Στις τηλεδιασκέψεις που γίνονται καθημερινά, λίγες μέρες πριν επιστρέψουν στην Ελλάδα, οι δανειστές επισημαίνουν ότι οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί και η απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας δεν μπορούν να πάρουν αναβολή. Τούτο διότι ο πραγματικός χρόνος για το κλείσιμο του προγράμματος δεν είναι ο Αύγουστος του 2018 αλλά οι αρχές Ιουλίου του ίδιου χρόνου. Μέχρι τότε η Ελλάδα θα πρέπει να έχει ολοκληρώσει και τα 113 προαπαιτούμενα που απομένουν στο τρίτο πρόγραμμα προσαρμογής (μέχρι στιγμής έχει ολοκληρωθεί το 30%) και να έχουν και την έγκριση από Συμβούλιο Υπουργών για τη δόση που θα συνοδεύει την τέταρτη και τελευταία αξιολόγηση.
Τούτο διότι από τα μέσα Ιουλίου και μετά τα εθνικά κοινοβούλια αναστέλλουν σταδιακά τις εργασίες τους για τις καλοκαιρινές διακοπές και θα αρχίσουν να επανέρχονται από τον Σεπτέμβριο του επόμενου χρόνου. Συνεπώς το αυστηρό χρονοδιάγραμμα που άτυπα έχει τεθεί στην Ελλάδα έχει ως εξής:
– Η τρίτη αξιολόγηση θα πρέπει να ολοκληρωθεί απαραιτήτως μέχρι και το Eurogroup της 22ας Ιανουαρίου το οποίο θα πρέπει να εγκρίνει την επόμενη δόση του δανείου προς την Ελλάδα, η οποία υπολογίζεται στα 10 δισ. ευρώ ώστε να προχωρήσουν οι συζητήσεις για την επόμενη μέρα.
– Παράλληλα με τη συζήτηση για την ελάφρυνση του χρέους και την επόμενη ημέρα για την Ελλάδα η τελευταία αξιολόγηση του προγράμματος θα πρέπει να ξεκινήσει σχεδόν άμεσα, ώστε να προλάβει να ολοκληρωθεί μέχρι και το τέλος Μαΐου ή το αργότερο τα μέσα του Ιουνίου.
– Μέσα στον Ιούλιο θα πρέπει να ακολουθήσει ένα Eurogroup που θα εγκρίνει την εκταμίευση της τελευταίας δόσης του προγράμματος η οποία ως γνωστό θα πρέπει να περάσει από τα εθνικά κοινοβούλια μέχρι και τις αρχές Αυγούστου, ώστε η Ελλάδα να έχει πάρει σε επίπεδο αποφάσεων όλες τις δόσεις από το δάνειο του ESM πριν από το τέλος του προγράμματος.
Οι συνέπειες
Αν όμως η τρίτη αξιολόγηση κλείσει με καθυστέρηση τον ερχόμενο Μάιο ή Ιούνιο (όπως συνέβη το 2016 και το 2017) τότε το πρόβλημα θα είναι πολύ μεγάλο. Το Eurogroup σε μια τέτοια περίπτωση θα πρέπει να αποφασίσει όχι τις συνθήκες της επόμενης ημέρας μετά το πρόγραμμα αλλά τη διαχείριση της τρίτης κατά σειρά αποτυχίας ενός προγράμματος για την Ελλάδα.
Η πρώτη συνέπεια είναι ότι οι συζητήσεις για το χρέος θα αναβληθούν επ’ αόριστο, αφού κάποιοι υπουργοί θεωρήσουν ότι η Ελλάδα απέτυχε για τρίτη συνεχόμενη φορά ύστερα από 8 συνεχόμενα χρόνια χρηματοδότησης και έπειτα από τρία προγράμματα προσαρμογής. Τεχνικά το πρόγραμμα θα πρέπει να πάρει παράταση κάποιων μηνών, ώστε να μπορεί η Ελλάδα να διεκδικήσει την τελευταία δόση του δανείου του ESM, όπως ακριβώς έγινε και το 2014 όταν η Ελλάδα βρισκόταν εν όψει εκλογών χωρίς να έχει ολοκληρώσει το δεύτερο πρόγραμμα προσαρμογής. Ωστόσο, το κακό θα είχε γίνει.
Το ΔΝΤ θα διέκοπτε το πρόγραμμα εν αναμονή που έχει με την Ελλάδα και θα αποχωρούσε εντελώς από το πρόγραμμα, αφού δεν θα υπήρχε προοπτική αναδιάρθρωσης του χρέους Τούτο θα ήταν ένα μήνυμα ότι η Ελλάδα συνεχίζει να αντιμετωπίζει προβλήματα που δεν μπορεί να λύσει ούτε το ΔΝΤ. Με δεδομένο το πρόβλημα χρηματοδότησης των τραπεζών και την πανευρωπαϊκή σύμπνοια να αποφευχθεί μια νέα τραπεζική κρίση, μοιραίο είναι ότι θα ξεκινούσαν συζητήσεις για ένα τέταρτο πρόγραμμα τη στιγμή που οι θεσμοί και από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού θέλουν να τελειώσουν με το θέμα «Ελλάδα».
Μόνο που αυτήν τη φορά κανείς δεν μπορεί και δεν θέλει να αντιμετωπίσει ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Πηγές πολύ κοντά στο ελληνικό πρόγραμμα διαβεβαιώνουν ότι οι Ευρωπαίοι υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης δεν έχουν όμως καμία διάθεση να συζητήσουν -πολύ περισσότερο να εγκρίνουν- ένα τέταρτο πρόγραμμα για την Ελλάδα. Κατά συνέπεια η χώρα θα έμενε ξανά ξεκρέμαστη πυροδοτώντας ξανά σενάρια χρεοκοπίας και Grexit. Αυτονόητο είναι επίσης ότι η προσπάθεια εξόδου στις αγορές θα γινόταν από δύσκολη έως αδύνατη, καθώς θα επανέρχονταν τα σενάρια καταστροφής. Η Ελλάδα θα επέστρεφε στο φάσμα της ύφεσης, αφού κατανάλωση και επενδύσεις θα αναβάλλονταν επ’ αόριστον.
ΤΑΣΟΣ ΔΑΣΟΠΟΥΛΟΣ
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου