Η πορεία της Αμερικανικής Ομοσπονδίας Εργατών την 1η Μαΐου 1886 στο Σικάγο, με κύριο σύνθημα το «8 ώρες δουλειά, 8 ώρες ανάπαυση και μόρφωση, 8 ώρες ύπνος», οδηγεί σε απεργία 350.000 εργαζομένους και πολυήμερες κινητοποιήσεις στις οποίες βρίσκουν τον θάνατο επτά αστυνομικοί και έξι εργάτες. Οι ηγέτες του κινήματος συλλαμβάνονται, εκτελούνται ή καταδικάζονται σε πολυετείς φυλακίσεις. Οι εργαζόμενοι, εκτός από δίκιο, έχουν πλέον τους απαραίτητους μάρτυρες, ώστε η Πρωτομαγιά να μην αποτελεί πλέον μόνον Ημέρα των Λουλουδιών, αλλά και των ίδιων.
Στην Ελλάδα του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα, παρόλο που, συνήθως, ο αντίκτυπος διεθνών γεγονότων φτάνει με μεγάλη καθυστέρηση, αυτήν τη φορά ο «σπόρος» που πέφτει «πιάνει» αμέσως, με τη χώρα να είναι, μάλιστα, από τις πρώτες παγκοσμίως που τιμούν τα γεγονότα του Σικάγου. Ο πρώτος εορτασμός της Πρωτομαγιάς γίνεται το 1891, όταν ο Σταύρος Καλλέργης και άλλοι 11 σοσιαλιστές φίλοι του συμμετέχουν συμβολικά στην επέτειο με μια απλή μάζωξη που επισφραγίζεται με φωτογραφία. Την επόμενη χρονιά η… παρέα γίνεται 30 άτομα και αυτήν τη φορά όλοι μαζί συναντιούνται στο καφενείο του Παναθηναϊκού Σταδίου για να διαμαρτυρηθούν «κατά του πλουτοκρατικού αθλίου συστήματος». Η συγκέντρωση του 1893, που γίνεται στις 2 Μαΐου, δεν θυμίζει σε τίποτα τον όγκο των προηγούμενων, αφού στη μικρή τότε Αθήνα πάνω από 500 άτομα μαζεύονται, πάλι, στο Καλλιμάρμαρο, ακούν ομιλίες περί εργατικών δικαιωμάτων, εκδίδοντας μάλιστα και ψήφισμα διεκδίκησης, αυτονόητων σήμερα, δικαιωμάτων. Τα δημοσιεύματα της επομένης περιγράφουν την ατμόσφαιρα που υπάρχει: «Περί την 6 μ.μ. άπας ο χώρος του Σταδίου εκαλύφθη υπό ποικίλου κόσμου ανδρών, γυναικών και παίδων, μεταξύ των οποίων 50-60 σοσιαλισταί, πάντες τίμιοι και φιλόπονοι εργάται, φέροντας ερυθράς κονκάρδας επί του στήθους». «Πάντες δε οι παρευρεθέντες σοσιαλισταί, ων ο αριθμός κατεθορύβησε τους συντάκτας του “Αστεως” και την Τρικουπικήν φατρίαν, έφερον ερυθρόν σήμα επί της κομβιοδόχης ως σύμβολον ανταρσίας κατά της καθεστηκυίας κοινωνίας».
Το 1894 κλείνει ο κύκλος της πρώτης περιόδου «αθωότητας» της εργατικής Πρωτομαγιάς. Η συγκέντρωση του 1893 προβληματίζει την κυβέρνηση, που βλέπει τους συγκεντρωμένους όχι πια σαν γραφικούς αλλά ως επικίνδυνους, με αποτέλεσμα να στείλουν στους 2.000 συγκεντρωμένους αυξημένες αστυνομικές δυνάμεις, με επικεφαλής τον περίφημο Μπαϊρακτάρη. «Στας δύο Μαΐου, ημέραν Kυριακή, 5 μ.μ. εις το Aρχαίον Στάδιον όπισθεν του Ζαππείου, εις την γέφυραν όπου είναι απέναντι εις τα Αγγλικά μνημεία με κυπαρίσσια».
Ο εορτασμός σταματάει και επανεμφανίζεται μόλις το 1909 στη Θεσσαλονίκη, με παρουσία ενός πολυεθνικού πλήθους, που «…με ερυθράς σημαίας και μουσικάς παρήλασαν εις τους δρόμους της πόλεως προς μεγάλην κατάπληξιν πάντων». Ο πρωτότυπος μουσικός εορτασμός συνεχίζεται τα επόμενα χρόνια στην υπό οθωμανική κατοχή πόλη, ενώ την ίδια εποχή στην πρωτεύουσα η Αστυνομία διαλύει πρωτομαγιάτικες συναθροίσεις, ακόμα και όταν αυτές γίνονται σε καφενεία. Το 1919 η ημέρα γιορτάζεται για πρώτη φορά με συγκεντρώσεις σε πολλές επαρχιακές πόλεις, αλλά όχι σε Αθήνα -Πειραιά, όπου Αστυνομία και Στρατός περικυκλώνουν γραφεία εργατικών οργανώσεων και θέατρα για την αποφυγή συγκεντρώσεων. Το ίδιο έτος, η πρώτη διάσπαση της ΓΣΕΕ δείχνει τον δρόμο για τις δύο ή τρεις διαφορετικές συγκεντρώσεις των επόμενων χρόνων που συνεχίζονται μέχρι και σήμερα.
Μεγάλα επεισόδια με δύο νεκρούς και δεκάδες συλλήψεις έχουμε το 1924 και το 1926, με τις εφημερίδες της εποχής να εμφανίζουν τους εργαζομένους ως γραφικούς: «Προ της αρνήσεως των εργατών να διαλυθούν αι στρατιωτικαί αρχαί έθεσαν εις ενέργειαν τας πυροσβεστικάς αντλίας. Το άφθονον κατάβρεγμα τους ηνάγκασε να φύγουν προς διαφόρους κατευθύνσεις. Μετά από λίγον όμως και όταν απεμακρύνθησαν αι αντλίαι καταδιώκουσαι τους φεύγοντας, ομάς 300 περίπου επανελθούσα απεπειράθη να καταλάβει τα γραφεία των μη κομμουνιστικών οργανώσεων τα ευρισκόμενα εντός του Δημοτικού Θεάτρου. Ούτοι αρχικώς ημποδίσθησαν υπό στρατιωτικής δυνάμεως και κατόπιν διελύθησαν διά γενναίου καταβρέγματος». Οι Πρωτομαγιές των επόμενων χρόνων χαρακτηρίζονται από συγκρούσεις με την Αστυνομία και ξεχωριστές συγκεντρώσεις διαφορετικών πολιτικών ομάδων.
Ο τελευταίος προπολεμικός εορτασμός γίνεται το 1936, λίγους μήνες πριν από τη δικτατορία της 4ης Αυγούστου (Ιωάννης Μεταξάς), και σημαδεύεται από τα αιματοβαμμένα γεγονότα της Θεσσαλονίκης. Ενώ η ημέρα της Πρωτομαγιάς περνά χωρίς επεισόδια, στη Θεσσαλονίκη η απεργία – κατάληψη από τις 29 Απριλίου καπνεργοστασίου κινητοποιεί αρχικά μεγαλύτερες ομάδες εργαζομένων (κλωστοϋφαντουργοί, τσαγκάρηδες, μυλεργάτες κ.ά.) και στη συνέχεια ολόκληρη την πόλη. Η βίαιη επέμβαση της Αστυνομίας στις 8 Μαΐου, τα κλειστά μαγαζιά και οι καμπάνες, που χτυπούν αδιάκοπα, οδηγούν δεκάδες χιλιάδες Θεσσαλονικείς στους δρόμους, με την Αστυνομία να χτυπάει στο ψαχνό… Τραγικός απολογισμός εκείνης της ημέρας, 12 νεκροί, εκατοντάδες τραυματίες, πάνω από 100.000 κόσμου στις κηδείες και μια πόλη στο χάος, κάτι που αξιοποιείται ως επιχείρημα από τη δικτατορία της 4ης Αυγούστου. Μάλιστα, οι πρωτομαγιάτικοι εορτασμοί γίνονται πλέον υποχρεωτικοί προς τιμήν του δικτάτορα, που αυτοανακηρύσσεται ως «πρώτος εργάτης της χώρας»…
Οι διεκδικήσεις του συνδικαλιστικού κινήματος
Στους δύο πρώτους μαζικούς εορτασμούς της Πρωτομαγιάς στην Αθήνα εκδίδονται δύο ιστορικά ψηφίσματα, που αποτελούν για πολλές δεκαετίες τους βασικούς πυλώνες διεκδίκησης του συνδικαλιστικού κινήματος στη χώρα. Αξίζει να τα θυμηθούμε:
«Την Κυριακή να κλείουσι τα καταστήματα καθ’ όλην την ημέραν και οι εργάται ν’ αναπαύονται. Οι εργάται να εργάζονται επί 8 ώρας την ημέραν και ν’ απαγορευθή η εργασία εις τους ανηλίκους. Να απονέμεται σύνταξις εις τους εκ της εργασίας παθόντας και καταστάντας ανικάνους προς συντήρησιν εαυτών και της οικογενείας των. Να εκλέξουν Επιτροπήν εκ των μελών του εν Αθήναις Κεντρικού Σοσιαλιστικού Συλλόγου, όπως επιδώσει την αναφοράν εις την Βουλήν εν καιρώ. Να καταργηθώσιν αι θανατικαί εκτελέσεις. Να καταργηθεί η διά χρέη προσωπική κράτησις. Ανατίθεται εις τους διευθυντάς των σοσιαλιστικών εφημερίδων η επίδοσις του παρόντος ψηφίσματος εις την κυβέρνησιν, επί τη βάσει του οποίου παρακαλείται αυτή να συντάξει νομοσχέδιο και υποβάλη τούτο εις την Βουλήν προς ψήφισιν κατά την αμέσως συγκληθησομένην αυτής σύνοδον».
Αξίζει να σημειωθεί ότι το ψήφισμα του 1893 οδηγεί στην πρώτη σύλληψη που γίνεται τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους, όταν ο Σταύρος Καλλέργης επιδίδει το ψήφισμα στη Βουλή, αλλά, όταν δεν ακούει τον Πρόεδρο να διαβάζει το περιεχόμενο, αρχίζει να διαμαρτύρεται δυνατά, με αποτέλεσμα τη σύλληψή του και την καταδίκη του σε 12ήμερη φυλάκιση.
Από την έντυπη έκδοση