Πρώτον, η σύγκριση της περιόδου διακυβέρνησης Μητσοτάκη με την αντίστοιχη Τσίπρα είναι καταλυτική υπέρ του σημερινού πρωθυπουργού σε όλους τους τομείς, την οικονομία, τη Δημόσια Διοίκηση, την Παιδεία και την εξωτερική πολιτική. Και, δεύτερον, οι προγραμματικές θέσεις της Νέας Δημοκρατίας είναι κατ’ αρχάς ξεκάθαρες και ρεαλιστικές, και βασίζονται στα πεπραγμένα της κυβέρνησης ως εγγύηση αξιοπιστίας σε σχέση με αυτές του ΣΥΡΙΖΑ που δεν πληρούν καμία από αυτές τις προϋποθέσεις.
Στοίχημα η σύγκλιση με την Ευρώπη
Ξεκινώντας από την πρόταση διακυβέρνησης, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει ζητήσει από τον ελληνικό λαό να επιλέξει την κυβέρνηση της Ν.Δ. δίνοντάς της αυτοδυναμία. Και από τη χθεσινή δημοσκόπηση είδαμε ότι πλέον η πλειοψηφία των πολιτών προτιμά τις αυτοδύναμες κυβερνήσεις από τις κυβερνήσεις συνεργασίας. Η διαφορά αυτή γίνεται εντονότερη όσο τα κόμματα τα οποία ο Αλ. Τσίπρας επιθυμεί να φέρει ως δυνητικούς κυβερνητικούς εταίρους απορρίπτουν την πρότασή του και αλληλοκατηγορούνται ή βάζουν στην ατζέντα σχέδια τύπου «Δήμητρα» που μπορούν να βάλουν τη χώρα ξανά σε περιπέτειες.
Το προβάδισμα των 7,7 μονάδων της Νέας Δημοκρατίας έναντι του ΣΥΡΙΖΑ στην εκτίμηση ψήφου είναι ισχυρό, όμως σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπονται εφησυχασμοί, όταν οι εκλογές της 21ης Μαΐου θα κρίνουν την πορεία της χώρας για τα επόμενα χρόνια. Για αυτό και η κυβέρνηση θα πρέπει να συνεχίσει να προβάλει τον προγραμματικό της λόγο προκειμένου να επιτύχει τη μεγαλύτερη δυνατή συσπείρωση, αλλά και για να καταφέρει να προσελκύσει ακόμα περισσότερους νέους ψηφοφόρους.