Σφοδρή κριτική ασκούν κορυφαία δυτικά έντυπα στη διακυβέρνηση Ερντογάν, ενώ παράλληλα εντείνονται οι αντιδράσεις στο στρατόπεδο του Τούρκου προέδρου κατά δυτικών Μέσων Ενημέρωσης, καθώς απομένουν σχεδόν δέκα ημέρες για τις πιο κρίσιμες εκλογές στη νεότερη ιστορία της γειτονικής χώρας.
Το προχθεσινό πρωτοσέλιδο του γνωστού βρετανικού εβδομαδιαίου συντηρητικού περιοδικού «Economist» χαρακτήρισε τις εκλογές ως την κρισιμότερη αναμέτρηση της χρονιάς (σε πλανητικό πλαίσιο αναμετρήσεων) και πήρε θέση υπέρ της εξακομματικής αντιπολιτευτικής συμμαχίας υπό τον ηγέτη του CHP, Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου.
Λόγω της έντονης αντι-ερντογανικής θέσης της επιθεώρησης, ο Τούρκος πρόεδρος προέβη σε μία οργισμένη δήλωση λέγοντας ότι «δεν θα επιτρέψουμε να κατευθύνεται η εσωτερική μας πολιτική και να κουνάνε το δάχτυλο στην εθνική βούληση τα εξώφυλλα των περιοδικών που αποτελούν τον επιχειρησιακό μηχανισμό των παγκόσμιων δυνάμεων».
Από την πλευρά του, ο επικεφαλής του τομέα Επικοινωνίας του Ερντογάν, Φαχρετίν Αλτούν, έκανε λόγο για χυδαία προπαγάνδα, ως και ύπουλες ασύμμετρες ψυχολογικές επιχειρήσεις. Σε σχετική ανάρτησή του, ο Αλτούν (παραθέτοντας διάφορα πρωτοσέλιδα) επισημαίνει χαρακτηριστικά:
«Λυπούμαστε για την παθολογική αντίθεση των δυτικών ΜΜΕ στην Τουρκία και την εχθρότητα προς τον Ερντογάν πριν από τις εκλογές της 14ης Μαΐου, και παρακολουθούμε με έκπληξη τα δημοσιεύματα που στοχεύουν στη βούληση του έθνους μας. Οσο η χώρα μας απαλλάσσεται από τα δεσμά, παρατηρούμε ότι η ένταση των δυτικών επιθέσεων αυξάνεται. Καθώς ο πρόεδρός Ερντογάν δίνει προτεραιότητα στα συμφέροντα του έθνους μας και απορρίπτει ό,τι επιβάλλεται, αγνοούν την αρχή της αμεροληψίας και στρέφονται σε επιχειρήσεις δημιουργίας εντυπώσεων».
Και συνέχισε λέγοντας ότι θέλουμε να υπενθυμίσουμε πως «το έθνος μας, του οποίου προτεραιότητα είναι η Tουρκία, ξέρει πολύ καλά πού να σταθεί. Γνωρίζει από κοντά αυτούς που κάνουν βρόμικη προπαγάνδα και αυτούς που επιδίδονται σε ασύμμετρες ψυχολογικές επιχειρήσεις. Και το έθνος μας, στις 14 Μαΐου, ετοιμάζεται να σπάσει τα πρωτοσέλιδα, τα παιχνίδια που στοχεύουν τη βούλησή του, υπό την καθοδήγηση των αρχών και των αξιών μας. Πιστεύουμε ειλικρινά ότι το αγαπημένο μας έθνος, που γνωρίζει τα παιχνίδια αυτά, δεν ξεχνά τους σεναριογράφους και γνωρίζει τα έργα, θα σταθεί δίπλα στο κράτος και στον πρόεδρό μας, όπως και επί 20 χρόνια».
Telegraph: Η Άσμα αλ Άσαντ νοσηλεύεται με λευχαιμία σε κρίσιμη κατάσταση
Κατέληξε λέγοντας ότι «υπάρχουν εκείνοι που ονειρεύονται να σταματήσουν την άνοδο της Τουρκίας, και εμείς τους συμβουλεύουμε να εγκαταλείψουν αυτό το όνειρο. Αυτό το αγαπημένο έθνος δεν ικανοποίησε τους εχθρούς της Τουρκίας και δεν θα το κάνει!».
Εντονη κριτική και από την αμερικανική «Washington Post»
Η «Washington Post» υποστηρίζει ότι υπό τον Ερντογάν η Τουρκία είναι σύμμαχος με αστερίσκο της Δύσης, καθώς παίζει σε διπλό ταμπλό πατώντας σε δύο βάρκες, του ΝΑΤΟ και της Ρωσίας, ενώ προσπαθεί να διεκδικήσει ρόλο διαμεσολαβητή μεταξύ Ανατολής και Δύσης με την εμπλοκή της στο Ουκρανικό, αλλά και σε άλλα «καυτά» μέτωπα.
Το άρθρο, ειδικότερα, κάνει μνεία στη συμπεριφορά της Αγκυρας σε μείζονα θέματα (με αντιδυτική στάση), όπως στην προμήθεια των ρωσικών αντιαεροπορικών/αντιπυραυλικών συστημάτων S-400, ως και στο εκβιαστικό βέτο που έχει προβάλει στην ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, ενώ επισημαίνει ότι ο Ερντογάν ασπάζεται θέσεις και εκκεντρικές απόψεις που ανατρέπουν τη δυτική στρατηγική και αφήνουν περιθώρια ελιγμών στον καταζητούμενο για εγκλήματα πολέμου Πούτιν με αντάλλαγμα οικονομική βοήθεια δισεκατομμυρίων δολαρίων από τη Μόσχα προς την Αγκυρα (συμπεριλαμβανομένης και πυρηνικής τεχνολογίας).
«WASHINGTON POST»: Ο… «χαρισματικός τύραννος»
Στο εσωτερικό της χώρας, ο Τούρκος πρόεδρος αναφέρεται ως «χαρισματικός τύραννος»(!), αφού υποδαύλισε τη διαίρεση (…), φυλάκισε πολιτικούς αντιπάλους, δημοσιογράφους, δικηγόρους και άλλους επικριτές του, ενώ περιόρισε το χώρο για άνθηση της κάποτε ευημερούσας κοινωνίας των πολιτών στην Τουρκία με μια εκστρατεία καταπίεσης, που εντατικοποιήθηκε μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του Ιουλίου του 2016, με πολλούς Τούρκους να φοβούνται να εκφράσουν δημοσίως τις απόψεις τους.
Επιπρόσθετα, αναφέρει ότι ο Ερντογάν μετέτρεψε τα δικαστήρια σε όργανο εκδίκησης κυνηγώντας τους αντιφρονούντες με κατασκευασμένες κατηγορίες, «ψαλίδισε» την ανεξαρτησία των ΜΜΕ, εκφόβισε θεσμούς όπως την Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας αναγκάζοντάς την να ρίξει τα επιτόκια, ενώ ο πληθωρισμός καλπάζει μ ανεξέλεγκτους ρυθμούς.
Και η αμερικανική εφημερίδα, καταλήγοντας, κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για εσωτερική αποσταθεροποίηση και υιοθέτηση άλλων επιλογών λέγοντας ότι «αν δεν επικρατήσει ο Ερντογάν στις εκλογές της 14ης Μαΐου ή σε πιθανό δεύτερο γύρο δύο εβδομάδες αργότερα, εκφράζονται ανησυχίες ότι ο ίδιος και οι οπαδοί του θα αμφισβητήσουν το αποτέλεσμα. Και σε μια χώρα όπου η δημοκρατία είχε σχετικά σταθερό πάτημα, οι ανησυχίες αυτές δείχνουν πόσο βαθιά ο Τούρκος τύραννος έχει ανατρέψει τους κανόνες – και τους κινδύνους που εγκυμονεί η επέκταση της αυταρχικής του διακυβέρνησης».