Μετά τη Διεθνή Αμνηστία και οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα περιγράφουν τις άσχημες συνθήκες που επικρατούν στις προσωρινές (όπως είχαν εξαγγελθεί) δομές φιλοξενίας και καταλήγουν στο συμπέρασμα πως οι ελλείψεις που καταγράφονται δεν οφείλονται στην έλλειψη χρημάτων, καθότι εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ έχουν δοθεί στο ελληνικό κράτος και τις διεθνείς ΜΚΟ, αλλά στην έλλειψη πολιτικής βούλησης, όπως ανέφερε η Μαριέττα Προβοπούλου, γενική διευθύντρια των Γιατρών Χωρίς Σύνορα.
Με το χειμώνα να έχει έρθει στις περισσότερες περιοχές που λειτουργούν καταυλισμοί, όπου οι θερμοκρασίες πέφτουν στους 5 βαθμούς, ζώντας σε σκηνές που μπαίνει η λάσπη ή στοιβαγμένοι σε κοντέινερ, η υγεία των προσφύγων, ιδιαίτερα των ευάλωτων πληθυσμών (έγκυες, νεογέννητα, άνθρωποι με αναπηρία, ασυνόδευτα ανήλικα κλπ) βρίσκεται σε κίνδυνο, επισήμανε ο Λόικ Ζεζέρ (Loic Jaeger), επικεφαλής της αποστολής των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στην Ελλάδα. «Το 93% των προβλημάτων υγείας των προσφύγων οφείλεται στις άσχημες συνθήκες διαβίωσης, το ακατάλληλο φαγητό και την μη πρόσβαση σε μονάδες υγείας, καθότι διαμένουν σε απομακρυσμένες περιοχές», εξήγησε ο Απόστολος Βεΐζης, γιατρός και διευθυντής προγραμμάτων του Ελληνικού Τμήματος των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, συμπληρώνοντας πως αυτοί οι άνθρωποι είχαν μια κανονική ζωή και υγεία, αλλά αρρωσταίνουν, όπως θα πάθαινε κάθε άνθρωπος, λόγω της εγκατάλειψης.
Ο εγκλωβισμός τους, το αβέβαιο μέλλον, στριμωγμένοι σε καταυλισμούς σε δυσπρόσιτα και απομονωμένα μέρη, η παρατεταμένη απραγία τους, καθώς δεν μπορούν να μαγειρέψουν, να δουλέψουν, και τα περισσότερα παιδιά δεν πάνε σχολείο, έχει σαν αποτέλεσμα οι άνθρωποι αυτοί να χάνουν την ελπίδα, περιέγραψε η Χριστίνα Σιδέρη, ψυχολόγος των Γιατρών Χωρίς Σύνορα. «Και όταν οι άνθρωποι χάνουν την ελπίδα, τότε αρρωσταίνουν ψυχικά και σωματικά. Αρκετοί άνθρωποι πάσχουν από κατάθλιψη, εξαιτίας των παραπάνω λόγων, μια πολύ φυσιολογική αντίδραση σε μια κατάσταση που δεν είναι καθόλου φυσιολογική», πρόσθεσε.
Η ευρωπαϊκή χρηματοδότηση και η στελέχωση των υπηρεσιών για την αντιμετώπιση της κατάστασης των προσφύγων στην Ελλάδα, αφορούν κυρίως προσπάθειες για να τους στείλουν πίσω και όχι για να τους προσφέρουν αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης, τόνισε ο κ. Ζεζέρ. «Η στελέχωση από την ΕΕ με 4.000 ανθρώπους που θα σταλούν στην Ελλάδα, προορίζεται για ενίσχυση των αστυνομικών, λιμενικών αρχών και των υπαλλήλων που θα βοηθούν τις ελληνικές αρχές. Πουθενά δεν γίνεται λόγος για γιατρούς, νοσοκόμες, μαίες», ανέφερε ο κ. Βεΐζης. Επίσης, οι προσλήψεις που έγιναν στα κέντρα φιλοξενίας με κοινωνικούς λειτουργούς, ψυχολόγους κλπ. δεν είχαν ως κριτήριο την εμπειρία των προσληφθέντων, αλλά πόσο καιρό ήταν άνεργοι, με συνέπεια πολλοί από αυτούς να μην ξέρουν πώς να αντιμετωπίσουν τις ειδικές συνθήκες των προσφύγων, πολλοί εκ των οποίων έχουν τραυματικές εμπειρίες, τόσο από τον πόλεμο, από το δύσκολο ταξίδι τους και από την κατάσταση στους καταυλισμούς.
Το σύστημα στην Ελλάδα δεν διαθέτει αποτελεσματικούς μηχανισμούς για τον προσδιορισμό των ευάλωτων ανθρώπων, υποστήριξε ο κ. Βείζης και ανέλυσε τα ευρήματα μετά την καταγραφή των Γιατρών Χωρίς Σύνορα σχετικά με τους ευάλωτους πληθυσμούς, τα οποία παρεκκλίνουν σημαντικά από τα επίσημα στοιχεία.
Στα θετικά στοιχεία που ανέφεραν οι εκπρόσωποι των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, είναι η σημαντική βοήθεια από Έλληνες και ξένους εθελοντές, η μεγαλύτερη προσφορά φροντίδας από ελληνικές μη κυβερνητικές οργανώσεις και η σημαντική αύξηση του αριθμού των προσφύγων που εγκρίνονται για μετεγκατάσταση. Επίσης, οι ελληνικές αρχές υποσχέθηκαν πως θα κινητοποιηθούν και θα δώσουν περισσότερη βοήθεια, αλλά όλα αυτά γίνονται πολύ αργά και δεν είναι αρκετά, σημειώνουν.
Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα καλούν τις ελληνικές αρχές να αναζητήσουν εναλλακτικές λύσεις στο ισχύον σύστημα των καταυλισμών, την ΕΕ και τους ανθρωπιστικούς φορείς να χρηματοδοτήσουν προγράμματα για την κάλυψη των αναγκών των ευάλωτων πληθυσμών, το υπουργείο Υγείας να προσφέρει αποτελεσματική πρόσβαση στην φροντίδα υγείας και την ΕΕ και τα κράτη-μέλη της ΕΕ να δημιουργήσουν και να ενισχύσουν ασφαλείς και νόμιμους διαύλους προς άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Η κ. Προβοπούλου παρατήρησε πως «η πρόσφατη προσφυγική κρίση δεν θα ήταν κρίση, αν η Ελλάδα και η Ευρώπη είχαν διαχειριστεί διαφορετικά την κατάσταση. Αυτό που βλέπουμε είναι μια κρίση των ανθρωπιστικών αξιών τόσο στην κοινωνία μας, όσο και στην πολιτική ηγεσία».