Ειδικότερα, σήμερα δημοσιεύθηκαν τρεις αποφάσεις του Δ΄ Τμήματος (445-447/2017) που αφορούσαν το σωματείο Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες και δύο Σύριους.
Από το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο το Σωματείο και οι δύο αλλοδαποί, ζητούν, μεταξύ των άλλων, να μην επιστρέψουν στην γείτονα χώρα και να ακυρωθούν οι αποφάσεις της Επιτροπής Ασύλου (είχαν προηγηθεί αποφάσεις του γραφείου ασύλου της Λέσβου), με τις οποίες είχαν απορριφθεί ως απαράδεκτα τα αιτήματα των Σύριων να τους αναγνωριστεί η ιδιότητα του πρόσφυγα και να τους παρασχεθεί άσυλο στην χώρα μας.
Το αίτημά τους απορρίφθηκε με την αιτιολογία ότι η Τουρκία από την οποία εισήλθαν στην χώρας μας οι δύο Σύριοι είναι ασφαλής χώρα, καθώς έχει κυρώσει τη Σύμβαση της Γενεύης με γεωγραφική επιφύλαξη, δηλαδή την εφαρμόζει μόνο για πρόσωπα προερχόμενα από την Ευρώπη. Ακόμη, η Επιτροπή αναφέρει ότι οι δύο Σύριοι οι οποίοι μπήκαν στην Ελλάδα μέσω Τουρκίας, έχουν σύνδεσμο στη γείτονα χώρα και βρίσκεται εκεί η οικογένεια τους και συγγενείς τους (θείος, κ.λπ.).
Επίσης, σύμφωνα πάντα με την Επιτροπή, η Τουρκία δεσμεύτηκε για θέματα επανεισδοχής από 18.3.2016 σε κοινή δήλωσή της με την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Τώρα, το Δ΄ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας (πρόεδρος ο αντιπρόεδρος Δημοσθένης Πετρούλιας και εισηγητής ο σύμβουλος Επικρατείας Ηλίας Μάζος) σημειώνουν στις τρεις αποφάσεις τους ότι ο σχετικός νόμος 4375/2016 προβλέπει ότι οι Ελληνικές αρχές απορρίπτουν αίτηση διεθνούς προστασίας ως απαράδεκτή εάν κρίνουν ότι μια χώρα συνιστά ασφαλή τρίτη χώρα για τον αιτούντα άσυλο.
Για να είναι ασφαλής μια χώρα κατά τον νόμο δεν απαιτείται «να έχει επικυρώσει τη Σύβαση γης Γενεύης (και μάλιστα χωρίς γεωγραφικό περιορισμό) αλλά αρκεί η χορηγούμενη στη χώρα αυτή προστασία του πρόσφυγα να είναι ισοδύναμη προς την προστασία που αναγνωρίζεται από τη Σύμβαση της Γενεύης».
Αυτό το συμπέρασμα συνάγεται τόσο από την Ελληνική όσο και από την Ευρωπαϊκή νομοθεσία οι οποίες «δεν προβλέπουν ότι για να θεωρηθεί μια τρίτη χώρα ως ασφαλής πρέπει να έχει επικυρώσει της Σύμβαση της Γενεύης».
Οι σύμβουλοι Επικρατείας, υπογραμμίζουν ακόμη, ότι ο νόμος 4375/2016 προέβλεψε ως κριτήριο για «να θεωρηθεί μια χώρα ως ασφαλής ο αιτών άσυλο να έχει σύνδεσμο (σ.σ.: συγγενείς) με την εν λόγω χώρα, βάσει του οποίου θα ήταν εύλογο να μεταβεί σε αυτή».
Παράλληλα, το ΣτΕ απέρριψε ως αβάσιμους τους ισχυρισμούς τόσο του εν λόγω Σωματείου όσο και των δύο Σύριων, ότι οι επίμαχες ανεξάρτητες επιτροπές προσφύγων είναι αντισυνταγματικές καθώς το Σύνταγμα δεν επιτρέπει τη συμμετοχή εν ενεργεία δικαστών σε ανάλογες επιτροπές, ενώ παράλληλα η επιλογή των δικαστών (Διοικητικοί Εφέτες) έγινε από το γενικό Επίτροπο Επικρατείας των Διοικητικών Δικαστηρίων και όχι από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο ή μετά από κλήρωση.
Κρίθηκε από τους συμβούλους Επικρατείας ότι δεν προσκρούει στις συνταγματικές επιταγές η επιλογή ως μελών των Επιτροπών Προσφύγων, τόσο των δικαστικών λειτουργών, όσο και του προσωπικού της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης Ασύλου (ΕΕΥΑ).