Η υλοποίηση της επένδυσης στην έκταση του πρώην αεροδρομίου στο Ελληνικό είναι αδύνατη όσο συνεχείς ανατροπές και νέα εμπόδια οδηγούν σε αλλοίωση του Σχεδίου Ανάπτυξης με τρόπους που δεν προβλέπονται από τη σύμβαση, όπως αναφέρει η εταιρία, σχολιάζοντας τις πρόσφατες αποφάσεις του υπουργείου Πολιτισμού περί οριοθέτησης αρχαιολογικού χώρου και επιβολής 16 όρων για την έγκριση του Σχεδίου Ανάπτυξης. Τα βασικά σημεία που θίγει η Lamda Development έχουν ως εξής:
– Ολα τα αρχαιολογικά ευρήματα εντός της έκτασης είχαν γνωστοποιηθεί στους εννέα υποψήφιους επενδυτές στο πλαίσιο του διεθνούς διαγωνισμού που προκηρύχθηκε το 2011.
– Η επικυρωμένη από τη Βουλή τον Σεπτέμβριο του 2016 σύμβαση περιλαμβάνει συγκεκριμένες ρυθμίσεις για την περίπτωση εύρεσης νέων αρχαιοτήτων, ενώ, ούτως ή άλλως, εξακολουθούν να ισχύουν καθ’ ολοκληρίαν και όσα προβλέπουν οι αρχαιολογικοί νόμοι.
– Ανατροπή που επηρεάζει σημαντικό τμήμα του σχεδιασμού του έργου αυξάνει σημαντικά και με τρόπο μη προβλέψιμο τους κινδύνους από τη γραφειοκρατία, ενώ δυσχεραίνει σημαντικά την προώθηση των επιμέρους επενδύσεων.
– Δημιουργούνται σοβαρές επιπτώσεις στην υλοποίηση του σχεδίου ανάπτυξης της έκτασης.
– Εγείρονται συνεχώς νέα εμπόδια που διαρρηγνύουν το αναγκαίο κλίμα εμπιστοσύνης. Ως αποτέλεσμα δημιουργείται έντονος προβληματισμός ως προς τη δυνατότητα υλοποίησης της επένδυσης.
Η ανακοίνωση
Ειδικότερα, με βάση τις πρόσφατες αποφάσεις του υπουργείου Πολιτισμού περί οριοθέτησης αρχαιολογικού χώρου και επιβολής δεκαέξι (16) όρων για την έγκριση του Σχεδίου Ανάπτυξης, η Lamda Development S.A. τοποθετείται μεταξύ άλλων ως εξής: «Ολα τα αρχαιολογικά ευρήματα εντός της έκτασης είχαν γνωστοποιηθεί στους εννέα (9) υποψήφιους επενδυτές στο πλαίσιο του διεθνούς διαγωνισμού που προκηρύχθηκε το 2011. Αυτά τα ευρήματα ήταν το αποτέλεσμα των εργασιών που είχαν γίνει μέχρι τότε, τόσο κατά την κατασκευή του αεροδρομίου όσο και κατά την υλοποίηση των έργων για τους Ολυμπιακούς Αγώνες, το τραμ και το μετρό.
Αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν η οριοθέτηση αρχαιολογικού χώρου μόνο στην περιοχή του Αγίου Κοσμά. Η εταιρία τα έλαβε υπόψη της κατά το σχεδιασμό της ανάπτυξης με ιδιαίτερη μέριμνα για την ανάδειξή τους, όπως επιβάλλεται σε μιας τέτοιας εμβέλειας επένδυση. Παράλληλα, η -επικυρωμένη από τη Βουλή τον Σεπτέμβριο του 2016- σύμβαση περιλαμβάνει συγκεκριμένες ρυθμίσεις για την περίπτωση εύρεσης νέων αρχαιοτήτων, ενώ, ούτως ή άλλως, εξακολουθούν να ισχύουν καθ’ ολοκληρίαν και όσα προβλέπουν οι αρχαιολογικοί νόμοι.
Παρ’ όλα αυτά και παρά το γεγονός ότι δεν προέκυψε κανένα νέο εύρημα, το υπουργείο Πολιτισμού κήρυξε νέο αρχαιολογικό χώρο.
Κατά συνέπεια και παρότι έχουν μεσολαβήσει η υπογραφή της αρχικής σύμβασης (Νοέμβριος 2014), η υπογραφή της τροποποιητικής σύμβασης (Ιούλιος 2016) και η κύρωση των δύο ανωτέρω συμβάσεων από τη Βουλή (Σεπτέμβριος 2016), η εταιρία βρίσκεται αντιμέτωπη με αιφνιδιαστική ανατροπή των συμφωνημένων, με σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις στην υλοποίηση του Σχεδίου Ανάπτυξης.
Η ανατροπή αυτή επηρεάζει σημαντικό τμήμα του σχεδιασμού του έργου, αυξάνει σημαντικά και με τρόπο μη προβλέψιμο τους κινδύνους από τη γραφειοκρατία, ενώ δυσχεραίνει σημαντικά την προώθηση των επιμέρους επενδύσεων».
Σχέδιο Ανάπτυξης
Στην κυρωμένη από τη Βουλή σύμβαση προβλέπεται ρητά ως όρος για την ολοκλήρωση της μεταβίβασης η έγκριση του ΣΟΑ «ουσιωδώς στη μορφή στην οποία υποβλήθηκε» από την εταιρία στο πλαίσιο του διαγωνισμού. Η Υπουργική Απόφαση επιβάλει δεκαέξι (16) νέους όρους. Συνεπώς, δημιουργούνται ανατροπές, κενά και ασάφειες, τα οποία προετοιμάζουν το έδαφος για νέες μελλοντικές αυθαίρετες ερμηνείες, από όπου κι αν αυτές προέλθουν.
Είναι προφανές ότι η επένδυση δεν είναι δυνατόν να ευοδωθεί, όσο συνεχείς ανατροπές και νέα εμπόδια οδηγούν σε αλλοίωση του Σχεδίου Ανάπτυξης με τρόπους που δεν προβλέπονται από τη σύμβαση.
Ειδικότερα, τίθεται περιορισμός στα ύψη των κτιρίων. Συγκεκριμένα, ενώ ο νόμος με βάση τον οποίο σχεδιάστηκε η ανάπτυξη, έθετε τους όρους βάσει των οποίων μπορεί να υλοποιηθεί μεγάλος αριθμός υψηλών κτιρίων, χωρίς περιορισμό ύψους, η Υπουργική Απόφαση θέτει ως όρο την επανεξέταση του ύψους των κτιρίων, αλλοιώνοντας έτσι τη δέσμευση των νόμων απέναντι στους επενδυτές. Αξίζει να σημειωθεί ότι τα υψηλά κτίρια της σχεδιαζόμενης ανάπτυξης αποτελούν ένα από τα πλέον εμβληματικά στοιχεία της, με στόχο την ενδυνάμωση της Αθήνας ως σύγχρονου τουριστικού προορισμού.
Οπως είναι φυσικό, το σύνολο αυτών των ανατροπών και ανακολουθιών, αλλά και η πρακτική της συνεχούς έγερσης νέων εμποδίων, διαρρηγνύουν το αναγκαίο κλίμα εμπιστοσύνης. Ταυτόχρονα, δημιουργούν έντονο προβληματισμό ως προς τη δυνατότητα υλοποίησης της επένδυσης, της οποίας η αναγκαιότητα διακηρύσσεται με τον πιο επίσημο τρόπο από την ελληνική Πολιτεία, ενώ η κρισιμότητά της είναι αδιαμφισβήτητη από όλες τις πλευρές», συμπληρώνει η ανάδοχος Lamda καταλήγοντας: «Η εταιρία δεν έχει άλλη επιλογή παρά να απαιτήσει το ίδιο και από τα λοιπά συμβαλλόμενα μέρη, καθότι αυτό αποτελεί τη μόνη ασφαλή οδό για την επιτυχή πλήρωση όλων των αιρέσεων και την έναρξη του έργου».
ΧΑΡΗΣ ΝΤΙΓΡΙΝΤΑΚΗΣ
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου