Μπορεί η κυβέρνηση να διαβεβαιώνει ότι η επένδυση για την ανάπλαση του Ελληνικού δεν κινδυνεύει μετά την κήρυξη από την Αρχαιολογική Υπηρεσία μεγάλης έκτασης ως αρχαιολογικού χώρου, ωστόσο τηρεί -προς το παρόν τουλάχιστον- σιγήν ιχθύος για τις ρήτρες αποζημίωσης που μπορεί να διεκδικήσει η ανάδοχος εταιρία από το Δημόσιο.
Το μνημόνιο λοιπόν που υπεγράφη μεταξύ του ΤΑΙΠΕΔ και της Lamda Development υποχρεώνει σε αρχαιολογικό έλεγχο κατά τη διάρκεια των εκσκαφών. Μάλιστα, σύμφωνα με το υπογραφέν σχέδιο σύμβασης η Αρχαιολογική Υπηρεσία θα είναι αποκλεισμένη από το χώρο κατά την υλοποίηση του έργου και η αρμόδια Εφορεία Αρχαιοτήτων θα ενημερώνεται μόνο όταν η εταιρία το κρίνει απαραίτητο.
Οφείλει δε εντός προθεσμίας 60 ημερών να υποδείξει μεθόδους για τη συνέχιση των εργασιών, καθώς προβλέπονται ρήτρες αποζημίωσης της εταιρίας από το Δημόσιο για τις όποιες καθυστερήσεις προκύψουν από τις ανασκαφικές εργασίες.
Επίσης, ρήτρες προβλέπονται εάν μειωθεί η δόμηση κατά ποσοστό άνω του 3% λόγω ανασκαφικών ευρημάτων.
Συγκεκριμένα, στην περίπτωση 6 του άρθρου 9 της σύμβασης ορίζεται ότι «σε περίπτωση εύρεσης αρχαιοτήτων το γραφείο Ελληνικού θα ενημερώσει την Αρχαιολογική Υπηρεσία, η οποία εντός προθεσμίας 60 ημερών πρέπει να υποδείξει μεθόδους συνέχισης των εργασιών και να προβεί σε ενέργειες για την προστασία των ευρημάτων».
Αν οι 60 ημέρες παρέλθουν χωρίς να έχουν γίνει οι σχετικές ενέργειες από την Αρχαιολογική Υπηρεσία, αυτό αποτελεί «γεγονός καθυστέρησης του Δημοσίου».
Σημειώνεται ότι στη σύμβαση που έχει υπογραφεί οι αρχαιολογικοί χώροι της έκτασης στο Ελληνικό είναι προσδιορισμένοι, ενώ τα χαρακτηρισμένα ως νεότερα μνημεία ξεπερνούν τα 35.000 τετραγωνικά μέτρα.
Γ. ΚΑΤΣΕΛΗ