Αναλυτικότερα, με τις υπ. αριθμ. 1160 και 1161/2020 αποφάσεις της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας (πρόεδρος ο Αθανάσιος Ράντος και εισηγητής ο σύμβουλος Επικρατείας Κωνσταντίνος Πισπιρίγκος) απερρίφθησαν αιτήσεις ακυρώσεως, που είχαν καταθέσει κάτοχοι αδειών λειτουργίας καζίνο στην Ελλάδα κατά της αποφάσεως του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών, με την οποία ορίσθηκε προθεσμία μέχρι την 31.12.2011 για να υποβάλουν οι εταιρείες παροχής υπηρεσιών στοιχημάτων και τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου, νόμιμα εγκατεστημένες σε κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου και κάτοχοι αδειών λειτουργίας και παροχής τέτοιων υπηρεσιών, αίτηση υπαγωγής στο φορολογικό καθεστώς των άρθρων 45 – 50 του ν. 4002/2011 κατά τη μεταβατική περίοδο (η οποία διατηρείται μέχρι και εντός του έτους 2020) έως τη χορήγηση στην Ελλάδα σχετικής άδειας παροχής τέτοιων υπηρεσιών.
Το ΣτΕ σε πρώτο στάδιο ήλεγξε τις διατάξεις του ν. 4002/2011 για τη χορήγηση από Ελληνική αρχή ειδικής άδειας για την παροχή υπηρεσιών τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου εντός της ελληνικής επικράτειας και τις έκρινε συμβατές προς την ελευθερία εγκαταστάσεως και την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών, όπως κατοχυρώνονται στα άρθρα 49 και 56 ΣΛΕΕ.
Επίδομα θέρμανσης: Ανοιχτή η πλατφόρμα - Μέχρι τις 6 Δεκεμβρίου οι αιτήσεις
Ακόμη, οι σύμβουλοι Επικρατείας έκριναν, κατά πλειοψηφία, ότι κατά το μεταβατικό στάδιο, ο νομοθέτης δεν κατέλιπε ανεξέλεγκτη, κατά παράβαση των αρχών του κράτους δικαίου και της ισότητας μεταξύ των επιχειρήσεων καζίνο, την επιχειρηματική δραστηριότητα παροχής υπηρεσιών στοιχημάτων και τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου, καθώς, μεταξύ των άλλων:
α) μία αρχικώς απαγορευόμενη επαγγελματική δραστηριότητα δεν αποκλείεται, να καταστεί εφεξής νόμιμη από τον νομοθέτη που θα θεσπίσει κανόνες λειτουργίας, οι οποίοι (κανόνες) μάλιστα δεν αποκλείεται να θεσπίζονται και τμηματικά,
β) οι εταιρείες αυτές εφεξής θα υπάγονται σε φόρο των δραστηριοποιούμενων στον εν λόγω τομέα επαγγελματικής δραστηριότητας,
γ) η δραστηριότητα ασκείτο μεν παρανόμως στην Ελλάδα, από φορείς όμως οι οποίοι ήσαν νόμιμα αδειοδοτημένοι από άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έτσι ώστε ο νομοθέτης είχε την ευχέρεια να εκτιμήσει ότι οι άδειες των επιχειρήσεων αυτών από την ΕΕ και τον ΕΟΧ αποτελούν βάση για τη διασφάλιση του δημοσίου συμφέροντος και της δημόσιας τάξης, προκειμένου να καταστήσει εφεξής νόμιμη την επίμαχη επιχειρηματική δραστηριότητα κατά ένα μεταβατικό στάδιο, επιτυγχάνοντας παράλληλα αύξηση των δημοσίων εσόδων.