Σύμφωνα με σχετική έκθεση της Τραπέζης της Ελλάδος (ΤτΕ), τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα «ενσωμάτωσαν στα μοντέλα τους χειρότερες μακροοικονομικές υποθέσεις σε σύγκριση με την προηγούμενη υποβολή (ρυθμός αύξησης ΑΕΠ, διαθέσιμο εισόδημα), οι οποίες επηρέασαν το ρυθμό εκ νέου αθέτησης (re-default rate), καθώς και τις καθαρές εισροές ΜΕΑ». Στο πλαίσιο αυτό δεσμεύονται να αυξήσουν τα ποσά των διαγραφών κατά περίπου 1,2 δισ. ευρώ σε σχέση με τους αρχικούς στόχους που είχαν υποβάλει πέρυσι τον Σεπτέμβριο. Πρόκειται για μια τακτική που ακολούθησαν κατά κόρον όλο το προηγούμενο διάστημα (3,8 δισ. ευρώ το 2016 και 4,4 δισ. ευρώ το εννεάμηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2017). Σε αντίθεση, πάντως, με πέρυσι, που οι διαγραφές αφορούσαν ως επί το πλείστον σε καταγγελμένες απαιτήσεις επιχειρηματικών δανείων, στόχος των τραπεζών είναι έως το 2019 αυτές να αφορούν πρωτίστως στο χαρτοφυλάκιο λιανικής.
Την ίδια στιγμή οι τράπεζες σκοπεύουν να επισπεύσουν την πώληση δανείων, κυρίως στο επιχειρηματικό και σε μικρότερο βαθμό στο καταναλωτικό χαρτοφυλάκιο. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την ΤτΕ, τα πιστωτικά ιδρύματα στοχεύουν σε επιπλέον πωλήσεις, ύψους 4,7 δισ. ευρώ, «αγγίζοντας» τα 11,6 δισ. ευρώ για την περίοδο Ιουνίου 2017-Δεκεμβρίου 2019. Μέρος των επιπλέον πωλήσεων (1,4 δισ. ευρώ) έχει ήδη πραγματοποιηθεί κατά το γ’ τρίμηνο του τρέχοντος έτους, μέσω τιτλοποίησης και μεταφοράς ΜΕΑ από τη Eurobank.
Απόρροια, τόσο των διαγραφών όσο και των πωλήσεων δανείων, ήταν η μείωση των προβλέψεων, το ύψος των οποίων «άγγιξε» τον Σεπτέμβριο του 2017 τα 48,2 δισ. ευρώ από 52,8 δισ. ευρώ στο τέλος του 2016, ενώ ο δείκτης κάλυψης υποχώρησε στο 48% από 48,3% τον περυσινό Ιούνιο.
Συνολικά, οι τράπεζες ξεπέρασαν τους στόχους που είχαν θέσει για τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα και δάνεια, πετυχαίνοντας τη μείωσή τους το γ’ τρίμηνο του 2017 κατά 0,8% (ή 796 εκατ. ευρώ) και 0,1% (ή 89 εκατ. ευρώ) αντίστοιχα. Ο τριμηνιαίος δείκτης αθέτησης (default rate) μειώθηκε για πρώτη φορά εντός του 2017, «αγγίζοντας» το 2%, ξεπερνώντας, όμως, και πάλι το ρυθμό αποκατάστασης της τακτικής εξυπηρέτησης δανείων (cure rate).
Στο νόμο Κατσέλη
«Μπλόκο» στα σχέδια των τραπεζών για γρήγορη τακτοποίηση του κόκκινου χαρτοφυλακίου τους βάζει ο νόμος Κατσέλη, καταφύγιο στον οποίο φέρεται να έχουν ζητήσει περίπου τρεις στους 10 δανειολήπτες με στεγαστικό. Στο σύνολο των χαρτοφυλακίων υπό καθεστώς αίτησης για υπαγωγή σε νομική προστασία τελεί το 14,5% των ΜΕΑ. Τα επίμαχα ποσοστά, σε συνδυασμό με τη δυσαρέσκεια τραπεζικών στελεχών, που εκτιμούν ότι στις διατάξεις του νόμου βρίσκουν καταφύγιο στρατηγικοί κακοπληρωτές, φέρεται να «πάτησαν» οι θεσμοί, ζητώντας αλλαγές στο νόμο Κατσέλη. Οπως αποκάλυψε ο Ελεύθερος Τύπος της Κυριακής, η κυβέρνηση έχει ήδη συναινέσει στην άρση του απορρήτου όσων αιτούνται υπαγωγής, με ισχύ από αρχές του 2018. Ταυτόχρονα, προτάσσεται η απόρριψη της αίτησης εάν έχει προηγηθεί μεταβίβαση (πώληση) ακινήτων σε συγγενείς ή απόκρυψη οικονομικών και περιουσιακών στοιχείων, αλλά και η μη αναγνώριση του κληρονομικού δικαιώματος στην ευνοϊκή ρύθμιση, που πέτυχε ο αποβιώσας οφειλέτης.
Πλειστηριασμοί
Πλειστηριασμούς, ύψους 10,6 δισ. ευρώ, προγραμματίζουν έως και το 2019 οι τράπεζες, μειώνοντας κατά 900 εκατ. ευρώ το στόχο για ρευστοποιήσεις, ύψους 11,5 δισ. ευρώ, που είχαν θέσει ήδη από τον περασμένο Σεπτέμβριο. Εξάλλου, παρά το γεγονός ότι η επίμαχη πλατφόρμα ξεκίνησε επίσημα τη λειτουργία της στα τέλη Νοεμβρίου, τα αποτελέσματα είναι μάλλον πενιχρά, γεγονός που αρμόδια στελέχη αποδίδουν αφενός στην απόφαση μερίδας των συμβολαιογράφων να συνεχίσουν την αποχή και αφετέρου στην αδυναμία της κυβέρνησης να περιφρουρήσει την όλη διαδικασία.
ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΒΕΛΕΣΙΩΤΗ
[email protected]
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής