Στις 22 Ιουλίου, Ρώσοι και Ουκρανοί αξιωματούχοι υπέγραψαν ξεχωριστές συμφωνίες με την Τουρκία και τα Ηνωμένα Εθνη που επιτρέπουν την εξαγωγή σιτηρών από τρία λιμάνια της Ουκρανίας στη Μαύρη Θάλασσα, συμπεριλαμβανομένης και της Οδησσού. Η συμφωνία θα ισχύει για 120 ημέρες από την ημερομηνία υπογραφής της, με δυνατότητα παράτασης και στοχεύει να επιτρέψει στην Ουκρανία να εξαγάγει 5 εκατ. τόνους σιτηρών τον μήνα, κοντά στον μέσο όρο εξαγωγών προ πολέμου. Στις 23 Ιουλίου, ρωσικοί πύραυλοι έπληξαν τις λιμενικές υποδομές της Οδησσού, προκαλώντας ευρεία ανησυχία ότι η συμφωνία θα μπορούσε να ακυρωθεί. Ωστόσο, η Ρωσία δεν δεσμεύτηκε να αποφύγει τις επιθέσεις στα τμήματα των ουκρανικών λιμανιών που δεν χρησιμοποιούνται άμεσα για τις εξαγωγές σιτηρών και το χτύπημα είχε πιθανότατα ως στόχο να δημιουργήσει προηγούμενο, με τη Μόσχα να μπορεί να συνεχίσει να χτυπά ουκρανικά λιμάνια, χωρίς η Ουκρανία να υπαναχωρήσει από τη συμφωνία, γεγονός που θα αποδείκνυε την ισχύ της Μόσχας. Επομένως, η Μόσχα είναι απίθανο να σταματήσει τις επιθέσεις στα ουκρανικά λιμάνια, ακόμη και αν αποφύγει τις ανοιχτές επιθέσεις σε λιμενικές υποδομές που σχετίζονται αποκλειστικά με τις εξαγωγές σιτηρών.
Ο ουκρανικός στρατός ανέφερε ότι δύο πύραυλοι Kalibr έπληξαν έναν σταθμό άντλησης καυσίμων στην Οδησσό, ενώ η Ρωσία ισχυρίστηκε ότι τα χτυπήματα έπληξαν ένα ουκρανικό πολεμικό πλοίο και όπλα που ήταν αποθηκευμένα στο λιμάνι της πόλης. Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ δήλωσε ότι το χτύπημα δεν πρέπει να επηρεάσει -και δεν θα επηρεάσει- την έναρξη των αποστολών, όπως λέει η συμφωνία.
Στις 24 Ιουλίου, ο Ουκρανός υπουργός Υποδομών Oleksandr Kubrakov δήλωσε ότι παρά την επίθεση, η Ουκρανία συνεχίζει τις τεχνικές προετοιμασίες για την έναρξη των εξαγωγών αγροτικών προϊόντων τις επόμενες ημέρες. Ωστόσο, την επόμενη ημέρα, ο Kubrakov ανέφερε ότι η αποτυχία της Τουρκίας και των Ηνωμένων Εθνών να εγγυηθούν την ασφάλεια των αποστολών σιτηρών θα σήμαινε εκ των πραγμάτων ότι η συμφωνία δεν λειτουργεί, υποδηλώνοντας ότι οι συνεχιζόμενες επιθέσεις σε λιμενικές υποδομές -πιθανώς εκείνες που προκαλούν ζημιές που σχετίζονται άμεσα με την αποστολή σιτηρών- θα μπορούσαν να αποτελέσουν λόγο για την Ουκρανία να αναστείλει τις εξαγωγές σιτηρών.
Η συμφωνία είναι ζωτικής σημασίας για την οικονομία της Ουκρανίας και η Ρωσία αναμένει επίσης οικονομικά και πολιτικά οφέλη από αυτήν, γεγονός που αυξάνει την πιθανότητα υλοποίησής της. Η συμφωνία θα μπορούσε να επιτρέψει σε 20-25 εκατομμύρια τόνους αποθηκευμένων ουκρανικών σιτηρών από την περασμένη περίοδο να φτάσουν στις παγκόσμιες αγορές τους επόμενους μήνες. Αυτό θα βοηθούσε στην επιβράδυνση οποιασδήποτε αύξησης των παγκόσμιων τιμών τροφίμων, η οποία θα απειλούσε την παγκόσμια σταθερότητα και την οικονομική ανάπτυξη. Η Ουκρανία γνωρίζει ότι η άνοδος των τιμών των τροφίμων και ο πληθωρισμός από την έλλειψη συμφωνίας θα συνέβαλλαν στην πολεμική κόπωση στη Δύση, κάτι που θα μπορούσε να οδηγήσει σε επιβράδυνση των παραδόσεων όπλων και σε ισχυρότερη πίεση για κατάπαυση του πυρός, ιδιαίτερα καθώς η Μόσχα και οι ευρωπαϊκές πρωτεύουσες γνωρίζουν πολύ καλά ότι η σχετιζόμενη πείνα και η αστάθεια στη Μέση Ανατολή θα μπορούσαν να τροφοδοτήσουν μια νέα μεταναστευτική κρίση στην Ευρώπη. Η Ρωσία, από την πλευρά της, ενδεχομένως να ανησυχήσει ότι μια παγκόσμια ύφεση θα μπορούσε να οδηγήσει σε χαμηλότερες τιμές πετρελαίου που θα μείωναν τα κρατικά έσοδα, καθώς οι υψηλές τιμές πετρελαίου έχουν βοηθήσει μέχρι στιγμής τη Μόσχα να αποφύγει πιο οξυμμένα οικονομικά προβλήματα που απορρέουν από την εισβολή στην Ουκρανία.
Ουκρανία: «Τεράστιες εκρήξεις» στη Σούμι μετά από ρωσικά πλήγματα – Δύο νεκροί
Η συμφωνία είναι σημαντική για την Ουκρανία, της οποίας η κατεστραμμένη από τον πόλεμο οικονομία αναμένεται να συρρικνωθεί κατά 40-50% φέτος. Η επανέναρξη των εξαγωγών σιτηρών θα μπορούσε να τη βοηθήσει να κερδίσει έως και 10 δισ. δολάρια σε έσοδα από εξαγωγές 20 εκατ. τόνων σιτηρών που βρίσκονται σήμερα στα σιλό και επιπλέον 40 εκατ. τόνων το επόμενο έτος, σύμφωνα με τον οικονομικό σύμβουλο του Ουκρανού προέδρου Oleh Ustenko.
Η Ρωσία έχει κίνητρο να αντικρούσει τις κατηγορίες ότι οι ενέργειές της ευθύνονται για την άνοδο των τιμών των τροφίμων. Η Μόσχα ανησυχεί ιδιαίτερα ότι οι σημερινοί και δυνητικοί εταίροι της σε Μέση Ανατολή, Ασία και Αφρική (όπου οι οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις των υψηλών τιμών των τροφίμων είναι ιδιαίτερα σημαντικές) θα μπορούσαν να υποβαθμίσουν την ουδετερότητά τους ή τη σιωπηρή υποστήριξή τους προς το Κρεμλίνο. Ωστόσο, η συμφωνία για τις εξαγωγές σιτηρών θα παραμείνει υπό συνεχή απειλή, καθώς η Ρωσία θα χρησιμοποιεί προκλητικές ενέργειες για να δείξει τη δύναμή της έναντι της Ουκρανίας και της Δύσης. Με τον ίδιο τρόπο όπως χρησιμοποιεί αμφίβολους λόγους για να στραγγαλίσει τις εξαγωγές φυσικού αερίου προς την Ευρώπη, θα μπορούσε να δικαιολογήσει τις συνεχείς επιθέσεις σε ουκρανικά λιμάνια ή ζημιές στα ίδια τα πλοία μεταφοράς σιτηρών. Η Μόσχα θα μπορούσε να ισχυριστεί, για παράδειγμα, ότι η Ουκρανία ευθύνεται για τις επιθέσεις ή ότι ένας από τους άλλους υπογράφοντες δεν τήρησε το δικό του μέρος της συμφωνίας, πιέζοντας το Κίεβο να ισχυριστεί ότι η συμφωνία δεν λειτουργεί, προκειμένου να μεταθέσει την ευθύνη στην Ουκρανία για την αποτυχία της. Επίσης ενδεχομένως να ελπίζει ότι, εάν η συμφωνία αποτύχει, θα προκαλέσει σημαντική οικονομική ζημιά στην Ουκρανία, αρνούμενη τις εξαγωγές και τροφοδοτώντας πρόσθετη πολεμική κόπωση στη Δύση, αλλά και ότι οι δυνάμεις της αγοράς θα αποτρέψουν την άνοδο των τιμών σε τόσο υψηλά επίπεδα, ώστε να υπονομευθούν πλήρως οι εταίροι της Μόσχας.
Ρωσία και Ουκρανία αντιπροσώπευαν περίπου το 27% των παγκόσμιων εξαγωγών σιταριού πέρυσι. Ωστόσο, η Ινδία, η Αυστραλία, η Αργεντινή και άλλες χώρες επιδιώκουν να ενισχύσουν την παραγωγή και τις εξαγωγές των επηρεαζόμενων σιτηρών εν μέσω υψηλών τιμών. Στις 15 Ιουλίου, οι τιμές του σιταριού υποχώρησαν τελικά στο χαμηλότερο επίπεδό τους (και εξακολουθούν να παραμένουν κοντά σε αυτό) από τότε που η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία. Αν και μια κατάρρευση της συμφωνίας Ρωσίας-Ουκρανίας για τις εξαγωγές θα ανέβαζε πιθανότατα τις τιμές, αυτή η πρόσφατη πτώση υποδηλώνει ότι πολλοί άλλοι παράγοντες έχουν οδηγήσει την εμπιστοσύνη της αγοράς στην ικανότητα άλλων παραγωγών να αντισταθμίσουν τουλάχιστον κάπως την απώλεια των ουκρανικών εξαγωγών σε περίπτωση που η συμφωνία καταρρεύσει.
Ο συνεχιζόμενος πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία δεν έχει ακόμη επηρεάσει σημαντικά τις δικές της εξαγωγές σιτηρών, οι οποίες αναμένεται να αυξηθούν τη γεωργική περίοδο 2022-2023. Εχει επίσης διευκολύνει την εξαγωγή έως και 500.000 τόνων κλεμμένων σιτηρών από κατεχόμενες περιοχές της Ουκρανίας με σχετικά λίγα προβλήματα, αυξάνοντας την ισχύ της Μόσχας.
Στις 14 Ιουλίου, το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών σε ενημερωτικό δελτίο επαναλαμβάνει την προηγούμενη πολιτική του ότι οι κυρώσεις κατά της Ρωσίας δεν εφαρμόζονται σε ορισμένες συναλλαγές που σχετίζονται με γεωργικά προϊόντα και εξοπλισμό. Η Ευρωπαϊκή Ενωση έχει επίσης προβεί σε παρόμοιες ενέργειες τις τελευταίες εβδομάδες. Στις 21 Ιουνίου, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο δήλωσε ότι οι κυρώσεις του μπλοκ σε σχέση με την Ουκρανία κατά της Ρωσίας δεν ισχύουν για τα γεωργικά προϊόντα και τα τρόφιμα και επίσης δεν εμποδίζουν τις ρωσικές εξαγωγές προς τρίτες χώρες.
Στη συνέχεια, στις 19 Ιουλίου, η Ευρωπαϊκή Ενωση προχώρησε στη χαλάρωση των εν λόγω κυρώσεων εισάγοντας εξαιρέσεις για την αγορά, την εισαγωγή ή τη μεταφορά γεωργικών προϊόντων και τροφίμων, συμπεριλαμβανομένου του σιταριού και των λιπασμάτων. Οι εξαιρέσεις αυτές επιτρέπουν στις Βρυξέλλες να εγκρίνουν σχετικές συναλλαγές με ορισμένες τράπεζες των οποίων τα περιουσιακά στοιχεία έχουν δεσμευτεί, εάν αυτό κριθεί απαραίτητο.