«Οι ιστιοπλόοι ξέρουν ότι μπορούν να βασίζονται στους διαρκείς, δυνατούς ανέμους του Αιγαίου. Τώρα, η δύναμη του Αιγαίου θα συμβάλει και στην μείωση του αποτυπώματος άνθρακα της Ελλάδας», λέει χαρακτηριστικά το άρθρο, αναφέροντας πως η χώρα μας έχει θέσει στόχο να μειώσει τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου κατά τουλάχιστον 55% έως το 2030, σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990. Εάν η Ελλάδα εκπληρώσει αυτό τον στόχο, τότε το 80% των ενεργειακών της αναγκών θα καλύπτεται από την ηλιακή, την αιολική και την υδροηλεκτρική ενέργεια.
«Για να επιτευχθεί αυτό, η χώρα πρέπει να επεκτείνει μαζικά τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ). Αυτό ακριβώς προβλέπει το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα, το οποίο η κυβέρνηση της Αθήνας παρουσίασε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Οκτώβριο: Η δυναμική των ΑΠΕ πρέπει να υπερδιπλασιαστεί από τα σημερινά 11,3 γιγαβάτ στα 23,5 γιγαβάτ, έως το 2030. Τα 9,5 γιγαβάτ από αυτά θα προέρχονται από την αιολική ενέργεια. Η κυβέρνηση στοχεύει ακόμη και σε δυναμική αιολικής ενέργειας μεγέθους 29,2 γιγαβάτ, μέχρι το 2050», αναφέρει το άρθρο.
«Η Ελλάδα διαθέτει ήδη ανεμογεννήτριες ισχύος πέντε γιγαβάτ. Αυτές οι ανεμογεννήτριες είναι όλες στην ξηρά – αλλά οι καλύτερες τοποθεσίες εκεί είναι ήδη κατειλημμένες. Επιπλέον, ο άνεμος πνέει συνεχώς και με μεγαλύτερη ταχύτητα στη θάλασσα. Επομένως, τα υπεράκτια αιολικά πάρκα είναι απαραίτητα για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας που θα είναι φιλική προς το κλίμα. Χωρίς αυτά, η Ελλάδα θα δυσκολευτεί να επιτύχει τους κλιματικούς της στόχους», σχολιάζει ο συντάκτης, επισημαίνοντας πως «το υπεράκτιο αιολικό δυναμικό της Ελλάδας είναι τεράστιο. Οι εμπειρογνώμονες του Υπουργείου Ενέργειας στην Αθήνα το υπολογίζουν στα 40 γιγαβάτ. Ωστόσο, υπάρχουν τεχνικά, πολιτικά και οικολογικά όρια».
Την επίθεση στο Μαγδεμβούργο καταδικάζει ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος
«Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του Αιγαίου είναι το μεγάλο βάθος του νερού», λέει στη Handelsblatt ο Έλληνας ειδικός σε θέματα ενέργειας, Γιώργος Στάμτσης. «Αυτό απαιτεί τη χρήση πλωτών ανεμογεννητριών», προσθέτει ο ίδιος, εξηγώντας πως η τεχνολογία για ανεμογεννήτριες σε πλωτές βάσεις δεν έχει ακόμη αναπτυχθεί πλήρως, ενώ είναι σημαντικά ακριβότερη από την κατασκευή σταθερών ανεμογεννητριών.
Αιολική ενέργεια: Μεγάλο το ενδιαφέρον των επενδυτών για τις πλωτές ανεμογεννήτριες
Παρ’όλα αυτά, ορισμένες εταιρείες αναγνωρίζουν μεγάλες δυνατότητες στον τομέα των υπεράκτιων δραστηριοτήτων στην Ελλάδα. Μιλώντας στη γερμανική εφημερίδα, ο Γιώργος Στάμτσης λέει ότι αναμένει «μεγάλο ενδιαφέρον», τόσο από ξένους και ντόπιους επενδυτές. Επικαλούμενη κυβερνητικούς κύκλους η Handelsblatt ονοματίζει ως πιθανώς ενδιαφερόμενες τις εταιρείες Cenergy (Βέλγιο), RWE (Γερμανία), Helleniq Energy (Ελλάδα – Ελληνικά Πετρέλαια), Ocean Winds (Πορτογαλία, Γαλλία), Copenhagen Offshore Partners (Δανία), Equinor (Νορβηγία) και Iberdrola (Ισπανία).
Μέχρι στιγμής, οι πλωτές τουρμπίνες αντιπροσωπεύουν μόνο το 0,5% της παγκόσμιας υπεράκτιας παραγωγής. Οι τουρμπίνες αυτές υπόσχονται υψηλή ενεργειακή απόδοση, επειδή μπορούν να εγκατασταθούν μακριά από τις ακτές. Ωστόσο, η κατασκευή τους είναι τεχνικά πολύ δύσκολη και δαπανηρή: Ανεμογεννήτριες ύψους 200 περίπου μέτρων πρέπει να σταθεροποιηθούν σε μία πλωτή βάση, η οποία θα πρέπει να αγκυροβοληθεί σε μεγάλα βάθη. Ακόμη και έτσι, οι παρατηρητές της αγοράς αναμένουν ότι το κόστος θα μειωθεί ραγδαία τα επόμενα χρόνια, αναφέρει η Handelsblatt.
Όσον αφορά τη δυσκολία εξεύρεσης συγκεκριμένων τοποθεσιών, όπου θα εγκατασταθούν οι ελληνικές πλωτές ανεμογεννήτριες, η εφημερίδα αναφέρει δύο πιθανά προβλήματα: πρώτον, τη διαμάχη Ελλάδας- Τουρκίας για τις οικονομικές ζώνες του Αιγαίου και δεύτερον, το αισθητικό κομμάτι. «Οι ανεμογεννήτριες θα πρέπει να έχουν όσο το δυνατόν λιγότερες οπτικές επιπτώσεις στο νησιωτικό πανόραμα του Αιγαίου», το οποίο προσελκύει εκατομμύρια παραθεριστές κάθε χρόνο, όπως γράφει ο συντάκτης.
Πλωτές ανεμογεννήτριες: Έξι τοποθεσίες έχουν ήδη επιλεγεί
Η κρατική ρυθμιστική αρχή για τους ενεργειακούς πόρους έχει πλέον ορίσει έξι περιοχές για την πρώτη φάση ανάπτυξης πλωτών αιολικών πάρκων. Οι θαλάσσιες αυτές εκτάσεις βρίσκονται στην Εύβοια, στην Κέρκυρα, στη Ρόδο και στον Πατραϊκό Κόλπο, αναφέρει το άρθρο, εξηγώντας ότι πρόγραμμα προβλέπει συνολικά 25 περιοχές με έκταση 2.712 τετραγωνικών χιλιομέτρων, μέχρι το 2050. Οι επενδύσεις, τέλος, αναμένεται να ανέλθουν στα έξι δισεκατομμύρια ευρώ στην πρώτη φάση έως το 2030 και στα περίπου 28 δισεκατομμύρια ευρώ μέχρι την ολοκλήρωση του προγράμματος το 2050.