Για πρωτοβουλίες που θα αναλάβει ο πρωθυπουργός προκειμένου να αποτρέψει με έναν πολιτικό συμβιβασμό τον κίνδυνο για λήψη πρόσθετων μέτρων λιτότητας και τη διατήρησή τους για μια δεκαετία μετά το τέλος του 3ου Μνημονίου, ενόψει και των επαφών του στη Σύνοδο Κορυφής την επόμενη εβδομάδα (14-15 Δεκεμβρίου) κάνουν λόγο στην κυβέρνηση.
Το «παζάρι», όπως αποκάλυψε τη Δευτέρα μετά το Eurogroup ο Γερούν Ντάισελμπλουμ, γίνεται πλέον για τρία, πέντε ή και δέκα χρόνια μετά το τρίτο Μνημόνιο, αλλά ο υπουργός Οικονομικών κύριος Ευκλείδης Τσακαλώτος απέκλεισε χθες, μιλώντας στο Πολιτικό Συμβούλιο του ΣΥΡΙΖΑ, να δεχτεί η κυβέρνηση δέσμευση για δέκα έτη.
Την ίδια ώρα όμως, όπως αναφέρει το protothema.gr, μεγαλώνει ο «λογαριασμός» των πρόσθετων μέτρων που ζητά το ΔΝΤ, τον οποίο ανέβασε ήδη στα 4,5 δισ. ευρώ ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών κύριος Γιώργος Χουλιαράκης, έναντι 4,2 δισ. ευρώ για τα οποία έκανε λόγο την περασμένη Παρασκευή αξιωματούχος της κυβέρνησης.
Ο κύριος Χουλιαράκης, μιλώντας στο Ευρωκοινοβούλιο την Τρίτη, εξήγησε πως το ΔΝΤ ζητά δημοσιονομικά μέτρα 2% του ΑΕΠ για να κλείσει η «τρύπα» στο πρωτογενές (δηλαδή από το 3,5% του ΑΕΠ που προβλέπουν η Αθήνα και οι Ευρωπαίοι το 2018 μέχρι το 1,5% που εκτιμά το ταμείο) αλλά και επιπρόσθετα μέτρα 0,5% του ΑΕΠ για να καλυφθεί η υφεσιακή επίπτωση που θα έχουν αυτά τα μέτρα λιτότητας. Η «σούμα» δηλαδή των νέων μέτρων που στη φάση αυτή απαιτεί το ΔΝΤ φτάνει στο 2,5% του ΑΕΠ (σσ: δηλαδή τουλάχιστον 4,5 δισ. ευρώ με το ΑΕΠ στα 180 δισ. ευρώ όπως προβλέπει ο κρατικός προϋπολογισμός για το 2017).
Επιπλέον, ο κ. Χουλιαράκης ανέβασε το δημοσιονομικό κενό που οι Ευρωπαίοι εντοπίζουν -και όχι το ΔΝΤ- για το 2018 από τα 360.000.000 ευρώ (0,2% του ΑΕΠ) που έλεγε ο αξιωματούχος της κυβέρνησης πριν λίγες μέρες, στα 700.000.000 ευρώ, τα οποία θα πρέπει να προέλθουν από περικοπές που τον Ιούνιο του 2017 θα ανακοινώσει η κυβέρνηση στις δαπάνες των υπουργείων (spending review).
Η ελληνική πλευρά διαμηνύει ότι θα φτάσει στους στόχους της για πλεόνασμα 3,5% το 2018 χωρίς πρόσθετα νέα μέτρα. Απορρίπτουν έτσι την ανάγκη λήψης νέων μέτρων μετά το 2018. Εμμέσως παραδέχονται και οι ίδιοι όμως πως, ακόμα και αν πιάσουν τους στόχους το 2018, δεν προβλέπεται χαλάρωση των μέτρων λιτότητας εάν δεν υπάρξει μείωση των στόχων για τα πλεονάσματα στα επόμενα 3 ή 5 χρόνια (εφόσον τουλάχιστον αποκλείουν να δεχτούν την διατήρησή τους για 10 χρόνια) μετά το 2018 που τελειώνει το Μνημόνιο.
Αυτός που ανεβάζει στη δεκαετία τις απαιτήσεις για υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% ετησίως είναι πρωτίστως ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, που βρήκε αυτόν τον τρόπο να πιέσει τη χώρα μας, καθώς δεν του «βγήκε» το σχέδιο για διαίρεση της Ευρωζώνης σε δύο «ζώνες ταχυτήτων» (Βορράς-Νότος). Ο ίδιος μάλιστα μετά το Eurogroup της Δευτέρας, υπενθύμισε εμμέσως πως τουλάχιστον δύο φορές (το 2012 και 2015) είχε προτείνει την έξοδο της χώρας μας από την Ευρωζώνη, λέγοντας στην ενημέρωσή του προς τα γερμανικά μέσα ενημέρωσης ότι, εκτός από το να γίνει η Ελλάδα ανταγωνιστική, «συζητήσαμε με τους υπευθύνους και άλλες εναλλακτικές προτάσεις, αλλά τρίτος δρόμος δεν υπάρχει».
«Δεν αποδεχόμαστε επίσης παράλογες απαιτήσεις για 3,5% (σ.σ. πρωτογενές πλεόνασμα) για δέκα χρόνια» τόνισε χαρακτηριστικά και υπογράμμισε πως «η διαπραγμάτευση συνεχίζεται με τους θεσμούς».
Στην κυβέρνηση πάντως εκφράζουν μεγάλη ικανοποίηση επειδή στο σχήμα στο οποίο κατέληξαν οι Ευρωπαίοι για τα βραχυπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, οδηγεί σε μείωση δανειακών αναγκών της χώρας κατά 45 δισ. στα επόμενα… 43 χρόνια (ως το 2060).
Πρόκειται όμως για … «μαγική εικόνα», η οποία λαμβάνει ως δεδομένο ότι η ελληνική οικονομία θα καλπάζει τα επόμενα χρόνια, επιτυγχάνοντας σερί υψηλής ανάπτυξης, παρά την απαίτηση για υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ για πολλά χρόνια.
Προσφέρουν ασφάλεια, όχι ελάφρυνση
Ακόμα και ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM) σε αναλυτικό οδηγό που εξέδωσε για το ελληνικό χρέος τονίζει: «Ο αντίκτυπος ορισμένων μέτρων θα εξαρτηθεί από διάφορους παράγοντες, πέρα από τον έλεγχό μας. Μεταξύ αυτών, είναι οι συνθήκες που θα επικρατούν στις αγορές όσον αφορά το επιτοκιακό περιβάλλον και τη δυνατότητα των υπόλοιπων συμμετεχόντων στην αγορά να ολοκληρώσουν ορισμένες συναλλαγές». Συνεπώς, ο υπολογισμός περί εξοικονόμησης 20,8% του ΑΕΠ έως το 2060 είναι στον αέρα και ενδέχεται να αναθεωρηθεί.
Με βάση την απόφαση του Eurogroup, προβλέπονται τρεις κατηγορίες βραχυπρόθεσμων μέτρων για το χρέος: (α) εξομάλυνση του προφίλ αποπληρωμής, ώστε να αυξηθεί η μέση διάρκεια του ευρωπαϊκού δανείου του 2ου Μνημονίου από τα 28 στα 32,5 χρόνια, (β) μείωση του επιτοκιακού κινδύνου με ανταλλαγή μέρους του χρέους και επιβολή σταθερού επιτοκίου 1,5%, την ώρα που το σημερινό επιτόκιο όμως διαμορφώνεται ακόμα και στο 0,2%, (γ) ακύρωση επιτοκιακού προστίμου ύψους 200.000.000 ευρώ που θα πλήρωνε το 2017 η Ελλάδα επειδή το 2015 διέκοψε το β’ μνημόνιο. Με εξαίρεση το ποσό αυτό, το οποίο το χαρίζουν επειδή η Ελλάδα υπέγραψε νέο σκληρό Μνημόνιο, οι Ευρωπαίοι δεν χαρίζουν ούτε δεκάρα στη χώρα μας. Αντιθέτως, ορίζουν ότι οποιοδήποτε κόστος για τις ανταλλαγές χρέους, θα επιβαρύνει το Ελληνικό Δημόσιο.
Επιπλέον, η μετατροπή του σημερινού κυμαινόμενου επιτοκίου σε σταθερό επιτόκιο 1,5% αυξάνει το χρέος από το 2017 και για τα αμέσως επόμενα χρόνια και αναμένεται να λειτουργήσει θετικά μετά το 2030 , ανάλογα όμως με την πορεία των επιτοκίων στις διεθνείς αγορές.