Η πρώτη αμερικανική επίθεση εναντίον του στρατού του Ασαντ, από το 2014 που ενεπλάκη η Ουάσιγκτον στη συριακή κρίση, αποτελεί θεαματική στροφή της πολιτικής του Ντόναλντ Τραμπ και σημαίνει το τέλος του απομονωτισμού που είχε χαράξει ως κυρίαρχο δόγμα. Η απόφαση για επίθεση ελήφθη ταχύτατα, αιφνιδιάζοντας ακόμη και εκείνους που παρακολουθούν πολύ στενά την αμερικανική εξωτερική πολιτική. Το ερώτημα που θέτουν διεθνείς αναλυτές είναι αν ο πρόεδρος Τραμπ θα σταματήσει σε αυτή την «προειδοποιητική» επίθεση κατά των συριακών δυνάμεων ή θα κλιμακώσει τις επιχειρήσεις με ευρεία στρατιωτική επέμβαση, θυμίζοντας εποχές Μπους στο Ιράκ.
Από τη Φλόριντα όπου βρίσκεται, ο Αμερικανός πρόεδρος ανακοίνωσε ότι «διέταξε ένα στοχευμένο πλήγμα» κατά της βάσης για να εμποδίσει τη χρήση απαγορευμένων χημικών όπλων από το «δικτάτορα Ασαντ» και κάλεσε όλα «τα πολιτισμένα έθνη να στηρίξουν τις ΗΠΑ ώστε να σταματήσουν η αιματοχυσία και η κάθε τύπου τρομοκρατική δράση». Στο πλευρό του βρέθηκαν όλοι οι Ευρωπαίοι ηγέτες, η Τουρκία αλλά και η πολιτική του αντίπαλος Χίλαρι Κλίντον! Η Ρωσία, όμως, προειδοποίησε για «μεγάλο πλήγμα» στις αμερικανορωσικές σχέσεις και ανέστειλε τη συμφωνία με τις ΗΠΑ για αποφυγή άμεσης στρατιωτικής εμπλοκής με τις αμερικανικές δυνάμεις στη Συρία και συνεργασία στο επίπεδο των πληροφοριών.
Το Πεντάγωνο ανακοίνωσε ότι με 59 πυραύλους Τόμαχοκ επλήγησαν αεροσκάφη, καταφύγια αεροσκαφών, εγκαταστάσεις αποθήκευσης καυσίμων, πυρομαχικών, θέσεις αντιαεροπορικής άμυνας και επίγεια ραντάρ. Ο Ρέιμοντ Μακμάστερ, σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του Τραμπ, είπε ότι η επιδρομή ήταν η τελευταία επιλογή από αυτές της επιθετικής απάντησης που παρουσίασε στον Αμερικανό πρόεδρο ο υπουργός Αμυνας Τζέιμς Μάτις. Οι Σύροι αντάρτες υποδέχθηκαν με ενθουσιασμό την αντίδραση των ΗΠΑ, αλλά οι συριακές δυνάμεις ανακοίνωσαν πως η αμερικανική πυραυλική επίθεση, από την οποία σκοτώθηκαν 9 άμαχοι, μεταξύ των οποίων τέσσερα παιδιά, ευνοεί τις τρομοκρατικές ομάδες.
Διακοπή στρατιωτικής συνεργασίας με τις ΗΠΑ
Το αμερικανικό Πεντάγωνο ανακοίνωσε ότι πριν από την επίθεση ενημερώθηκαν οι ρωσικές δυνάμεις της Συρίας για να μην υπάρχουν ρωσικά αεροσκάφη στη βάση. Ωστόσο, το Κρεμλίνο δεν ενημερώθηκε πριν από την επίθεση ούτε υπήρξε επικοινωνία Τραμπ-Πούτιν μετά την ολοκλήρωσή της, όπως διευκρίνισε ο υπουργός Εξωτερικών Ρεξ Τίλερσον. Η κίνηση των ΗΠΑ υπογραμμίζει την αλλαγή στάσης του Λευκού Οίκου απέναντι στη ρωσική κυβέρνηση, που αντέδρασε με οργή και με τον τρόπο της διεμήνυσε πως ξαφνικά έπεσαν στο ναδίρ οι σχέσεις των δύο χωρών. Το Κρεμλίνο ανακοίνωσε ότι η ρωσική προεδρία και το συμβούλιο ασφάλειας της χώρας εκφράζουν τη λύπη τους για τη ζημιά που έγινε στις σχέσεις Μόσχας -Ουάσιγκτον από την αμερικανική επέμβαση, που συνιστά «επίθεση κατά κυρίαρχου κράτους». Η Ρωσία ζήτησε σύγκληση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και ανακοίνωσε τη διακοπή της αμυντικής συνεργασίας των στρατιωτικών δυνάμεων με τις ΗΠΑ στη Συρία. Ο υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ θα ζητήσει εξηγήσεις από τον Αμερικανό ομόλογό του, ενώ στο λιμάνι της Ταρτούς -που αποτελεί ρωσική βάση και ελλιμενίζεται τμήμα του ρωσικού στόλου- έσπευσε η φρεγάτα Γκριγκορόβιτς, του στόλου της Μαύρης Θάλασσας. Παράλληλα, το ρωσικό υπουργείο Αμυνας διεμήνυσε ότι θα καταρρίπτεται οποιοδήποτε εχθρικό αεροσκάφος ενώ λοιδόρησε την αποτελεσματικότητα των αμερικανικών βομβαρδισμών, λέγοντας ότι μόνο οι 23 από τους 59 πυραύλους Τόμαχοκ βρήκαν το στόχο τους. Σημαντικές θέσεις των συριακών αεροπορικών δυνάμεων παρέμειναν ανέπαφες, όπως τονίζεται.
Αντίθετα, το Συριακό Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ανακοίνωσε ότι η βάση Αλ Σαϊράτ, από την οποία απογειώθηκε το αεροσκάφος που βομβάρδισε την πόλη Χαν Σεϊχούν με χημικά, έχει σχεδόν καταστραφεί όπως και τα αεροσκάφη Soukhoï-22, Soukhoï-24 και Mig-23 που βρίσκονταν εκεί. Η αεροπορική βάση Αλ Σαϊράτ είναι η μεγαλύτερη στη Συρία μετά από αυτήν της Λαττάκειας και θεωρείται το προπύργιο των δυνάμεων του Ασαντ. Ανταποκριτής της εφημερίδας «Γκάρντιαν» ανέφερε πως στην Αλ Σαϊράτ βρίσκονταν μέχρι το 2013 οι αποθήκες με τα χημικά όπλα που διαθέτει ο συριακός στρατός.
Σύσσωμη η Δύση στο πλευρό του Τραμπ
Η E.E. και συμπαγής ο γαλλογερμανικός «άξονας» στέκονται στο πλευρό του Τραμπ, όπως και όλες οι δυνάμεις της Δύσης και της Μ. Ανατολής που είναι παραδοσιακοί σύμμαχοι των ΗΠΑ. Αφήνοντας στην άκρη τις όποιες επιφυλάξεις είχαν για το πρόσωπο του νέου Αμερικανού προέδρου, τον επιβράβευσαν για την άμεση και αποφασιστική αντίδρασή του. Η Ευρωπαϊκή Ενωση θα συνεργαστεί με τις Ηνωμένες Πολιτείες για τον τερματισμό της βαρβαρότητας στη Συρία, δήλωσε ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ και ο πρόεδρος της Κομισιόν Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ πρόσθεσε ότι «οι ΗΠΑ ενημέρωσαν την Ε.Ε. πως αυτά τα πλήγματα ήταν περιορισμένα». «Ο Σύρος πρόεδρος Αλ Ασαντ φέρει την πλήρη ευθύνη για τα αμερικανικά πλήγματα, που αποτελούν αντίποινα στη χημική επίθεση της Τρίτης», τόνισαν σε κοινή τους ανακοίνωση η Γερμανίδα καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ και ο Γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ, ύστερα από μακρά τηλεφωνική επικοινωνία. Οι δύο Ευρωπαίοι ηγέτες υπογράμμισαν ότι είχαν ενημερωθεί από την Ουάσιγκτον για το πλήγμα πριν από τους βομβαρδισμούς. Η Βρετανία, το Ισραήλ, η Σαουδική Αραβία και η Τουρκία είναι επίσης θερμοί υποστηρικτές της σκληρής απάντησης των ΗΠΑ στο καθεστώς της Δαμασκού. Ο Τούρκος πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν επανέλαβε ότι θα υποστηρίξει σθεναρά τις ΗΠΑ σε επίθεση κατά του Ασαντ, παρά την έντονη ενόχληση της Αγκυρας για τη βοήθεια που προσφέρουν οι Αμερικανοί στους Κούρδους της Συρίας. Η Αγκυρα επανέλαβε ότι πρέπει να δημιουργηθούν ζώνες απαγόρευσης πτήσεων και χερσαίες ζώνες ασφαλείας στη Συρία. Τη θέση αυτή υποστηρίζει και η Χίλαρι Κλίντον, η οποία είπε χθες ότι συμφωνεί απόλυτα με την επιθετική δράση εναντίον του Αλ Ασαντ. «Επρεπε να είχαμε καταστρέψει τους αεροπορικούς διαδρόμους του Ασαντ, πρέπει να τον εμποδίσουμε να τους χρησιμοποιεί για να βομβαρδίζει αθώους με αέριο σαρίν», πρόσθεσε.
Αλίκη Κοτζιά
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου