«Ολοι σε αυτόν τον τόπο γράφουν την ιστορία τους» σχολίασε όλο νόημα ο Αρχιεπίσκοπος, με πολλούς ιεράρχες να εμφανίζονται ιδιαίτερα ενοχλημένοι από τις τελευταίες παρεμβάσεις του τέως υπουργού.
Οι απόψεις του κ. Φίλη που εκφράστηκαν με άρθρο του (στην «Εφημερίδα των Συντακτών») με τίτλο «ο χωρισμός Κράτους-Εκκλησίας έχει ωριμάσει» έρχονται την ώρα όπου βρίσκεται σε εξέλιξη ο κρίσιμος διάλογος μεταξύ υπουργείου Παιδείας και Ιεραρχίας για το μέλλον των Θρησκευτικών στα σχολεία. Και αυτό προβληματίζει τους μητροπολίτες, οι οποίοι αναμένουν, όπως σχολιάζουν, από την κυβέρνηση να «τηρήσει στο ακέραιο τα συμφωνηθέντα», τόσο για το μάθημα των Θρησκευτικών όσο και για τη σχέση της με την Εκκλησία.
Στη νέα του «προκλητική» κατά πολλούς μητροπολίτες παρέμβαση ο κ. Φίλης αναφέρει ότι «το Σύνταγμα κατοχυρώνει την ελευθερία της συνείδησης. Συνεπώς, κατοχυρώνει το δικαίωμα κάθε πολίτη να πιστεύει σε όποιον Θεό θέλει ή και να μην πιστεύει. Ωστόσο, όπως συμβαίνει και με άλλες συνταγματικές διακηρύξεις, η πραγματικότητα συχνά είναι διαφορετική, σε συνθήκες μάλιστα καθεστώτος ‘‘θρησκευόμενου Κράτους και πολιτευόμενης Εκκλησίας’’».
Στο σημείο αυτό διατυπώνει την άποψη ότι η επικείμενη συνταγματική αναθεώρηση είναι «αναγκαίο να προσδιορίσει τα βήματα μιας καθυστερούμενης εδώ και δεκαετίες αλλαγής στις σχέσεις Κράτους-Εκκλησίας. Το άρθρο 3 του Συντάγματος παράγει συγχύσεις, παρότι η αναφορά στην ‘‘επικρατούσα θρησκεία’’ ερμηνεύεται ως διαπιστωτική και όχι κανονιστική διάταξη».
Ο τέως υπουργός, αναφερόμενος στο σκάνδαλο Βατοπαιδίου, δεν χάνει την ευκαιρία να κατηγορήσει ευθέως την Εκκλησία: «Με τον τρόπο της συνετέλεσε στη σημερινή κρίση. Ουδείς αναμάρτητος. Οπως η πολιτική εξουσία επιβάλλεται να προχωρήσει σε αυτοκριτική και ανατροπές, με πρώτο βήμα την κατάρρευση του δικομματισμού, έτσι και οι άλλες εξουσίες πρέπει να αντιληφθούν την ανάγκη της αυτοκριτικής. Αλλωστε, ο Χριστός δεν είναι που μίλησε για μετάνοια;».
Συνεχίζοντας δε την επίθεσή του στην Εκκλησία, χαρακτηρίζει ως «αναχρονιστική επιβίωση» το μάθημα των Θρησκευτικών: «Για το μάθημα των Θρησκευτικών σημειώνω την απαίτηση της Ιεραρχίας για συναπόφαση κατά παράβαση μάλιστα ακόμη και του ισχύοντος Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος που προβλέπει συνεργασία με την Πολιτεία».
Ιδιαίτερα στέκεται στην εκκλησιαστική περιουσία και στη μισθοδοσία των κληρικών. «Είναι περίεργο στη χώρα μας να μισθοδοτούνται 10.000 ιερείς έναντι 8.000 ιατρών του ΕΣΥ», προσθέτοντας «και κάθε χρόνο να ασκείται πίεση για νέους διορισμούς κληρικών, που ικανοποιείται από την Πολιτεία παρά τη γενικότερη κατάσταση ουσιαστικού παγώματος διορισμών στο Δημόσιο και ειδικότερα στην εκπαίδευση».
Ο κ. Φίλης καταλήγει με το ερώτημα: «Αν για την οικονομία υπάρχει το πραγματικό άλλοθι της τρόικας, για την εκκρεμότητα στις σχέσεις Εκκλησίας-Πολιτείας ποιο άλλοθι υπάρχει;».
Η θέση της Εκκλησίας στο ενδεχόμενο διαχωρισμού της από το Κράτος έχει διατυπωθεί ουκ ολίγες φορές. Το στίγμα έχει δώσει ο Αρχιεπίσκοπος, ο οποίος σε μια από τις τοποθετήσεις του διεμήνυσε ότι σε περίπτωση που η κυβέρνηση το επιχειρήσει, τότε θα πρέπει να προχωρήσει σε δημοψήφισμα.
«Η Εκκλησία υπήρξε, είναι και θα συνεχίσει να είναι μάνα αυτού του λαού, με ό,τι αυτό σημαίνει. Η Πολιτεία, αν το θελήσει και έχει τη συγκατάθεση αυτού του λαού, ας το επιχειρήσει τηρώντας βεβαίως τις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει απέναντι της Εκκλησίας και τις σχετικές συμβάσεις», είχε αναφέρει στο παρελθόν μιλώντας στην Ιεραρχία.
ΒΑΛΙΑ ΝΙΚΟΛΑΟΥ
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου