Κάποιες χώρες στην Ανατολική και τη Νότια Ευρώπη κατάφεραν να περιορίσουν άμεσα το αρχικό «κύμα» της πανδημίας, όμως φαίνεται πως είναι δύσκολο να διατηρήσουν την επιτυχία τους, με τις κυβερνήσεις να κινητοποιούνται άμεσα για να περιορίσουν τις «εστίες» σε τοπικό επίπεδο.
Οπως αναφέρει ανάλυση του Politico, πολλές από τις φτωχότερες χώρες και περιοχές της Ευρώπης στα ανατολικά και τα νότια διαχειρίστηκαν το αρχικό κύμα πολύ καλύτερα από τους πλουσιότερους γείτονές τους, χάρη σε έναν συνδυασμό τύχης και έγκαιρης κυβερνητικής δράσης. Σε πολλές από αυτές τις περιπτώσεις, ο αριθμός των θανάτων κρατήθηκε σε χαμηλό επίπεδο. Ελλείψει των πόρων των πλουσιότερων ομολόγων τους, οι χώρες αυτές κινήθηκαν γρήγορα για να κλείσουν τα σύνορά τους και να επιβάλουν άμεσα αυστηρούς περιορισμούς.
Η επιτυχία δεν είναι όμως δεδομένη και δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι αυτές οι χώρες θα τα καταφέρουν το ίδιο καλά και σ’ ένα δεύτερο κύμα. Η Ρουμανία, η οποία στην αρχή είχε σχετικά λίγα κρούσματα, είδε τις λοιμώξεις να ξεκινούν και πάλι τον Ιούλιο.
Η Ουγγαρία δήλωσε πρόσφατα ότι κλείνει τα σύνορά της, επιστρέφοντας σε μια πολιτική που εφαρμόστηκε στην αρχή της κρίσης. Η Πολωνία καταγράφει ποσοστά σχεδόν διπλάσια από αυτά που είχε νωρίτερα αυτό το καλοκαίρι. Η Καμπανία, μια νότια επαρχία της Ιταλίας με πρωτεύουσα τη Νάπολη, η οποία ουσιαστικά δεν είχε κρούσματα την άνοιξη, κατέγραψε τον υψηλότερο αριθμό νέων κρουσμάτων στη χώρα στις 30 Αυγούστου.
Σχεδόν εννιά μήνες μετά τα πρώτα καταγεγραμμένα κρούσματα κορονοϊού στην Ουχάν της Κίνας, οι ειδικοί γνωρίζουν περισσότερα για τον θανατηφόρο ιό, οι θεραπευτικές μέθοδοι είναι αποτελεσματικότερες, τα διαγνωστικά τεστ περισσότερα και οι πολίτες έχουν «εκπαιδευτεί» στην τήρηση αποστάσεων, στην υγιεινή και τη χρήση μασκών.
Ωστόσο, ο ψυχρός καιρός του χειμώνα στο βόρειο ημισφαίριο, σε συνδυασμό με τον συνωστισμό σε κλειστούς χώρους, καθώς και την έξαρση της γρίπης αναμένεται να φέρει νέες προκλήσεις για τις κυβερνήσεις και αυξημένη πίεση στα νοσοκομειακά συστήματα.
Οπως σημειώνει το ρεπορτάζ του Politico, ένα από τα βασικά μαθήματα της πανδημίας ήταν ότι όσο πιο γρήγορα και αποφασιστικά ενεργούσαν οι χώρες τόσο το καλύτερο.
Η Πολωνία αποτελεί παράδειγμα του συνδυασμού τύχης και γρήγορης ανταπόκρισης. Η Ανέτα Αφελτ, ερευνήτρια στο Διεπιστημονικό Κέντρο Μαθηματικών και Υπολογιστικών Μοντέλων του Πανεπιστημίου της Βαρσοβίας, σημείωσε ότι η χώρα ήταν τυχερή στο ότι οι πρώτοι ασθενείς έφτασαν από ξηράς και έτσι ήταν πιο εύκολο να απομονωθούν σε σύγκριση με εκείνους που αφίχθησαν αεροπορικώς.
Επιπλέον, η χώρα κινήθηκε γρήγορα για να αντιμετωπίσει τον ιό, επιβάλλοντας καραντίνα εννιά ημερών μετά το πρώτο κρούσμα, σε αντίθεση με το Ηνωμένο Βασίλειο ή τις ΗΠΑ, που ήταν μεταξύ των τελευταίων μεγάλων χωρών τον Μάρτιο που διέταξαν αυστηρά μέτρα.
Την επίθεση στο Μαγδεμβούργο καταδικάζει ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος
Στην Ουγγαρία, ο Ιμρε Κατσκόβιτς, πρύτανης της Επιστημονικής Σχολής και πρώην επικεφαλής του Τμήματος Ανοσολογίας στο Πανεπιστήμιο Eötvös Loránd της Βουδαπέστης, ο οποίος βοήθησε στην οργάνωση της πανδημικής αντίδρασης, σημειώνει πως το Πανεπιστήμιο έκλεισε αμέσως μετά τα πρώτα κρούσματα, ενώ το κλείσιμο των συνόρων της χώρας δύο εβδομάδες μετά συνέβαλε στην επιτυχή αντιμετώπιση της εξάπλωσης του κορονοϊού.
Η Ουγγαρία παραμένει μία από τις λιγότερο πληγείσες ευρωπαϊκές χώρες, καταγράφοντας 615 θανάτους μέχρι σήμερα που συνδέονται με τη νόσο.
Ενώ ο ευημερών Βορράς στην Ιταλία ήταν το επίκεντρο της πανδημίας, ο Νότος -γνωστός από καιρό για τις κακές υποδομές Υγείας- ήταν σε μεγάλο βαθμό ανέγγιχτος. Το πλεονέκτημα του Νότου ήταν το χρονοδιάγραμμα, σύμφωνα με τον Πιερλουίτζι Λοπάλκο, καθηγητή Επιδημιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Πίζας και επικεφαλής μιας ειδικής ομάδας που συντονίζει την ανταπόκριση στην περιοχή της Απουλίας.
Στην πραγματικότητα, παρά τη βιασύνη της τελευταίας στιγμής, η καραντίνα στον Βορρά μπόρεσε να επιβραδύνει την εξάπλωση του ιού προς τα νότια, δίνοντας περισσότερο χρόνο στις περιφέρειες να προετοιμάσουν το προσωπικό του νοσοκομείου και τις εγκαταστάσεις εντατικής θεραπείας με τον απαραίτητο προστατευτικό εξοπλισμό και μηχανήματα για μια αναπνευστική πανδημία, εξήγησε.
Το Politico αναφέρει την Ελλάδα, που, όπως σημειώνει, «κατάφερε να δραπετεύσει σε μεγάλο βαθμό ανεπηρέαστη από το αρχικό κύμα της πανδημίας». Ο Γκίκας Μαγιορκίνης, επίκουρος καθηγητής Υγιεινής και Επιδημιολογίας στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, επισημαίνει στο αμερικανικό ειδησεογραφικό μέσο δύο παράγοντες που προστάτευσαν την Ελλάδα.
Ο πρώτος -παρομοίως με την Ουγγαρία και την Πολωνία- ήταν η ταχεία εφαρμογή μέτρων, όπως το lockdown με τις πρώτες περιπτώσεις και θανάτους που καταγράφηκαν, και ο δεύτερος ο έλεγχος της εξάπλωσης στα νοσοκομεία και στα κέντρα φροντίδας, περιορίζοντας την έκθεση
. «Η πίεση στο σύστημα Υγείας -που αντικατοπτρίζεται κυρίως από τον αριθμό των διασωληνωμένων ατόμων- δεν φαίνεται να αυξάνεται γρήγορα», εξηγεί. Ωστόσο, παραδέχθηκε επίσης ότι αναμένεται αύξηση των λοιμώξεων, λόγω του μεταβαλλόμενου καιρού. «Το σύστημα Υγείας μπορεί να ανεχθεί λίγο περισσότερο από αυτό που βλέπουμε. Δεν είναι το ερώτημα αν μπορούμε, κανένα σύστημα Υγείας δεν μπορεί», δήλωσε ο κ. Μαγιορκίνης.
Ο Αντουάν Φλαόλτ, διευθυντής του Ινστιτούτου Παγκόσμιας Υγείας στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης, προειδοποίησε ότι το επόμενο κύμα μπορεί να μην είναι τόσο τοπικό όσο το πρώτο, βάζοντας την Ανατολική και τη Νότια Ευρώπη στην πρώτη γραμμή.
«Κάθε σεζόν έχουμε ένα ξέσπασμα γρίπης στην Ευρώπη, είναι σχεδόν ομοιογενές (γεωγραφικά) – ένας χάρτης της Ευρώπης που είναι εντελώς κόκκινος την ίδια στιγμή», εξηγεί. Ο φόβος του είναι ότι, τώρα που ο ιός κυκλοφορεί σε ολόκληρη την ήπειρο, θα μπορούσε επίσης να συμβεί μια παρόμοια συγχρονισμένη αύξηση των λοιμώξεων με τον κορονοϊό.
Σύμφωνα με τον ίδιο, αυτό θα έθετε περαιτέρω προκλήσεις στις κυβερνήσεις που περιόρισαν επιτυχημένα το αρχικό κύμα της πανδημίας και τώρα πρέπει να συνεφέρουν τις οικονομίες τους, σημειώνοντας πως είναι επιτακτική ανάγκη να λάβουν σωστά μελλοντικά μέτρα περιορισμού, ώστε να μη θέσουν σε κίνδυνο την ήδη ασταθή οικονομική ανάκαμψη. Από την πλευρά του, ο Ιταλός επιδημιολόγος Λοπάλκο είναι αρκετά αισιόδοξος. «Αν δουλέψουμε καλά, είναι μια κατάσταση που μπορεί να αντιμετωπιστεί χωρίς καραντίνα», προβλέπει.
Την ώρα που η επιστημονική κοινότητα κάνει αγώνα για την ανάπτυξη και την παραγωγή ενός αποτελεσματικού και ασφαλούς εμβολίου κατά της Covid-19, άλλοι ερευνητές επικεντρώνονται στην προέλευσή του… Οι ιοί αγαπούν τις νυχτερίδες, καθώς τα νυκτόβια θηλαστικά, όπως και οι άνθρωποι, ζουν σε μεγάλες, πυκνές κοινωνίες.
Τα αεροσταγονίδια μεταφέρουν γρήγορα τους ιούς και το γεγονός ότι ζουν πολλά χρόνια σημαίνει πως οι ιοί μπορεί να επιμείνουν για πολύ καιρό. Οπως σημειώνουν οι ειδικοί, η μεγάλη διαφορά είναι ότι το ανοσοποιητικό σύστημά τους αντέχει και καταπολεμά πολλούς από τους ιούς που για τους ανθρώπους είναι θανατηφόροι, όπως ο SARS-CoV-2.
Η ανοσολογία βρίσκεται στο επίκεντρο της επιστημονικής και ιατρικής έρευνας. Κάθε προσπάθεια εξήγησης της διαφορετικής πορείας της νόσου για τη θεραπεία της και την πρόληψή της με εμβόλια εξαρτάται από την κατανόηση του τρόπου με τον οποίο ο ιός ξεπερνά το ανθρώπινο ανοσοποιητικό σύστημα ή το αντίστροφο.
Για τους περισσότερους, η «ανοσία» σημαίνει αντίσταση στην ασθένεια, ωστόσο οι επιστήμονες γνωρίζουν ότι είναι πιο περίπλοκο. Οι ανοσολόγοι εξετάζουν πόσο γρήγορη ήταν η αρχική αντίδραση ενός ατόμου σε παθογόνο οργανισμό. Τον αναγνώρισαν τα κύτταρα από την προηγούμενη έκθεση και ξεκίνησαν πιο γρήγορα; Πόσα αντισώματα παρήγαγε και ήταν τα σωστά; Οι κορονοϊοί εξελίσσονται εδώ και εκατομμύρια χρόνια στις νυχτερίδες, ωστόσο άρχισαν να μολύνουν τους ανθρώπους στο πολύ πρόσφατο παρελθόν.
Οι πρώτες μελέτες δείχνουν πως ο οργανισμός καταφέρνει να δημιουργήσει αντισώματα, όμως ακόμη οι ειδικοί δεν ξέρουν για πόσο, αφού τον προηγούμενο μήνα καταγράφηκε ένας 33χρονος στο Χονγκ Κονγκ ο οποίος νόσησε τέσσερις μήνες μετά την πρώτη ασθένειά του και ήταν ασυμπτωματικός. Οι ειδικοί σημειώνουν πως ένα καλά σχεδιασμένο εμβόλιο θα μπορεί να προσφέρει καλύτερη ανοσία σε φυσική μόλυνση από τον ιό. Ωστόσο, τα εμβόλια πρώτης γενιάς κατά της Covid-19 ίσως είναι ικανά να περιορίσουν μόνο τα συμπτώματα και όχι να αποτρέψουν τη μόλυνση.
Από την έντυπη έκδοση
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr