Η τεράστια αύξηση ηλεκτρονικών πληρωμών, σε συνδυασμό με τη διασύνδεση των POS με τις ταμειακές μηχανές και την εφορία, αποδίδει καρπούς. Αν και το μέτρο της διασύνδεσης ολοκληρώθηκε την άνοιξη, μόνο για το 2024 προβλέπονται έξτρα έσοδα πάνω από 2 δισ. ευρώ από ΦΠΑ, ενώ για τα επόμενα χρόνια το ποσό μπορεί να φτάσει και τα 3 δισ. ευρώ.
Η μείωση του μαύρου χρήματος στην πραγματική οικονομία και τα υπερέσοδα δημιουργούν έναν σημαντικό κουμπαρά για τα επόμενα χρόνια. Αυτή η επιτυχημένη μεταρρύθμιση μπορεί πολιτικά να πιστώνεται στην κυβέρνηση, αλλά οικονομικά πρέπει να «πιστωθεί» στις τσέπες των πολιτών. Αυτό, άλλωστε, έχει προαναγγείλει και ο Κυριάκος Μητσοτάκης πως θα γίνει μετά το 2025.
ΣΥΜΦΩΝΑ με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, το φορολογικό βάρος για έναν ανύπαντρο εργαζόμενο φτάνει στο 38,1% του εισοδήματος, ενώ ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ βρίσκεται στο 34,8%. Αντίστοιχα, για οικογένειες με δύο παιδιά στην Ελλάδα είναι στο 37,5% και στον ΟΟΣΑ στο 29,5%. Αρα, φαίνεται πως στις περισσότερες χώρες υπάρχει πρόνοια για ευνοϊκή φορολογική μεταχείριση της οικογένειας με δύο παιδιά.
ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ, το μεγαλύτερο φορολογικό βάρος πέφτει στα εισοδήματα μεταξύ 20.000 και 40.000 ευρώ, τα οποία κατά βάση δηλώνουν πολίτες που δεν έχουν τη δυνατότητα να φοροδιαφύγουν, δηλαδή, κυρίως, οι μισθωτοί του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα.
ΣΥΜΦΩΝΑ με το ρεπορτάζ που αποκαλύπτει σήμερα ο Ελεύθερος Τύπος της Κυριακής, η κυβέρνηση δρομολογεί σημαντικές και ευνοϊκές αλλαγές για τη μεσαία τάξη. Εως σήμερα περίπου 3.200.000 φορολογούμενοι, με βάση την ισχύουσα κλίμακα, πληρώνουν κάθε χρόνο φόρους εισοδήματος συνολικού ύψους άνω των 6,2 δισ. ευρώ στηρίζοντας ουσιαστικά τα έσοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού.
ΜΕ την ισχύουσα νομοθεσία, στο κλιμάκιο εισοδήματος πάνω από τις 10.000 και μέχρι τις 20.000 ευρώ επιβάλλεται φόρος με συντελεστή 22%, στο κλιμάκιο πάνω από τις 20.000 και μέχρι τις 30.000 ευρώ επιβάλλεται φόρος με συντελεστή 28% και στο κλιμάκιο πάνω από τις 30.000 και μέχρι τις 40.000 ευρώ επιβάλλεται φόρος με συντελεστή 36%.
ΣΤΟ τραπέζι βρίσκονται δύο εναλλακτικά σενάρια, είτε για μείωση των παραπάνω φορολογικών συντελεστών είτε για το «σπάσιμο» των υφιστάμενων κλιμακίων σε περισσότερα και με χαμηλότερους συντελεστές.
ΟΠΟΙΟ από τα δύο σενάρια, τελικά, προκριθεί θα επιφέρει σημαντικές ελαφρύνσεις. Στο πλαίσιο αυτής της μεταρρύθμισης, η κυβέρνηση οφείλει να βρει τρόπους, ώστε να μειωθεί περαιτέρω η φορολογική επιβάρυνση των οικογενειών με παιδιά, ώστε να προσεγγίσουμε τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ.