Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά, η αισιοδοξία του δεν στηρίζεται μόνο σε τεχνοκρατικά δεδομένα όπως είναι η εξάλειψη των «δίδυμων» ελλειμμάτων και η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας μέσα από τρία προγράμματα οικονομικής προσαρμογής, αλλά και σε επιχειρήματα που αντλούνται από την ιστορία και την πολιτική οικονομία. Συγκεκριμέναμ επικαλέστηκε τον ιστορικό Roderick Beaton, ο οποίος είχε υποστηρίξει ότι: «Η Ελλάδα, όπως και αν την εννοήσει ή την παρανοήσει κανείς, υπήρξε ανέκαθεν μέρος της σύγχρονης ταυτότητας της Ευρώπης» και «πέτυχε, εξ υπαρχής, όχι σε συνθήκες απομόνωσης, αλλά σε συνεργασία με άλλους Ευρωπαίους σε κάθε βήμα της δύσκολης πορείας από την Επανάσταση του 1821 μέχρι σήμερα».
Όπως επεσήμανε ο διοικητής της ΤτΕ, η χώρα έχει τώρα μια μεγάλη ευκαιρία, κυρίως διδασκόμενη από τα λάθη της, να γεφυρώσει την απόσταση που τη χωρίζει από τους εταίρους και τους ανταγωνιστές της, όσον αφορά τους θεσμούς, τις επενδύσεις, ιδιαίτερα τις επενδύσεις στη γνώση, και τη διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα, και να επιτύχει ταχεία πραγματική σύγκλιση.
Ιδιαίτερα μάλιστα σήμερα, που οι πολιτικοί και κοινωνικοί συσχετισμοί, μετά από μια επίπονη μακροχρόνια οικονομική κρίση, την ευνοούν.
Αναφερόμενος στις οικονομικές εξελίξεις επανέλαβε ότι το 2019 ήταν μια χρονιά θετικών εξελίξεων και για την ελληνική οικονομία και το τραπεζικό σύστημα. Προσέθεσε δε, ότι η ελληνική οικονομία ενίσχυσε την αναπτυξιακή δυναμική της την περίοδο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2019, παρά την επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας.
Η Τράπεζα της Ελλάδος εκτιμά ότι, παρά τους αδύναμους ρυθμούς ανάπτυξης της ευρωπαϊκής οικονομίας, η οικονομική δραστηριότητα στην Ελλάδα θα κινηθεί με ρυθμό ανάπτυξης λίγο πάνω από 2% το 2019 και γύρω στο 2,5% το 2020. Εκτιμά, επίσης, ότι θα επιτευχθεί ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2019 και το 2020.