Για την ακρίβεια, στην κατηγορία «οικογένεια με δύο παιδιά, όπου μόνο ο ένας γονέας εργάζεται», δηλαδή τον στατιστικά συνηθέστερο τύπο νοικοκυριού στην Ελλάδα, κατέκτησε «αργυρό μετάλλιο» μεταξύ των 35 κρατών-μελών του Οργανισμού, με τη συνολική φορολογική επιβάρυνση να αυξάνεται κατά 0,33% σε σχέση με το 2016, φθάνοντας το 39%. Πρακτικά αυτό σημαίνει πως για κάθε 100 ευρώ αμοιβής από την εργασία τα 39 ευρώ πηγαίνουν απευθείας για κάλυψη ασφαλιστικών εισφορών και φόρων εισοδήματος, χωρίς να υπολογίζεται κανένας έμμεσος φόρος και καμία συμπληρωματική επιβάρυνση.
Η υψηλότερη επιβάρυνση οικογενειών με δύο παιδιά στην οποία εργάζεται ο ένας γονέας παρατηρήθηκε πέρυσι στη Γαλλία (39,4%), ενώ οι τρεις καλύτερες επιδόσεις στις Νέα Ζηλανδία (6,4%), Χιλή (7%) και Ελβετία (9,1%), όταν η μέση επιβάρυνση στις χώρες του ΟΟΣΑ ανήλθε στο 26,1%.
Εργένηδες
Στην κατηγορία «άγαμος εργαζόμενος, χωρίς παιδιά, ο οποίος εισπράττει το μέσο μισθό», η Ελλάδα καταλαμβάνει τη 14η θέση μεταξύ των 35 μελών του ΟΟΣΑ. Συγκεκριμένα, καταγράφηκε αύξηση κατά 0,31% στη συνολική φορολογική επιβάρυνση, φθάνοντας πλέον στο 40,8% του συνολικού κόστους εργασίας των εργοδοτών. Η μεταβολή αυτή προέκυψε από την αύξηση των εισφορών των εργαζομένων (0,15%) και των εργοδοτών (0,13%) και την οριακή αύξηση του φόρου εισοδήματος (0,04%).
Στο μεταξύ, στο σύνολο των χωρών του Οργανισμού, η μέση φορολογική επιβάρυνση γι’ αυτήν την κατηγορία των εργαζομένων μειώθηκε κατά 0,13% και διαμορφώθηκε στο 35,9%. Την υψηλότερη επιβάρυνση παρουσίασε το Βέλγιο (53,7%), με τις Γερμανία (49,7%), Ιταλία (47,7%), Γαλλία (47,6%) και Αυστρία (47,4%) να το ακολουθούν.
Η αύξηση της συνολικής φορολογικής και ασφαλιστικής επιβάρυνσης των μισθωτών στην Ελλάδα αποδίδεται, κυρίως, στις παρεμβάσεις που έγιναν στο πλαίσιο της δεύτερης αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος. Υπενθυμίζεται πως το αφορολόγητο όριο μειώθηκε μέσω της περικοπής της σχετικής έκπτωσης φόρου, παράλληλα θεσπίστηκε νέα επαχθέστερη φορολογική κλίμακα για το εισόδημα των φυσικών προσώπων, ενώ ακυρώθηκε και η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών που είχε γίνει το 2014 για τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους.
ΙΟΒΕ
Την ίδια ώρα, επιδεινώνονται οι προβλέψεις των Ελλήνων καταναλωτών για την οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών τους το επόμενο 12μηνο, σύμφωνα με το Ιδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ).
Ειδικότερα, στην τριμηνιαία έκθεσή του για την ελληνική οικονομία επισημαίνεται πως κατά το α’ τρίμηνο του έτους το ποσοστό εκείνων οι οποίοι είναι απαισιόδοξοι για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους το επόμενο 12μηνο αυξάνεται κατά μέσο όρο στο 60% (από 58% το προηγούμενο), με το 20% να κρίνει εκ νέου ότι θα παραμείνει αμετάβλητη.
Ως προς την πρόθεση για αποταμίευση, το ποσοστό των νοικοκυριών που δεν αξιολογούν ως πιθανή την αποταμίευσή τους το επόμενο 12μηνο μειώνεται στο 89% (από 91%), ενώ αυτό των καταναλωτών που αναφέρει ότι είναι «χρεωμένο» κινείται στο α’ τρίμηνο του 2018 στο 16% (από 14%), στα ίδια επίπεδα σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό τρίμηνο.
Εύθραυστη ανάκαμψη
Το Ιδρυμα «βλέπει» ανάπτυξη στην Ελλάδα από το 1,4% το 2017 στο 2,1% το 2018, προειδοποιώντας παράλληλα πως δεν θα πρέπει να παρερμηνευθούν οι όποιες θετικές εξελίξεις στην οικονομία και να εγκαταλειφθούν οι μεταρρυθμίσεις μετά την έξοδο από τα Μνημόνια, διαφορετικά η αύξηση του ΑΕΠ στην επόμενη δεκαετία δεν θα υπερβαίνει το 1% ετησίως.
Κατά τη χθεσινή παρουσίαση της μελέτης, ο πρόεδρος του Δ.Σ. του ΙΟΒΕ, Τάκης Αθανασόπουλος, υπογράμμισε: «Το διακύβευμα για όλους μας πρέπει να είναι πώς θα επανακτήσουμε το χαμένο έδαφος. Πώς θα επανακάμψει η οικονομία μας στα επίπεδα των ανεπτυγμένων οικονομιών της Ευρώπης. Με απλά λόγια, ο στόχος μας πρέπει να είναι η σύγκλιση με τις ανεπτυγμένες οικονομίες της Ευρώπης, και αυτό επιτυγχάνεται με ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης 3% με 4% ετησίως».
Σε κατάσταση… εκτάκτου ανάγκης οι επιχειρήσεις
Απογοητευτική είναι και η εικόνα από το «μέτωπο» των επιχειρήσεων… Το 34,5% θεωρεί αρκετά έως πολύ πιθανό να κλείσει το επόμενο διάστημα, το 36,7% αντιμετωπίζει προβλήματα έγκαιρης καταβολής μισθών, 81.000 επιχειρήσεις βρίσκονται αντιμέτωπες με κατασχέσεις και δέσμευση λογαριασμών, ενώ 1 στις 4 οφείλει σε εφορία και ασφαλιστικά ταμεία.
Τα παραπάνω προκύπτουν από έρευνα της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας, σε συνεργασία με την εταιρία ΜARC Α.Ε., που πραγματοποιήθηκε σε πανελλαδικό δείγμα μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων (27 Φεβρουαρίου έως 7 Μαρτίου 2018).
Την ίδια ώρα, σκοντάφτει η υπαγωγή στον εξωδικαστικό μηχανισμό για τη ρύθμιση οφειλών, αφού υπολογίζεται πως 60.000 δυνητικοί δικαιούχοι βρίσκονται αντιμέτωποι με τη γραφειοκρατία και την απροθυμία των τραπεζών.
Από εκεί και πέρα, 6 στις 10 επιχειρήσεις παρουσιάζουν προβλήματα ρευστότητας. Ως προς το δείκτη κερδοφορίας, το 19,3% δήλωσε ότι είχε κέρδη κάτω των 5.000 ευρώ στο 2017, ενώ το 22,5% κατέγραψε ζημιές.
Δεν βλέπουν… φως
Οι δε προσδοκίες σχετικά με την πορεία των επιχειρήσεων το επόμενο εξάμηνο διατηρούν αρνητικό πρόσημο. Το 38,5% αναμένει επιδείνωση (από 47,4%), το 19,1% βελτίωση (από 10,9%), ενώ το 36,4% των επιχειρήσεων δεν προσδοκά σε καμιά μεταβολή. Μεγαλύτερο βαθμό αισιοδοξίας παρουσιάζουν μεγαλύτερες επιχειρήσεις (με πάνω από 5 άτομα προσωπικό και με τζίρο άνω των 300.000 ευρώ).
Τέλος, το 44,8% των μικρών και πολύ μικρών εργοδοτών απασχολούν προσωπικό με μερική απασχόληση, ενώ υψηλό παραμένει και το ποσοστό (30%) εκείνων που δήλωσαν ότι θα προσλάβουν προσωπικό με μερική απασχόληση το επόμενο διάστημα.
Ιωάννα Φεντούρη
[email protected]
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]