Παρά τα όποια αρνητικά του νεοελληνικού κράτους, η Ελλάδα παραμένει μία από τις πρώτες χώρες που από τα πρώτα της ακόμα Συντάγματα του 1822, του 1823 και του 1844 απαγόρευε ρητά τη δουλεία: «Εις την Ελληνικήν επικράτειαν ούτε πωλείται ούτε αγοράζεται άνθρωπος. Αργυρώνητος δε παντός γένους και πάσης θρησκείας, άμα πατήσας το Ελληνικόν έδαφος, είναι ελεύθερος και από τον δεσπότην αυτού ακαταζήτητος». Στον υπόλοιπο δυτικό κόσμο η δουλεία καταργείται, αρχικά υπό όρους και εν συνεχεία ολοκληρωτικά, από τα τέλη του 18ου μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα. Σήμερα θα δούμε πως στην Αμερική του 20ού αιώνα οι πρώην σκλάβοι έπρεπε να αποτινάξουν με τους αγώνες τους κάποια άλλα δεσμά. Εκείνα του πολιτικού, κοινωνικού και οικονομικού αποκλεισμού μέχρι να φτάσουν στο σημείο να εκλέξουν τα τελευταία χρόνια Αφροαμερικανό πρόεδρο.
Ο Μοχάμεντ Αλι δείχνει τη γροθιά του μάλλον στη «λευκή» Αμερική.
Υστερα από την κατάκτηση της ελευθερίας τους το 19ο αιώνα, οι Αφροαμερικανοί έπρεπε πλέον να παλέψουν σε μια νέα εποχή, ώστε να διεκδικήσουν την ισοτιμία. Οι διακρίσεις εναντίον τους ήταν πολύ βαθιά ριζωμένες, όχι μόνο στην Αμερική, αλλά και στην Ευρώπη, ενώ κάποιες από αυτές έφτασαν έως τις ημέρες μας (π.χ. διαφορές ευφυΐας των δύο φυλών) προσφέροντας ένα ιδεολογικό υπόβαθρο στην άνοδο του φασισμού στο Μεσοπόλεμο.
Οπλισμένοι «Μαύροι Πάνθηρες» στα τέλη της δεκαετίας του ’60.
Ενώ οι ΗΠΑ ωρίμαζαν ως κράτος και ως Πολιτεία στον 20ό αιώνα, αποκαλύπτονταν ιδιαιτερότητες που θα τις χαρακτήριζαν στη συνέχεια. Ισως η πιο σημαντική από αυτές -και παράλληλα μια μεγάλη πρόκληση- ήταν η μεγάλη ανομοιογένεια του πληθυσμού τους λόγω της διαφορετικής καταγωγής. Η πολιτική ελίτ έπρεπε να λύσει το πρόβλημα με τη διαμόρφωση πολιτικής και ιδεολογίας κατάλληλης, ώστε, από τη μια, να προστατεύσει την άρχουσα τάξη των λευκών και, από την άλλη, να χρησιμοποιήσει στο έπακρο το μαύρο δυναμικό.
Η Ρόζα Παρκς κατά τη διάρκεια της σύλληψής της, η οποία αποτέλεσε σταθμό στην ιστορία του κινήματος των μαύρων.
Σε αυτό το νέο σύστημα εξουσίας, οι «έγχρωμοι» πολίτες απέκτησαν, τελικά, πρόσβαση πληρώνοντας, φυσικά, το ανάλογο κόστος. Στον 20ό αιώνα γεννήθηκε το κίνημα για τα πολιτικά δικαιώματα των μαύρων που με την πάροδο του χρόνου γιγαντώθηκε απαιτώντας καλύτερες συνθήκες ζωής, περισσότερα δικαιώματα και την απαλοιφή των εναντίον τους διακρίσεων. Παράλληλα με το δικό τους, διεξάγονταν και οι αγώνες άλλων κοινωνικών ομάδων, όπως των γυναικών και αργότερα των φοιτητών και των νέων. Τα κινήματα αυτά αλληλοτροφοδοτήθηκαν και στη δεκαετία του 1960 έφτασαν να αναγνωρίζονται ως μια ενιαία οντότητα.
Αντιπροσωπευτική φωτογραφία από το φυλετικό διαχωρισμό που υπήρχε μέχρι και στα λεωφορεία.
Στις αρχές του 20ού αιώνα, οι μαύροι πολίτες, παίρνοντας ερεθίσματα από τις κατακτήσεις του γυναικείου κινήματος, ήλπιζαν ότι η προοδευτική πολιτική που τους είχε δώσει ψήφο θα συνεχιζόταν και στο μέλλον. Οργανώσεις, όπως η Κίνηση του Νιαγάρα το 1905, μαρτυρούν το πόσο συγκροτημένες ήταν οι πρώτες εκείνες κινήσεις. Δυστυχώς, όμως, η συνέχεια ήταν διαφορετική, καθώς το 1915 επανιδρύεται η Κου Κλουξ Κλάν, που πέντε χρόνια μετά φτάνει να αριθμεί 4.000.000 μέλη, κυρίως στον Νότο. Ετσι, την αισιοδοξία του προηγούμενου αιώνα διαδέχεται μια περίοδος πολέμων, καταπίεσης και μισαλλοδοξίας. Παρ’ όλα αυτά, το 1920 στη Νέα Υόρκη λαμβάνει χώρα η Αναγέννηση του Χάρλεμ, μια έκρηξη δημιουργικότητας στην τέχνη και τη λογοτεχνία που ανήκει αποκλειστικά στους Αφροαμερικανούς και τους βοηθάει να δηλώνουν την ιδιαιτερότητά τους.
Η κλασική φωτογραφία με τους Αμερικανούς αθλητές (Τόμι Σμιθ και Τζον Κάρλος) στο βάθρο των Ολυμπιακών Αγώνων του Μεξικού να παρουσιάζουν τη «μαύρη δύναμη».
Από το 1945 και μετά, η παρουσία της ΕΣΣΔ και η πλήρης αξιοποίηση του κομμουνισμού ως «μπαμπούλα» δίνουν την ευκαιρία για μια άνευ προηγουμένου κατάπνιξη των διαφορετικών φωνών μέσα στις ΗΠΑ. Οι ισχυροί θέλουν -και κατορθώνουν- τη δεκαετία του 1950 να φτιάξουν την Αμερική των συνοικιών: Ατέλειωτα όμοια σπίτια στη σειρά, με ολόιδιους κήπους, αυτοκίνητα και μυαλά. Προκειμένου να επιτύχουν το αποτέλεσμα αυτό, έπαιξαν το κλασικό χαρτί του φόβου, με το ρόλο του εχθρού να έχει, κυρίως, η ΕΣΣΔ, αλλά και οι μαύροι με τις υπόλοιπες μειονότητες.
Μαζί τους υποφέρει και το κίνημα για τα πολιτικά δικαιώματα, το οποίο πλέον στηρίζεται περισσότερο σε μεμονωμένες πράξεις κάποιων γενναίων προσώπων, παρά σε συντονισμένη δράση μεγάλης κλίμακας. Αίσθηση έκανε ο Τζάκι Ρόμπινσον, που το 1947 έγινε ο πρώτος «έγχρωμος» που έπαιξε μπέιζμπολ στην πρώτη κατηγορία και, παρά το μίσος εναντίον του, πήρε το βραβείο του καλύτερου παίκτη το 1949. Παρά τις μεγάλες αντιδράσεις, το μήνυμα περνάει και με τη συνδρομή της δικαστικής εξουσίας οι μαύροι κατορθώνουν να απομακρύνουν σιγά σιγά τα εμπόδια και τις διακρίσεις από Πολιτεία σε Πολιτεία. Θα περάσουν όμως 10-15 χρόνια μέχρι οι συνθήκες να ευνοήσουν ένα γενικότερο ξεσηκωμό.
Εκδήλωση μίσους της Κου Κλουξ Κλαν.
Αφού Νότος και Βορράς προχωρούσαν με διαφορετικές ταχύτητες στο θέμα του ρατσισμού επί εκατό ολόκληρα χρόνια, μοιραίο ήταν να έρθει, τελικά, το πλήρωμα του χρόνου για το ζήτημα αυτό. Οι μαύροι, ειδικά του Νότου, συνειδητοποίησαν ότι δεν μπορούσαν να περιμένουν άλλο βοήθεια από τους προοδευτικούς λευκούς και έπρεπε οι ίδιοι να διεκδικήσουν τα δίκαιά τους. Με αφορμή την καθοριστική πράξη αμφισβήτησης της Ρόζα Παρκς, που το 1955 αρνήθηκε να συμμορφωθεί με το νόμο του Τζιμ Κρόου και να δώσει τη θέση της στο λεωφορείο, ξεκίνησε ένα μεγάλο κύμα αντίδρασης στην Αλαμπάμα. Ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ μαζί με άλλους ηγέτες, ιερωμένους και πλήθος κόσμου έκαναν μποϊκοτάζ στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς και έπειτα από αρκετούς μήνες ο άδικος νόμος καταργήθηκε.
Το φιτίλι είχε ανάψει πλέον και ακολούθησαν μεγάλες αναμετρήσεις μεταξύ των δύο πλευρών. Από τη μια, οι Αφροαμερικανοί μαζί με μερίδα της νεολαίας διαδήλωναν ζητώντας περισσότερη πρόσβαση στις εκλογές, καλύτερη εκπαίδευση και κατάργηση των ανισοτήτων, ενώ η «λευκή» Αμερική, από την άλλη, απαντούσε με την Αστυνομία και τους φόνους και την τρομοκρατία της Κου Κλουξ Κλαν.
Χαρακτηριστική αφίσα εστιατορίου στον αμερικανικό Νότο. Σερβίρουν μόνο λευκούς και μη ισπανόφωνους.
Και μιας και ένα τεράστιο μέρος των Αφροαμερικανών τότε και τώρα είναι έγκλειστο στις φυλακές, αξίζει να αναφέρουμε και το παράδειγμα του Τζορτζ Τσάκσον, που βρέθηκε ισόβια στη φυλακή επειδή έκλεψε 70 δολάρια. Τη δεκαετία του ’60 από το κελί της φυλακής ίδρυσε τη Μαύρη Αντάρτικη Οικογένεια, η οποία οργάνωνε εξεγέρσεις, στη διάρκεια μίας από αυτές, τελικά, πέθανε.
Επειτα από πολλές θυσίες του κινήματος φτάνουμε στο 1963 σε μια ομιλία-ορόσημο: Το γνωστό λόγο του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ στη λαοθάλασσα της Ουάσιγκτον, ενώ λίγο νωρίτερα είχε συλληφθεί και φυλακιστεί στη διάρκεια διαδήλωσης στην Αλαμπάμα. Από τη φυλακή έγραψε ότι οι πολίτες είχαν ηθικό καθήκον να μη συμμορφώνονται με τους άδικους νόμους. Ο Κινγκ από εκείνη τη στιγμή και μετά δεν αντιπροσώπευε μόνο την κοινότητά του, αλλά ήταν ένα σύμβολο της γενικότερης αντίθεσης προς την κυβέρνηση, τον πόλεμο και τις ανισότητες. Χαρακτηριστική του κλίματος της εποχής είναι η άρνηση του Μοχάμεντ Αλι να πάει στο Βιετνάμ λέγοντας ότι «κανένας Βιετκόνγκ δεν με αποκάλεσε ποτέ αράπη». Πλέον, ήταν ξεκάθαρο ότι, εκτός από τις νομοθετικές μεταρρυθμίσεις, έπρεπε να αλλάξει το ίδιο το σύστημα, που υπέθαλπε και νομιμοποιούσε την καταπίεση του μαύρου πληθυσμού. Το νέο αυτό πνεύμα αντικατοπτρίζεται σε τέχνη και μουσική, όπου μεγάλοι μαύροι καλλιτέχνες αφήνουν πίσω τους τις κλασικές μουσικές φόρμες αναζητώντας νέους ήχους και τεχνοτροπίες, δημιουργώντας μια επανάσταση στο χώρο αυτό. Τα πάντα πλέον μαρτυρούν την αλλαγή.
Οι διεκδικήσεις που έγιναν κατακτήσεις
Οι αγώνες των μαύρων αρχίζουν να ανταμείβονται και το 1964 σε 11 Πολιτείες καταργείται ο φόρος, βάσει του οποίου έπρεπε να πληρώνουν για να ψηφίζουν, κάτι που κάνει αμεσότερη τη συμμετοχή τους στην πολιτική. Την ίδια χρονιά ο πρόεδρος Λίντον Τζόνσον υπογράφει την Πράξη για τα Πολιτικά Δικαιώματα, βάσει της οποίας τονιζόταν ότι δεν επιτρέπονταν διακρίσεις οποιουδήποτε είδους, με την κυβέρνηση να δεσμεύεται για την επιβολή της.
Ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ στη γνωστή ομιλία του στην Ουάσιγκτον.
Παρότι η πλειονότητα των μαύρων υποστήριζε την τακτική της μη βίας του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, δεν ήταν λίγοι αυτοί που επέλεξαν την ένοπλη αντιπαράθεση με το καθεστώς. Οι «Μαύροι Πάνθηρες» βασίζονταν στο θεωρητικό υπόβαθρο του Μάλκολμ Χ (το Χ το έβαζαν αντί για το χαμένο αφρικανικό όνομά τους) και του Ελάιτζα Μοχάμεντ. Είχαν ως σκοπό την προστασία των γκέτο τους από την αστυνομική βία και εξέφραζαν μια πιο ακραία άποψη στους κόλπους των πόλεων. Δύο «Πάνθηρες», ο Τόμι Σμιθ και ο Τζον Κάρλος, αθλητές στους Ολυμπιακούς του Μεξικού, υψώνοντας τις γροθιές στη διάρκεια απονομής των μεταλλίων τους, έστελναν το μήνυμα σε όλο τον κόσμο ότι η διεκδίκηση των δικαιωμάτων τους θα γινόταν με όλους τους τρόπους.
Με τον πόλεμο στο Βιετνάμ να μαίνεται, οι ΗΠΑ έφτασαν στο «μοιραίο» 1968 και τα τέλη της δεκαετίας εκείνης, όπου τα 2-3 αυτά χρόνια κρίθηκε κατά πολύ το μέλλον του κινήματος. Γεγονότα-κλειδιά ήταν η δολοφονία του Κινγκ, οι εργατικές κινητοποιήσεις, το Γούντστοκ, η επίθεση στη Σαϊγκόν, η δολοφονία του Ρ. Κένεντι και η άνοδος του Νίξον στην προεδρία.
Το κίνημα φτάνει στο αποκορύφωμά του εκείνο τον καιρό, με τις διαδηλώσεις και ταραχές που ακολούθησαν τη δολοφονία του Μάρτιν Λούθερ Κίνγκ να είναι στην ημερήσια διάταξη από τη μια ακτή της χώρας μέχρι την άλλη. Ο καθηγητής Ντιόν του Χάρβαρντ αναφέρει πως τα αντικείμενα του ευρύτερου «πολιτιστικού πολέμου» ήταν:
1. Να ενταχθούν πλήρως οι μαύροι στην πολιτική και την οικονομική σφαίρα.
2. Η σεξουαλική απελευθέρωση και τα δικαιώματα των γυναικών.
3. Η τριβή σχετικά με τους ιμπεριαλιστικούς πολέμους που διεξήγαγαν οι ΗΠΑ.
Οι κατακτήσεις εκείνης της περιόδου ήταν η κληρονομιά που οδήγησε την επόμενη γενιά στο να μεγαλώσει σε ένα διαφορετικό κόσμο. Οι κοινωνικοί αγώνες θα συνεχιστούν, αλλά οι μαύροι έχουν κερδίσει την είσοδό τους στη νέα εποχή, είτε πρόκειται για την τέχνη είτε για την πολιτική είτε για την οικονομία.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΠΟΡΔΟΚΑΣ
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής