανού προέδρου Τζο Μπάιντεν έχει επιδείξει μικρή προθυμία για τη χαλάρωση ορισμένων από τους περιορισμούς των προκατόχων του στο κινεζικό εμπόριο και πιθανότατα θα ξεκινήσει καινούργια έρευνα για τις κινεζικές βιομηχανικές επιδοτήσεις για να τη χρησιμοποιήσει ως μοχλό πίεσης στις εμπορικές συνομιλίες με το Πεκίνο. Ωστόσο, η Κίνα θα συνεχίσει τη μεγάλη κρατική υποστήριξη των στρατηγικών βιομηχανιών, με την κυβέρνηση Μπάιντεν ενδεχομένως να χρησιμοποιεί την έρευνα για να τροποποιήσει ποια κινεζικά προϊόντα θα υπόκεινται σε υψηλότερους δασμούς. Η συνεχιζόμενη χρήση των δασμών από τον Λευκό Οίκο ως εργαλείο πολιτικής σημαίνει πιθανότατα ότι οι περιορισμοί που θα τεθούν σε ισχύ θα διαρκέσουν χρόνια, αν όχι δεκαετίες. Η αποτυχία να σημειωθεί πρόοδος στις συνομιλίες μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση των δασμών σε αγαθά σε τομείς που υποστηρίζει άμεσα η Κίνα, στους οποίους περιλαμβάνονται οι τομείς του χάλυβα και της πράσινης τεχνολογίας, και σε μείωση σε τομείς όπου η υποστήριξη της Κίνας είναι πιο περιορισμένη, όπως η μεταποίηση χαμηλού επιπέδου. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα επεκτείνουν επίσης ορισμένους από τους περιορισμούς τους στην πρόσβαση της Κίνας στην ξένη τεχνολογία, ιδίως σε τομείς υψηλής τεχνολογίας, όπως η τεχνητή νοημοσύνη, η ρομποτική και οι ημιαγωγοί. Η στρατηγική των ΗΠΑ θα έχει ως αποτέλεσμα μόνο να διπλασιάσει η Κίνα την τεχνο-εθνικιστική της στρατηγική, καθιστώντας το κινεζικό επιχειρηματικό περιβάλλον ακόμη πιο περίπλοκο για τις δυτικές επιχειρήσεις.
ΟΙ ΚΥΒΕΡΝΟΕΠΙΘΕΣΕΙΣ με οικονομικά κίνητρα θα αυξηθούν ραγδαία το 2022, ιδίως καθώς οι εγκληματίες στοχεύουν όλο και περισσότερο το 5G, το υπολογιστικό νέφος (cloud) και τις συσκευές για το Διαδίκτυο (IoT), προκαλώντας περισσότερες διαταραχές και αύξηση των νέων απαιτήσεων κυβερνοασφάλειας στις δυτικές χώρες. Η διπλωματική πίεση των ΗΠΑ προς το Κρεμλίνο και τις διωκτικές Αρχές για την πάταξη των ρωσικών συμμοριών με κακόβουλα λογισμικά, μαζί με την επιθετική πίεση με κυβερνοεπιχειρήσεις στους εγκληματίες του Κυβερνοχώρου, δεν θα αντιστρέψουν τον αυξανόμενο αριθμό κυβερνοεπιθέσεων (ιδίως επιθέσεων κακόβουλου λογισμικού) εναντίον αμερικανικών οργανισμών. Η εκστρατεία των Ηνωμένων Πολιτειών μπορεί να διαταράξει ορισμένες δραστηριότητες μεμονωμένων ομάδων ή να τις αναγκάσει να επανεξετάσουν το ενδεχόμενο επιθέσεων σε αμερικανικές υποδομές ζωτικής σημασίας.
ΟΜΩΣ, Η ΠΛΗΘΩΡΑ των κυβερνοεγκληματιών και η αυξανόμενη αγορά του κυβερνοεγκλήματος θα διασφαλίσουν ότι το 2022 θα συνεχιστεί η αύξηση των επιθέσεων κακόβουλου λογισμικού. Πολλές μικρότερες ομάδες έχουν επίσης επιδείξει ελάχιστο ενδιαφέρον να σταματήσουν τις επιθέσεις εναντίον εταιριών που δραστηριοποιούνται σε τομείς που οι Ηνωμένες Πολιτείες ορίζουν ως κρίσιμες υποδομές. Η αύξηση των επιθέσεων κακόβουλου λογισμικού θα οδηγήσει σε νέους κανονισμούς γύρω από τις πληρωμές λύτρων και τις απαιτήσεις κυβερνοασφάλειας, προσθέτοντας περισσότερα κανονιστικά εμπόδια και υψηλότερο κόστος συμμόρφωσης για πολλούς δυτικούς οργανισμούς. Οι αυστηρότερες απαιτήσεις κυβερνοασφάλειας των ΗΠΑ και η εκστρατεία των αμερικανικών αντιποίνων θα οδηγήσουν τις οργανώσεις κυβερνοεγκληματιών να διευρύνουν τον ορίζοντά τους για την αύξηση του αριθμού των επιθέσεων σε άλλες περιοχές, συμπεριλαμβανομένων της Ευρώπης, της Μέσης Ανατολής, της Νότιας Ασίας και της Ασίας-Ειρηνικού. Η μάστιγα του κακόβουλου λογισμικού, που έχει επηρεάσει τις Ηνωμένες Πολιτείες, θα γίνει, με τη σειρά της, πιο παγκόσμια, καθώς οι πολυμερείς προσπάθειες για τη μείωση αυτής της δραστηριότητας συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν δυσκολίες.
Από την έντυπη έκδοση
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr