Ήταν συγγραφέας, μεταφράστρια, συνεργάτιδα και μοναδική διαχειρίστρια του έργου του Μπόρχες, που κριτικοί λογοτεχνίας θεωρούν πως συγκαταλεγόταν στους σημαντικότερους ποιητές, δοκιμιογράφους και μυθιστοριογράφους της εποχής του.
Ο διάσημος συγγραφέας του «Βιβλίου των φανταστικών όντων» πέθανε επίσης στα 86 του, τον Ιούνιο του 1986, στη Γενεύη της Ελβετίας, δυο μήνες αφού παντρεύτηκαν με τη Μαρία Κοδάμα.
Η σχέση της με τον Μπόρχες – μία από τις σημαντικότερες λογοτεχνικές μορφές του 20ού αιώνα – ξεκίνησε όταν ανακάλυψαν πως είχαν κοινές αγάπες: την αγγλική γλώσσα, την παλιά αγγλοσαξονική γλώσσα, τα ισλανδικά…
Τον συνάντησε όταν ακόμη δεν ήταν παρά δεκαέξι και μελετούσε λογοτεχνία. Ο πατέρας της την πήγε να ακούσει διάλεξη του συγγραφέα.
«Ο Μπόρχες μου λείπει, όπως κι ο τρόπος που διασκεδάζαμε. Οι φίλοι μου συνήθιζαν να μου λένε: ‘Το να βγαίνεις με τον άνδρα των λαβύρινθων (σ.σ. συχνή εικόνα στα έργα του Μπόρχες) είναι τρομακτικό». Αλλά ήταν άνθρωπος «ιλαρός, κι οι λαβύρινθοί του με συνάρπαζαν. Πέρασα καιρό μαζί του. Δεν είμαι μαζοχίστρια, ήταν αξιαγάπητος», θα δήλωνε σε εκδήλωση στην Γουαδαλαχάρα, στο Μεξικό.
Για τη σχέση τους, η Μαρία Κοδάμα έλεγε χωρίς περιστροφές «δεν σχημάτισα ποτέ την εντύπωση πως κυριαρχούσε πάνω μου, ή πως ήμουν κατώτερη».
Την εποχή που ο Μπόρχες θεωρείτο κάθε χρόνο φαβορί για το Νόμπελ Λογοτεχνίας, η Μαρία Κοδάμα θα θυμόταν πως «όλος ο κόσμος τον σταμάταγε στον δρόμο και του έλεγε ‘ελπίζω πως θα το κερδίσεις’».
Δεν του απονεμήθηκε ποτέ.
Η σύντροφος του συγγραφέα έργων όπως τα «Μυθοπλασίες», «Το βιβλίο της άμμου», «Το Άλεφ» ή ακόμη «Η αναφορά του Μπρόουντι», δημιούργησε, το 1988, το Ίδρυμα Χοσέ Λουίς Μπόρχες.
Το πάθος της για τη λογοτεχνία δεν έσβησε ποτέ. Παρότι άρρωστη, έγραψε ένα τελευταίο έργο, με τίτλο La divisa punzo (αμετάφραστο), στο οποίο καταπιάνεται με την ιστορία του αμφιλεγόμενου αργεντινού πολιτικού του 19ου αιώνα Χουάν Μανουέλ δε Ρόσας, σε συνεργασία με την Κλαούντια Φαρίας Γκόμες.