Μόλις χθες ο Σύνδεσμος Ελληνικών Βιομηχανιών Επεξεργασίας Κρέατος (ΣΕΒΕΚ) κατέθεσε στην αρμόδια υπηρεσία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης αίτηση καταχώρισης της ονομασίας «γύρος» στο Μητρώο ΠΟΠ-ΠΓΕ-ΕΠΙΠ της Ευρωπαϊκής Ενωσης ως Εγγυημένο Παραδοσιακό Ιδιότυπο Προϊόν. Στο φάκελο που υποβλήθηκε περιγράφονται τόσο τα χαρακτηριστικά όσο και ο τρόπος παραγωγής, η συνταγή και οι τεχνικές λεπτομέρειες του προϊόντος, με στόχο την ανάδειξη της αυθεντικότητας της ελληνικής παραγωγής γύρου, όπως έχει κατοχυρωθεί από τον Κώδικα Τροφίμων και Ποτών στην ευρωπαϊκή αλλά και στη διεθνή αγορά.
Ο φάκελος αναγνώρισης του γύρου ως ΕΠΙΠ θα βρίσκεται σε δημόσια διαβούλευση μέχρι τις 22 Μαρτίου 2019 και, όπως αναφέρεται σε σχετική ανακοίνωση του ΥΠΑΑΤ, μέχρι τότε μπορούν να υποβάλουν ενστάσεις κατά της αίτησης καταχώρισης φυσικά ή νομικά πρόσωπα που έχουν έννομο συμφέρον και είναι εγκατεστημένα στην ελληνική επικράτεια.
Η ετήσια παραγωγή του γύρου υπολογίζεται στους 110.000 τόνους, εκ των οποίων σχεδόν το 80% προέρχεται από τις 10 μεγάλες βιομηχανίες του κλάδου, και το υπόλοιπο 20% από 80 μικρότερες εταιρίες. Σημαντικό είναι και το κομμάτι των εξαγωγών, στις οποίες όμως δραστηριοποιούνται μόλις οι 5 μεγαλύτερες βιομηχανίες εξάγοντας το προϊόν σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες και σε κάποιες Τρίτες Χώρες, όπου αυτό όμως επιτρέπεται. Επισημαίνεται ότι το μεγαλύτερος μέρος της ελληνικής παραγωγής απορροφούν οι αγορές της Γερμανίας και της Βρετανίας, ενώ μέσω θυγατρικών εταιρειών σε άλλες χώρες ο ελληνικός γύρος εξάγεται μέχρι και στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Σε ό,τι αφορά την κατανάλωση στους χώρους εστίασης (ψητοπωλεία), υπολογίζεται στους 450-490 τόνους ημερησίως, ενώ μαζί με τα σουβλάκια και άλλα είδη κρέατος η κατανάλωση κρεατοπαρασκευασμάτων αγγίζει τους 700 τόνους ημερησίως.
Οπως αναφέρουν στον «Ε.Τ.» στελέχη του κλάδου, η οικονομική κρίση βοήθησε στην ανάπτυξη του γύρου, καταγράφοντας αύξηση τουλάχιστον 30%. Αυτό οφείλεται στη στροφή των καταναλωτών από τις πίτσες και τα σπαγγέτι, που είναι ακριβότερα σαν φαγητά, στο… φθηνό γύρο! Η αξία της αγοράς του γύρου εκτιμάται στα 500 εκατ. ευρώ ετησίως στα 16.500 ψητοπωλεία της χώρας, εκ των οποίων περίπου 380 εκατ. ευρώ «μένουν» στις βιομηχανίες.
Σχετικά με την ελληνικότητα του γύρου, οι ίδιες πηγές σημειώνουν ότι πρόκειται για 100% ελληνική «πατέντα» ως προς τον τρόπο παρασκευής του και ότι ουδεμία σχέση έχει με το τουρκικό ντονέρ. «Ο γύρος είναι κομμάτι χοιρινού κρέατος τοποθετημένα το ένα πάνω στο άλλο. Δεν έχει καμία σχέση με το τουρκικό ντονέρ, παρά μόνο στον τρόπο ψησίματος», δηλώνουν στον «Ε.Τ.», υπογραμμίζοντας ότι οι Τούρκοι δεν τρώνε χοιρινό.
Προδιαγραφές
Οπως αναφέρεται στο φάκελο που κατατέθηκε για την κατοχύρωση του προϊόντος ως Εγγυημένου Παραδοσιακού Ιδιότυπου Προϊόντος, ο γύρος είναι ένα προϊόν το οποίο παρασκευάζεται σύμφωνα με τον παραδοσιακό τρόπο ψησίματος κομματιών κρέατος περασμένων σε σιδερένια βέργα μπροστά από πύρινη εστία, που προβλέπεται ήδη σε σχετική αγορανομική διάταξη. Σημειώνεται δε ότι η μέθοδος παραγωγής βασίζεται σε παραδοσιακές διεργασίες όπως το φιλετάρισμα των κομματιών κρέατος, την καρύκευση, την τοποθέτηση του κρέατος σε στρώσεις κωνοειδούς σχήματος σε σιδερένια βέργα, το αργό περιστροφικό ψήσιμο μπροστά από μια κάθετη θερμαινόμενη εστία, τον τεμαχισμό των εξωτερικών στρώσεων του κρέατος με φορά από πάνω προς τα κάτω.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]