Με τον προσδιορισμό του φορολογητέου εισοδήματος σε εξωπραγματικά υψηλά επίπεδα βάσει των τεκμηρίων διαβίωσης, με την επιβολή συντελεστών φορολόγησης 22%-45% επί του μεγαλύτερου ποσού μεταξύ δηλωθέντος και τεκμαρτού εισοδήματος, με την επιβολή προκαταβολής φόρου 100%, τέλους επιτηδεύματος 650 ευρώ, ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης 2,2%-10% και φόρου πολυτελούς διαβίωσης, οι τελικές φορολογικές επιβαρύνσεις των πολιτών που ασκούν ατομικά επιχειρηματικές δραστηριότητες αναμένεται και φέτος να εκτοξευτούν στα ύψη, οδηγώντας τους περισσότερους σε περαιτέρω υπερχρέωση και σε πλήρη οικονομική δυσπραγία.
Η ισχύουσα φορολογική νομοθεσία, όπως διαμορφώθηκε με τις διατάξεις των «μνημονιακών» νόμων 3986/2011, 4172/2013, 4334/2015, 4336/2015 και 4387/2016 έχει καταστεί πλέον άκρως επαχθής για κάθε ατομική άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας καθώς κρύβει έως και 6 παγίδες υπερφορολόγησης που προκαλούν υπέρμετρα υψηλές φορολογικές επιβαρύνσεις ακόμη και σε περιπτώσεις που η δραστηριότητα αυτή δεν επιφέρει κέρδη, αλλά ζημίςς στο φορολογούμενο.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα όσα προβλέπουν οι παραπάνω «μνημονιακοί» νόμοι:
1) Κάθε φορολογούμενος που ασκεί ατομικά επιχειρηματική δραστηριότητα παραγωγής ή πώλησης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών ή ελευθέριο επάγγελμα οφείλει να καταβάλει φόρο εισοδήματος, με βάση το μεγαλύτερο ποσό μεταξύ:
* Του πραγματικού καθαρού εισοδήματός του, δηλαδή του καθαρού κέρδους, το οποίο προκύπτει μετά την αφαίρεση των δαπανών της επιχείρησής του από τις εισπράξεις που έχει πραγματοποιήσει από την πώληση των προϊόντων του ή την παροχή των υπηρεσιών του.
* Του τεκμαρτού εισοδήματός του, το οποίο προσδιορίζεται με βάση το άθροισμα των αντικειμενικών δαπανών διαβίωσης ή «τεκμηρίων διαβίωσης» (για τις κατοικίες, τα Ι.Χ. αυτοκίνητα, τις πισίνες, τα σκάφη αναψυχής και ορισμένα άλλα περιουσιακά στοιχεία που κατέχει) και των δαπανών που τυχόν πραγματοποίησε για την απόκτηση περιουσιακών στοιχείων (για την αγορά ακινήτων, Ι.Χ. αυτοκινήτων, σκαφών αναψυχής, αντικειμένων αξίας άνω των 10.000 ευρώ κ.λπ.), την αποπληρωμή δανείων (στεγαστικών, καταναλωτικών ή προσωπικών) και πιστωτικών καρτών, την αγορά τίτλων του Δημοσίου, μετοχών κ.λπ., τη χορήγηση δωρεών προς τα παιδιά του ή τους συγγενείς του.
Ουσιαστικά, σε κάθε περίπτωση, εφόσον το πραγματικό εισόδημα είναι χαμηλότερο αυτού που προκύπτει με βάση τα τεκμήρια, ο φόρος υπολογίζεται όχι επί του πραγματικού αλλά επί του υψηλότερου τεκμαρτού ποσού εισοδήματος. Ακόμη δε και σε περίπτωση που από την ατομική άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας προκύπτει ζημία αντί για καθαρό κέρδος (γεγονός σύνηθες λόγω της παρατεταμένης οικονομικής κρίσης που έχουν προκαλέσει τα προηγούμενα καταστροφικά δημοσιονομικά μέτρα που επιβλήθηκαν στους Ελληνες πολίτες με τα Μνημόνια), η ατομική επιχείρηση φορολογείται βάσει τεκμηρίων για μη πραγματικό, τεκμαρτό εισόδημα. Φορολογείται δηλαδή σαν να είχε καθαρά κέρδη, καθώς η ζημία δεν λαμβάνεται υπόψη.
Ποια είναι τα προγράμματα ΕΣΠΑ ενίσχυσης για μικρομεσαίες επιχειρήσεις
2) Επί του μεγαλύτερου ποσού μεταξύ πραγματικού και τεκμαρτού εισοδήματος επιβάλλεται φόρος εισοδήματος με συντελεστή 22% από το πρώτο ευρώ. Σε περιορισμένο πλέον αριθμό περιπτώσεων κατά τις οποίες το ύψος του φορολογητέου – πραγματικού ή τεκμαρτού- εισοδήματος είναι μεγαλύτερο των 20.000 ευρώ, τα πέραν των 20.000 ευρώ ποσά του εισοδήματος αυτού φορολογούνται με συντελεστές κλιμακούμενους από 29%-45%.
3) Επί του φόρου εισοδήματος -που υπολογίζεται με συντελεστές κλιμακούμενους από 22% – 45% σύμφωνα με την προαναφερθείσα κλίμακα– επιβάλλεται προκαταβολή φόρου εισοδήματος έναντι του επόμενου έτους, με συντελεστή 100%. Ουσιαστικά, ο κύριος φόρος εισοδήματος που υπολογίζεται με συντελεστές 22%-45% προσαυξάνεται περαιτέρω κατά 100%, δηλαδή διπλασιάζεται! Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι από το άθροισμα κύριου φόρου εισοδήματος και προκαταβολής φόρου αφαιρείται (εκπίπτει) το ποσό της προκαταβολής φόρου που υπολογίστηκε και πέρυσι με συντελεστή 100% επί του κύριου φόρου της περυσινής φορολογικής δήλωσης, εφόσον το ποσό της προκαταβολής αυτής εξοφλήθηκε από το φορολογούμενο εντός του 2017. Ωστόσο, η έκπτωση της περυσινής προκαταβολής φόρου δεν αναμένεται να περιορίσει σε χαμηλό επίπεδο τη φορολογική επιβάρυνση, επειδή, όπως προαναφέρθηκε, ακόμη κι αν το πραγματικό εισόδημα της ατομικής επιχείρησης κατά το έτος 2017 ήταν πολύ χαμηλό ή προέκυψε ζημία το 2017, ο φόρος εισοδήματος και η επ’ αυτού προκαταβολή φόρου θα υπολογιστούν και φέτος επί εξωπραγματικού φορολογητέου εισοδήματος, το οποίο θα προσδιοριστεί με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης που βαρύνουν το φορολογούμενο ως φυσικό πρόσωπο. Στην ουσία δηλαδή ακόμη και ζημιογόνα να ήταν η επιχείρηση το 2017, η εφορία θα θεωρήσει ότι κατά τη διάρκεια του έτους αυτού η επιχείρηση είχε καθαρό κέρδος.
4) Κάθε φορολογούμενος που ασκεί ατομικώς επιχείρηση ή ελευθέριο επάγγελμα, ανεξαρτήτως του εάν θα δηλώσει καθαρά κέρδη ή ζημιές πρέπει επιπλέον να καταβάλει και φέτος τέλος επιτηδεύματος 650 ευρώ.
5) Αν το συνολικό φορολογητέο -πραγματικό ή τεκμαρτό- εισόδημα της ατομικής επιχείρησης υπερβαίνει τις 12.000 ευρώ, τότε ο φορολογούμενος οφείλει να καταβάλει και ειδική εισφορά αλληλεγγύης, η οποία υπολογίζεται με συντελεστές κλιμακούμενους από 2,2% έως 10%.
6) Αν ο φορολογούμενος διαθέτει Ι.Χ. αυτοκίνητο άνω των 1.928 κυβικών εκατοστών, παλαιότητας έως 10 ετών, ή βάρκα μήκους άνω των 5 μέτρων, τότε πρέπει να πληρώσει και φόρο πολυτελούς διαβίωσης, ο οποίος υπολογίζεται με συντελεστές:
α) 5% επί του αντίστοιχου ποσού του τεκμηρίου διαβίωσης για Ι.Χ. αυτοκίνητα με κινητήρες από 1.929 – 2.500 κ.εκ.
β) 13% επί του αντίστοιχου ποσού του τεκμηρίου διαβίωσης για Ι.Χ. αυτοκίνητα άνω των 2.500 κ.εκ. και για σκάφη θαλάσσης μήκους άνω των 5 μέτρων.
Γιώργος Παλαιτσάκης
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]