Σε συνέντευξη που παραχώρησε στον ραδιοφωνικό σταθμό Alpha 98,9 η κ. Θάνου εξηγεί ότι αποδέχτηκε τον πρόταση του πρωθυπουργού να αναλάβει την διεύθυνση της νομικής υπηρεσίας του γραφείου του, καθώς επιθυμεί να συνεχίσει να προσφέρει την εμπειρία της από μια κρατική, θεσμική θέση και αποπειράται να διασκεδάσει τις εντυπώσεις υπογραμμίζοντας πως δεν τίθεται ζήτημα «πελατειακών σχέσεων» καθώς δεν πρόκειται να λάβει αμοιβή για τις υπηρεσίες της: «Φανταζόμουν ότι θα υπάρχουν διάφορες αντιδράσεις, οι οποίες είναι πάντα από τα ίδια πρόσωπα, αυτό όμως δεν θα το σχολιάσω παραπάνω. Αποδέχτηκα τον πρόταση του πρωθυπουργού για να αναλάβω την διεύθυνση της νομικής υπηρεσίας του πρωθυπουργικού γραφείου διότι θέλω να εξακολουθήσω να υπηρετώ από μια κρατική, θεσμική θέση προσφέροντας την εμπειρία και τις επιστημονικές γνώσεις που απέκτησα στα 42 χρόνια της δικαστικής μου σταδιοδρομίας».
Μάλιστα, η κ. Θάνου περνά στην αντεπίθεση αναφέροντας για όσους της άσκησαν κριτική, πως τους φοβίζει η συγκεκριμένη συνεργασία και εκφράζει την άποψη πως «ορισμένοι εκπρόσωποι πολιτικών κομμάτων δεν δικαιούνται να κάνουν αυτή την κριτική καταλογίζοντας «ανειλικρίνεια και δήθεν αγωνία» στην ΝΔ, λέγοντας πως και στο παρελθόν υπήρξαν παρόμοιες τοποθετήσεις:
«Η δική μου εκτίμηση είναι ότι τους είναι πολύ ενοχλητικό ή ότι τους φοβίζει η συνεργασία γιατί απέδειξα και από την προηγούμενη θητεία μου ότι έδωσα μάχη κατά της διαπλοκής και της διαφθοράς, την οποία κάνει και η κυβέρνηση ίσως για άλλους λόγους, δεν μπορώ να μπω στο δικό τους μυαλό. Θεωρώ ότι ορισμένοι εκπρόσωποι πολιτικών κομμάτων δεν δικαιούνται να κάνουν αυτή την κριτική. Είναι τελείως ανειλικρινής η κριτική αυτή που κάνουν. Το κόμμα της ΝΔ δεν μπορεί τώρα αιφνιδίως να βγαίνει και να λέει ότι δήθεν αγωνιά γιατί κινδυνεύει η Δημοκρατία από το ότι η Θάνου διορίστηκε στο νομικό γραφείο του πρωθυπουργού όταν όλος ο νομικός κόσμος γνωρίζει ότι ο νομικός σύμβουλος του κ. Μητσοτάκη είναι ο πρώην πρόεδρος του Συμβουλίου Επικρατείας και πρώην υπηρεσιακός πρωθυπουργός (σ.σ. ο Παναγιώτης Πικραμμένος).
Ή ο τότε εν ενεργεία Αρεοπαγίτης και εν ενεργεία πρόεδρος των δικαστών παραιτήθηκε και την επομένη μέρα κατέβηκε υποψήφιος βουλευτής της ΝΔ στις εκλογές του 2012 και μάλιστα τότε έκανε και δηλώσεις η ΝΔ ότι με τον τρόπο αυτό αποδεικνύει το ενδιαφέρον της για την Δικαιοσύνη. Τώρα το τότε “ενδιαφέρον” μετατρέπεται σε “αγωνία” δήθεν για το ότι κινδυνεύει η Δημοκρατία.
Επίσης θεωρώ ότι είναι ανειλικρινείς οι δηλώσεις δυο πρώην γενικών γραμματέων του υπουργείου Εργασίας διότι ήταν τότε μέλη της κυβέρνησης επί Γ. Παπανδρέου όταν ο τελευταίος διόρισε προϊστάμενο νομικού του γραφείου λίγες μέρες μετά την συνταξιοδότησή του τον αντιπρόεδρο του ΣΤΕ κο Σταυρόπουλο. Τότε λοιπόν όχι μόνο δεν υπήρξαν αντιδράσεις αλλά έλεγαν ότι με τον τρόπο αυτό αξιοποιούν τις γνώσεις και την εμπειρία των δικαστικών».
Παράλληλα η Βασιλική Θάνου υποστήριξε ότι μπορεί να γίνεται κριτική στις αποφάσεις της Δικαιοσύνης: «Όταν κανείς υπερβαίνει τα όρια και η κριτική αυτή δεν είναι επιστημονική κριτική ή ηθικού μέρους κριτική ή είναι κριτική κατά τρόπο απρεπή, τότε θα έπρεπε να αποφεύγεται. Η κριτική αυτή από πλευράς πολιτικών είναι ότι δεν μπορούν να μπουν και στη θέση δικαστών. Πολλές φορές ο δικαστής κρίνει μόνο με το γράμμα του νόμου και δεν προχωρεί περισσότερο να δει τις πολιτικές, κοινωνικές και λοιπές προεκτάσεις. Κατά την άποψη μου, ναι (θα έπρεπε να το κάνει)».
Τέλος, αναφερόμενη στην κόντρα κυβέρνησης-Δικαιοσύνης, η κα. Θάνου υπερασπίστηκε τον αναπληρωτή υπουργό, Δημήτρη Παπαγγελόπουλο, αν και τόνισε πως οι όποιες παρεμβάσεις δεν πρέπει να είναι «απρεπείς».