Οι εχθροπραξίες εκτυλίχθηκαν στη Μαρίμπ, επαρχία με υπέδαφος πλούσιο σε πετρέλαιο, το τελευταίο οχυρό των κυβερνητικών στρατευμάτων στον βορρά και θέατρο σποραδικών μαχών, ακόμα και κατά τη διάρκεια της κατάπαυσης του πυρός που είχε τεθεί σε ισχύ από τον Απρίλιο του 2022 και εφαρμοζόταν μέχρι τα τέλη της περασμένης χρονιάς.
Οι Χούθι, που θεωρείται πως υποστηρίζονται από το Ιράν, επιτέθηκαν σε ορεινή περιοχή κι ενίσχυσαν τις δυνάμεις τους στην επαρχία, είπαν δυο στρατιωτικές πηγές στο AFP.
«Οι Χούθι εξαπέλυσαν επίθεση εναντίον λόφων που επιβλέπουν την περιοχή της Χαρίμπ, νότια της (ομώνυμης πρωτεύουσας της επαρχίας) Μαρίμπ, και προέλασαν σε αυτό το μέτωπο, προκαλώντας τον εκτοπισμό δεκάδων οικογενειών», δήλωσε η μια από τις πηγές, που μίλησε υπό τον όρο να μην κατονομαστεί.
«Σκοτώθηκαν τουλάχιστον 10 στρατιώτες, καθώς και απροσδιόριστος αριθμός» αντιπάλων τους, πρόσθεσε η πηγή. Τον απολογισμό επιβεβαίωσε δεύτερος αξιωματικός του κυβερνητικού στρατού.
Οι νέες μάχες ξέσπασαν έναν μήνα μετά τον θάνατο τουλάχιστον τεσσάρων στρατιωτών σε μάχες με αντάρτες στον ίδιο τομέα.
Εκτιμάται πως υπάρχει κίνδυνος να διαγράψουν τις ελπίδες πως θα έρθει επιτέλους ειρήνη στη χώρα, που αναθέρμανε η ανακοίνωση τη 10η Μαρτίου πως η Σαουδική Αραβία και το Ιράν συμφώνησαν να αποκαταστήσουν τις διπλωματικές σχέσεις τους, έπειτα από 7 χρόνια διακοπής τους.
«Πολιτικό μήνυμα»
Η κατάληψη της πρωτεύουσας Σανάα το 2014 από τους Χούθι οδήγησε στην επέμβαση τον Μάρτιο του 2015 της γειτονικής Σαουδικής Αραβίας, που τέθηκε επικεφαλής στρατιωτικής συμμαχίας η οποία υποστήριξε τα κυβερνητικά στρατεύματα, σταμάτησε την άτακτη υποχώρησή τους.
Ισραήλ: Δύο φωτοβολίδες έπεσαν μπροστά από το σπίτι του Μπενιαμίν Νετανιάχου στη Καισάρεια
Εξαπολύοντας την επίθεση χθες Τετάρτη, «οι Χούθι επιδίωκαν να στείλουν σαφές πολιτικό μήνυμα», το οποίο είναι πως «η συμφωνία ανάμεσα στην Τεχεράνη και το Ριάντ δεν σηματοδοτεί το τέλος» του πολέμου, έκρινε ο πρόεδρος του ινστιτούτου έρευνας Κέντρο Στρατηγικών Μελετών της Σανάα, ο Ματζίντ αλ Μαντάτζι.
Οι αντάρτες της παράταξης Ανσάρ Αλλάχ —ή Χούθι, από το επώνυμο των ηγετών της— που ελέγχουν το μεγαλύτερο μέρος της βόρειας Υεμένης, δείχνουν με αυτό τον τρόπο πως «η επιλογή της σύγκρουσης» παραμένει στο τραπέζι και προσπαθούν να βελτιώσουν τη θέση τους ενόψει της επανέναρξης διαπραγματεύσεων, πρόσθεσε ο κ. Μαντάτζι μιλώντας στο Γαλλικό Πρακτορείο.
Με φόντο την αναθέρμανση των σχέσεων των δυο μεγάλων δυνάμεων της περιοχής, η κυβέρνηση και οι Χούθι κατέληξαν τη Δευτέρα στην Ελβετία σε συμφωνία για την ανταλλαγή σχεδόν 890 αιχμαλώτων πολέμου.
«Είμαι ευτυχής που ανακοινώνω πως τα δύο μέρη ενέκριναν σχέδιο για την απελευθέρωση 887 κρατουμένων», ανέφερε τη Δευτέρα ο ειδικός επιτετραμμένος του ΟΗΕ για την Υεμένη, ο Χανς Γκρούντμπεργκ, έπειτα από δέκα ημέρες διαπραγματεύσεων υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών και της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού και της Ερυθράς Ημισελήνου (ΔΕΕΣ).
Τα μέρη «συμφώνησαν να συναντηθούν εκ νέου στα μέσα Μαΐου για να συζητήσουν νέα ανταλλαγή κρατουμένων», πρόσθεσε.
Η ανταλλαγή αιχμαλώτων είναι καλό νέο για εκατοντάδες οικογένειες στην εμπόλεμη χώρα, αλλά «μένουν να γίνουν πολλά» για να τερματιστεί η ένοπλη σύρραξη, προειδοποίησε ωστόσο.
Η τρέχουσα δυναμική στην περιφέρεια και «οι σοβαρές διπλωματικές προσπάθειες που καταβάλλονται σε διάφορα επίπεδα» μπορεί να βοηθήσουν να υπάρξει κίνηση προς αυτή την κατεύθυνση, θέλει να ελπίζει ο κ. Γκρούντμπεργκ.
Εξάλλου χθες 141 μη κυβερνητικές οργανώσεις, ανάμεσά τους οι Oxfam, Save the Children και CARE International, κάλεσαν τους αντιμαχόμενους να αρχίσουν «αληθινή» ειρηνευτική διαδικασία «χωρίς αποκλεισμούς», βλέποντας «ευκαιρία» να αποκατασταθεί η ειρήνη, όπως τόνισαν σε ανοικτή επιστολή τους.
Ο εμφύλιος πόλεμος στο φτωχότερο αραβικό κράτος από το 2014 έχει προκαλέσει σύμφωνα με τον ΟΗΕ εκατοντάδες χιλιάδες θανάτους, ξεσπίτωσε εκατομμύρια πολίτες και βύθισε τα δύο τρίτα του πληθυσμού σε απελπιστική κατάσταση —χρειάζονται ανθρωπιστική βοήθεια για να επιβιώσουν και μόνο—, καθώς η κατάσταση παραμένει επικίνδυνα κοντά σε λιμό σε μαζική κλίμακα.
Η συμφωνία κατάπαυσης του πυρός που διαπραγματεύθηκαν τα Ηνωμένα Έθνη και τέθηκε σε ισχύ τον Απρίλιο του 2022 αποκλιμάκωσε τις εχθροπραξίες. Αν και η ισχύς της εξέπνευσε τον Οκτώβριο, καθώς τα μέρη δεν κατέληξαν σε συμφωνία για την ανανέωσή της, οι μάχες δεν έχουν γενικευτεί μέχρι τώρα, παραμένουν σποραδικές.