Μια απόκλιση από τους στόχους για το 2018 θα διορθωθεί με συνεννόηση της Ε.Ε. και του ΔΝΤ. Αν υπάρχει πρόβλεψη ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα είναι μεγαλύτερο από 2,2% του ΑΕΠ αλλά χαμηλότερο από 3,5% που προβλέπει η Ε.Ε., τη λύση θα πρέπει να την προτείνει η ομάδα της Κομισιόν. Αν είναι μεγαλύτερη, τότε θα έχει λόγο και το ΔΝΤ.
Παρ’ όλα αυτά το πρόβλημα δεν είναι τόσο μεγάλο για το 2018 όσο για το 2019, όπου υπάρχει ο κίνδυνος να εφαρμοστεί η περικοπή του αφορολόγητου ορίου που έχει ψηφιστεί για το 2020 μαζί με την περικοπή των συντάξεων το 2019, χωρίς να εφαρμοστούν αντίμετρα. Αυτά δημιουργούν τεράστια προβλήματα σε μια χρονιά που είναι εν δυνάμει προεκλογική ή και εκλογική.
Προς το παρόν, τόσο το ΔΝΤ όσο και η Ε.Ε. έχουν οχυρωθεί πίσω από τις δικές τους προβλέψεις και εκτιμούν ότι η Ελλάδα θα καταφέρει να πετύχει τους στόχους τους προγράμματος πετυχαίνοντας πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ από το 2018 (παρότι το ΔΝΤ έχει ως στόχο πρωτογενές πλεόνασμα 2,2% του ΑΕΠ) μέχρι και το 2022, με την εφαρμογή μόνο των μέτρων που έχουν ψηφιστεί τον περασμένο Μάιο.
Και οι δύο διεθνείς οργανισμοί βασίζουν τις προβλέψεις τους στην οριστική ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας προβλέποντας ρυθμό ανάπτυξης 1,6% του ΑΕΠ για φέτος και 2,5% του ΑΕΠ για το 2018. Τούτο παρά το γεγονός ότι η Ε.Ε. αλλά και το ΔΝΤ έχουν προχωρήσει σε δύο διαδοχικές αναθεωρήσεις του ΑΕΠ του 2017 από το 2,7% του ΑΕΠ πριν από ένα χρόνο στο 2,1% τον Ιανουάριο και στο 1,6% του ΑΕΠ την τρέχουσα περίοδο.
Την ίδια ώρα στην Αθήνα γνωρίζουν ότι μια απόκλιση στην ανάπτυξη για τους θεσμούς σημαίνει άλλη μια αναθεώρηση η οποία θα έχει ευρύτερες επιδράσεις σε έσοδα, δαπάνες και τελικά στην ολοκλήρωση του προγράμματος.
Παραδέχονται ότι η πρόβλεψη για ρυθμό ανάπτυξης 2,5% του ΑΕΠ την επόμενη χρονιά αποτελεί υιοθέτηση της αντίστοιχης πρόβλεψης που έχει κάνει η Ε.Ε. στις φθινοπωρινές εκτιμήσεις και βασίζεται στην αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης κατά 1,2%, στην αύξηση των εξαγωγών κατά 4,3% και των επενδύσεων κατά 11,4%. Τούτο τη στιγμή που είναι αβέβαιη και η επίτευξη του 1,6% του ΑΕΠ για το 2017 αφού κανείς δεν μπορεί να υπολογίσει πώς θα πάει το τέταρτο τρίμηνο του χρόνου.
Ωστόσο η αύξηση κατά 11,4% στις επενδύσεις, που αναμένεται για το επόμενο έτος, βασίζεται κατά κύριο λόγο στις αποκρατικοποιήσεις από τις οποίες αναμένονται έσοδα-ρεκόρ 2,75 δισ. ευρώ. Από τα χρήματα αυτά το μεγαλύτερο μέρος (2,1 δισ. ευρώ) προέρχεται από νέους διαγωνισμούς οι οποίοι θα ολοκληρωθούν μέσα στο 2018. Τέτοιο ποσό δεν έχει προηγούμενο από τη σύσταση του ΤΑΙΠΕΔ στις αρχές του 2017 και θεωρείται εξαιρετικά αμφίβολο να συμβεί και από εδώ και πέρα.
Οι δημόσιες επενδύσεις δεν μπορούν να αυξηθούν, αφού το σύνολο του προϋπολογισμού των δημοσίων επενδύσεων εμφανίζεται αμετάβλητο και το 2017 και το 2018 στα 6,75 δισ.
Η αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης κατά 1,2% είναι επίσης ένα στοίχημα δύσκολο να κερδηθεί καθώς τα εισοδήματα θα παραμείνουν πρακτικά αμετάβλητα αλλά οι επιβαρύνσεις -είτε μέσω πρόσθετης φορολογίας είτε μέσω περικοπής εισοδημάτων- φτάνουν για το 2018 το 1% του ΑΕΠ.
ΑΑΔΕ: Στην Αθήνα οι επικεφαλής των φορολογικών διοικήσεων των χωρών – μελών του ΟΟΣΑ
Μόνη ελπίδα αποτελεί ο τομέας της οικονομίας που δεν έχει μεγάλη παρέμβαση το Δημόσιο, ο τουρισμός, ο οποίος αναμένεται να αυξήσει τις εξαγωγές υπηρεσιών κατά 4% με τη συνδρομή και μιας μικρής βοήθειας από την αύξηση των εξαγωγών σε αγαθά.
Στην… πρίζα
Η αισιόδοξη όμως πρόβλεψη για την ανάπτυξη έχει την αντανάκλασή της και στις προβλέψεις για τα έσοδα του επόμενου χρόνου που αποτελούν άλλη μια πηγή ανησυχίας. Το πρώτο δυσοίωνο μήνυμα ήρθε από το εισόδημα των μη μισθωτών το οποίο υπολειπόταν του προγραμματισμένου κατά 700 εκατ. ευρώ το 2017. Οι εκτιμήσεις λένε ότι το φαινόμενο αυτό θα επεκταθεί και το 2018 πολύ περισσότερο, αφού πλέον, με τις υπέρογκες επιβαρύνσεις που έχουν επιβληθεί από το 2016, η απόκρυψη εισοδημάτων έχει προσλάβει χαρακτηριστικά επιδημίας. Οι εκτιμήσεις για το 2018 θέλουν η υστέρηση να φτάνει το 1-1,2 δισ. ευρώ.
Ενα δεύτερο σημείο ανησυχίας είναι η χαμηλή συμμόρφωση των μισθωτών, συνταξιούχων και αγροτών στην πληρωμή κυρίως του φόρου εισοδήματος -πληρώνεται περίπου το 65% των βεβαιωμένων ποσών- και πολύ λιγότερο του ΕΝΦΙΑ, παρότι ο φόρος συνεχίζει να επιβάλλεται με τις ίδιες στρεβλώσεις από το 2013.
Ανελέητο φοροκυνηγητό
Το αντίδοτο στις διαρροές φόρων θα είναι το φοροκυνηγητό με όλα τα μέσα (κατασχέσεις, συνεχείς οχλήσεις και για μικρά ποσά και ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί σε ακραίες περιπτώσεις). Ο στόχος είναι το 2018 η ανάκτηση ληξιπρόθεσμων οφειλών από το 20% που είναι φέτος να φτάσει στο 35% το 2018.
Το «γερό χαρτί» του οικονομικού επιτελείου για την ισοσκέλιση των απωλειών των εσόδων είναι η πορεία των ασφαλιστικών ταμείων, αλλά είναι και αυτό προβληματικό. Η πραγματική αύξηση εισφορών λόγω της αύξησης της μισθωτής εργασίας για το 2018 δεν ξεπερνά τα 180-200 εκατ. ευρώ. Η βελτίωση των οικονομικών κατά 2,1 δισ. ευρώ το 2017 και κατά 1,9 δισ. ευρώ το 2019 βασίζεται κυρίως στη μεταχρονολόγηση παροχών και κύριων συντάξεων.
Μόνο για καθυστερούμενες συντάξεις το ποσό που οφείλεται ξεπερνά το 1,1 δισ. ευρώ και με βάση την πρόσφατη συμφωνία με τους δανειστές θα πρέπει να εκκαθαριστεί μέχρι ποσοστό 80-85% μέχρι και τον Ιούνιο του επόμενου χρόνου.
Από την άλλη δεν μπορεί ακόμη να υπολογιστεί ακριβώς ποια θα είναι η απώλεια σε ασφαλιστικές εισφορές για το 2018 από την απόκρυψη εισοδημάτων των ελευθέρων επαγγελματιών το 2017.
ΤΑΣΟΣ ΔΑΣΟΠΟΥΛΟΣ
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής