Η τρομακτική νέα θεωρία, που εξετάζεται στα ντοκιμαντέρ «Myth of the Zodiac Killer», που έκανε πρεμιέρα την Τρίτη (11/7), υποδηλώνει ότι μία ομάδα ανθρώπων μπορεί να ήταν υπεύθυνη για τις φρικαλεότητες που αποδίδονταν σε έναν και μόνο, «μυθικό» δολοφόνο.
Η νέα θεωρία διατυπώνεται περίπου μισό αιώνα μετά τα τέλη της δεκαετίας του 1960 και τις αρχές της δεκαετίας του 1970, τότε που ο Ζόντιακ σκορπούσε τον τρόμο στην περιοχή του κόλπου του Σαν Φρανσίσκο.
Όταν ο Ζόντιακ έκανε την εμφάνισή του στα τέλη του 1968, φαινόταν να επιλέγει τυχαία τα θύματά του – που σημαίνει ότι κανείς δεν μπορούσε να νιώθει ασφαλής.
Το μόνο που γνώριζε το κοινό ήταν ότι σε διάστημα περίπου έξι μηνών, ο μυστηριώδης δολοφόνος φέρεται να ήταν υπεύθυνος για πέντε φρικτούς θανάτους – μαζί με άλλες δύο απόπειρες. Ακόμη πιο ανατριχιαστικό ήταν το γεγονός ότι στον Ζόντιακ άρεσε να διαφημίζει τις σκοτεινές του πράξεις στα μέσα ενημέρωσης.
Αυτή η συμπεριφορά θα συνεχιζόταν και στη δεκαετία του 1970. Στο τέλος, ο Ζόντιακ θα ισχυριζόταν ότι σκότωσε τουλάχιστον 37 ανθρώπους.
«Είναι πολύ ασυνήθιστο οι ανεξιχνίαστες υποθέσεις να έχουν τόσες πολλές πληροφορίες. Αλλά αν διαβάσετε όλους τους φακέλους της αστυνομίας, θα δείτε ότι ελάχιστα συνδέονται αυτά τα εγκλήματα μεταξύ τους. Διαφορετικά όπλα, διαφορετικός τρόπος δράσης, διαφορετικό προφίλ θυμάτων, ακόμη και καταθέσεις αυτόπτων μαρτύρων, διαφορετικές τοποθεσίες – ή θύματα, από τα οποία αφαιρούνταν αντικείμενα ως “τρόπαια”, ενώ σε άλλα αυτό δεν συνέβαινε», είπε ο σκηνοθέτης του ντοκιμαντέρ Άντριου Νοκ στην New York Post.
«Οι επιστολές στον Τύπο είναι πραγματικά το μόνο πράγμα που ενώνει αυτά τα εγκλήματα. Υπάρχουν ισχυρά στοιχεία που υποδηλώνουν ότι όχι μόνο τα εγκλήματα διαπράχθηκαν από ξεχωριστούς ανθρώπους, αλλά και οι επιστολές γράφτηκαν από περισσότερα από ένα άτομα επίσης».
Ζόντιακ: Το χρονικό των εγκλημάτων
Οι γνωστές ενέργειες του Ζόντιακ ξεκίνησαν με τη δολοφονία δύο εφήβων, του David Arthur Faraday, 17 ετών, και της Betty Lou Jensen, 16 ετών, στην Benicia της Καλιφόρνια, στις 20 Δεκεμβρίου 1968. Το ζευγάρι των εφήβων, που είχαν βγει το πρώτο τους ραντεβού, είχε πυροβοληθεί μέσα στο αυτοκίνητό του.
Μισό χρόνο αργότερα, στις 4 Ιουλίου, ο Ζόντιακ ξαναχτύπησε. Πυροβόλησε τον Michael Renault Mageau, 19 ετών, και την Darlene Elizabeth Ferrin, 22 ετών μέσα στο σταθμευμένο αυτοκίνητό τους στο πάρκο Blue Rock Springs του Vallejo. Ο Mageau επέζησε ενώ η Ferrin υπέκυψε στο τραύμα από πυροβολισμό.
Οι πρώτες επιστολές στάλθηκαν στα τέλη Ιουλίου 1969.
Σε αυτά τα γράμματα υπήρχε μια ομολογία για τις δύο δολοφονίες — μαζί με ένα τελεσίγραφο ότι ο Ζόντιακ θα σκότωνε «μια ντουζίνα» κόσμου το Σαββατοκύριακο, αν η εφημερίδα San Francisco Chronicle δεν τύπωνε το κρυπτογραφημένο μήνυμα στο επόμενο τεύχος του. Η εφημερίδα δημοσίευσε την επιστολή στις 2 Αυγούστου.
Η τρίτη και η τέταρτη πράξη του Ζόντιακ τους επόμενους μήνες άρχισαν να αναδεικνύουν κάποιες παρατυπίες στο μοτίβο των δολοφονιών που διέπραττε ο στυγνός εγκληματίας.
Τα επόμενα δύο θύματά του, η Cecelia Ann Shepard, 22, και ο Bryan Calvin Hartnell, 20 ετών, μαχαιρώθηκαν ανελέητα στο φως της ημέρας στη λίμνη Berryessa, στην κομητεία Napa στις 27 Σεπτεμβρίου 1969. Ο Hartnell επέζησε αλλά η Shepard πέθανε μέρες αργότερα.
Ενώ έφευγε από το πάρκο, ο δολοφόνος —ο οποίος εθεάθη να φοράει μεσαιωνική κουκούλα σε στυλ δήμιου— έγραψε τις ημερομηνίες των δύο προηγούμενων δολοφονιών στο πλάι του αυτοκινήτου του Hartnell.
Στη συνέχεια, στις 11 Οκτωβρίου, ένας 29χρονος οδηγός ταξί ονόματι Paul Lee Stine πυροβολήθηκε από έναν επιβάτη που κατέβαινε στη γειτονιά Presidio Heights του Σαν Φρανσίσκο. Ο δολοφόνος έσκισε ένα κομμάτι από το πουκάμισο του Stine και το έστειλε στην Chronicle ως απόδειξη.
Ήταν μετά τη δολοφονία του Stine που οι αρχές δημιούργησαν το πρώτο τους σκίτσο του Ζόντιακ, βασισμένο στις περιγραφές δύο νεαρών μαρτύρων.
Ωστόσο, μία μάρτυρας που βγήκε μόλις τώρα για να μιλήσει στο ντοκιμαντέρ, λέει πως τα σκίτσα που κυκλοφορούν ευρέως και υποτίθεται πως απεικονίζουν τον Ζόντιακ δεν μοιάζουν καθόλου με αυτό που η ίδια είδε «εκείνη την ημέρα».
«Υπάρχουν σχέδια που βγήκαν και που δεν έμοιαζαν σε τίποτα με αυτό που είδα εκείνη την ημέρα», λέει η Linda Jensen, αναφερόμενη στο διάσημο σκίτσο.
Πριν από τα μαχαιρώματα, η Jensen βρισκόταν στη λίμνη και έκανε ηλιοθεραπεία με φίλους, όταν ένας παράξενος άνδρας που καταδίωκε την παρέα τους κρύφτηκε πίσω από ένα δέντρο για περίπου 45 λεπτά. Η Jensen ότι η παρέα της απλώς προσποιούταν ότι ο άνδρας δεν ήταν εκεί, για τη δική τους ασφάλεια.
Η εικόνα που περιγράφει δείχνει μεγάλες διαφορές στα μαλλιά, τα μάτια και τα χαρακτηριστικά του προσώπου, σε σύγκριση με την εικόνα που δόθηκε στη δημοσιότητα μετά το θάνατο του Stine.
«Είχε πολύ λεία, σπαστά μαλλιά, χτενισμένα πίσω και είχε ένα “πορωμένο” βλέμμα, έδειχνε πολύ συγκεντρωμένος», πρόσθεσε η Jensen, η οποία παρέμεινε σιωπηλή για πολλά χρόνια, λόγω του φόβου της εκδίκησης από τον δολοφόνο.
«Τα vibes που έβγαιναν από αυτόν ήταν άσχημα, ήταν σκοτεινά. Όλοι μας το νιώσαμε αυτό».
Η ανάμνηση της Jensen είναι επίσης συνεπής με μια περιγραφή που είχε δώσει η Shepard, θύμα της τρίτης επίθεσης, στην αστυνομία της κομητείας Napa.
Μαζί με μια διαφορετική περιγραφή υπόπτου, η δολοφονία του Stine έφερε και μια τεράστια αλλαγή στη γλώσσα που χρησιμοποιούσε ο Ζόντιακ στην επιστολή του – εκτός από την αποστολή υλικών αποδεικτικών στοιχείων (την μπλούζα, δηλαδή, του οδηγού ταξί), που συνέβαινε για πρώτη φορά.
Αν και ο σκηνοθέτης του ντοκιμαντέρ λέει ότι θα χρειαστεί μια ομολογία, σε αυτό το σημείο, για να το μάθει κανείς με βεβαιότητα, ο ίδιος προτιμά τη θεωρία των πολλαπλών δολοφόνων – και την πιθανότητα ότι ο Ζόντιακ ήταν στην πραγματικότητα «κάποιο είδος ομάδας», οι οποίοι εργάζονταν παράλληλα.
Ήταν ο Ζόντιακ «αντίπαλος» του Τσαρλς Μάνσον;
Όποιος κι αν ήταν ο Ζόντιακ — ή οι Ζόντιακ —, μπορεί να έβλεπαν τους εαυτούς τους ως ανταγωνιστές ενός άλλου διαβόητου κακοποιού της εποχής, του Τσαρλς Μάνσον, γνωστού για την «οικογένεια» από νεαρά άτομα που είχε εξωθήσει στο έγκλημα.
Η «οικογένεια» του Τσαρλς Μάνσον πραγματοποίησε τις δολοφονίες της εγκύου ηθοποιού Σάρον Τέιτ και οκτώ άλλων στις 8 Αυγούστου 1969 — λίγες μέρες μετά τη δημοσίευση της πρώτης επιστολής του Ζόντιακ.
Ο Νοκ επεσήμανε ότι μόνο μετά τις δολοφονίες του Μάνσον η συμπεριφορά του Ζόντιακ έγινε πιο ακανόνιστη – ξεκινώντας από τις δολοφονίες στην λίμνη λίμνη Berryessa τον επόμενο μήνα.
«Θα μπορούσε να πει κανείς ότι η μεγαλύτερη ιστορία στην Αμερική εκείνη την εποχή – σίγουρα στην Καλιφόρνια – ήταν η δολοφονία της Σάρον Τέιτ. Αν ήθελες να “ξεπεράσεις” κάτι τέτοιο, έπρεπε να διαπράξεις ένα έγκλημα που θα ήταν εξίσου βάναυσο και απλά σοκαριστικό», είπε ο Νοκ.
«Έτσι προφανώς, [ο δολοφόνος ή οι δολοφόνοι] αλλάζουν τρόπο δράσης. Από εκεί που “χτυπούσαν” την νύχτα, αρχίζουν να διαπράττουν εγκλήματα στο φως της ημέρας… αυτός είναι ο τρόπος για να τραβήξουν περισσότερη προσοχή. Ίσως λοιπόν υπήρχε μια ομάδα, ή μερικά άτομα που ένιωθαν ότι ήθελαν τη δημοσιότητα. Τους άρεσε ο Τύπος», είπε.
«Είναι ενδιαφέρον ότι όσο αποκαλύπτονταν λεπτομέρειες για την οικογένεια Μάνσον, τόσο περισσότερα γράμματα με την υπογραφή του Ζόντιακ έφθαναν στην San Francisco Chronicle», καταλήγει.
Ειδήσεις σήμερα
Τίτλοι τέλους για την δραματική σειρά «Αυτή η νύχτα μένει» – Αποθέωση στο Twitter
Σταματίνα Τσιμτσιλή: Οι αρετουσάριστες φώτο της με μαγιό είναι το κάτι άλλο
Πέτρος Φιλιππίδης: Διχασμένο το Twitter με τις επαναλήψεις του 50-50 – «Μου ήρθε να ξεράσω»