Exit Poll / Πρόγνωση ARD (Πρώτο δημόσιο ραδιοτηλεοτπτικό δίκτυο)
Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα (CDU) 41,0 %
Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) 29,5 , %
Η Αριστερά (Die Linke) 13,0 %
Πράσινοι (Die Gruenen) 4,5 %
Φιλελεύθερο Κόμμα (FDP) 3,0 %
Εναλλακτική για την Γερμανία (ΑfD) 6,0 %
Exit Poll / Πρόγνωση ZDF (Δεύτερο δημόσιο τηλεοτπτικό δίκτυο)
Σοκ στην πίστα Γκραν Πρι του Λας Βέγκας - «Λιποθύμησε» ο Μπραντ Πιτ
Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα (CDU) 40,0 %
Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) 30,0 %
Η Αριστερά (Die Linke) 13,0 %
Πράσινοι (Die Gruenen) 4,5 %
Φιλελεύθερο Κόμμα (FDP) 3,5 %
Εναλλακτική για την Γερμανία (ΑfD) 6,0 %
——————————————————————
Eκλογές 2012
Χριστιναοδημοκρατικό Κόμμα (CDU) 35,2%
Σοσιαλδημοκρατικο Κόμμα (SPD) 30,6%
Η Αριστερά (Die Linke) 16,1%
Πράσινοι (Die Gruenen) 5,0%
Φιλελεύθερο Κόμμα (FDP) 1,2%
Εναλλακτική για την Γερμανία –
Mε τα μέχρι στιγμής στοιχεία, η διαφορά Χριστιανοδημοκρατών (CDU) – Σοσιαλδημοκρατών (SPD) είναι διψήφια, ανέρχεται στις 10,3 ποσοστιαίες μονάδες, με τη CDU της καγκελαρίου να επιτυγχάνει ποσοστό 40,3%, έναντι 30% του SPD. Tρίτο κατατάσσεται το κόμμα της Αριστεράς (Die Linke) με 13%. Έπονται το ακροδεξιό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) με 6,2%, οι Πράσινοι με 4,1%, το φιλελεύθερο Ελεύθερο Δημοκρατικό Κόμμα (FDP) με 3,1% και το κόμμα των Πειρατών με 1%. “Άλλο κόμμα” ψήφισαν το 3,3% των πολιτών.
Οι τοπικές εκλογές του Ζάαρ, παρουσιάζουν αυξημένη συμμετοχή κατά 10% συγκριτικά με πριν από πέντε χρόνια. Το 71% των 800.000 ψηφοφόρων προσήλθαν στις κάλπες, έναντι 60,6% των εκλογέων το 2012.
Ας σημειωθεί ότι οι νεαροί ψηφοφόροι προτίμησαν τα αριστερά κόμματα, οι γηραιότεροι προτίμησαν το κόμμα της Άνγκελας Μέρκελ, ενώ η υποψήφια της CDU και νυν πρωθυπουργός του κρατιδίου Κραμπ-Καρενμπάουερ χαίρει διακομματική δημοφιλίας.
Τρία «αγκάθια» για τη Μέρκελ στο δρόμο προς τις κάλπες
Η ζωή ξεπερνά πολύ συχνά την πιο δημιουργική φαντασία… Οταν η καγκελάριος της Γερμανίας ξεκίνησε για τη «σκληρή δοκιμασία» της διεκδίκησης τέταρτης θητείας, περίμενε δρόμο μετ’ εμποδίων. Ομως, πρόκειται για μια πραγματική «ειδική διαδρομή», που γίνεται όλο και πιο απρόβλεπτη.
«Αυτές οι εκλογές θα είναι οι πιο δύσκολες», είχε ομολογήσει η Ανγκελα Μέρκελ πριν από λίγους μήνες. Τα αγκάθια που συναντά καθημερινά, έξι μήνες πριν από τις ομοσπονδιακές εκλογές, πέραν του μεταναστευτικού και της ανόδου του λαϊκισμού, είναι πολύ αιχμηρά. Η Μέρκελ, που κάποτε είχε χαρακτηριστεί «καγκελάριος από τεφλόν» για την αντοχή της, έχει να αντιμετωπίσει την υψηλή δημοτικότητα του Σοσιαλδημοκράτη αντιπάλου της Μάρτιν Σουλτς, αλλά και το στρατό των χάκερ που πιθανότατα θα «επιτεθούν» στη γερμανική πολιτική σκηνή εν όψει των εκλογών, παρακινημένοι από «σκοτεινά κέντρα» του εξωτερικού.
Ο εμπορικός πόλεμος με τις ΗΠΑ του Ντόναλντ Τραμπ και η όξυνση των σχέσεων με την Τουρκία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είναι τα άλλα δύο μέτωπα που έχουν ανοίξει απέναντι στη Γερμανία. Με αυτά τα αρνητικά δεδομένα, η Γερμανία ετοιμάζεται για την πιο κρίσιμη προεκλογική εκστρατεία των τελευταίων ετών.
Ανησυχητικές οι δημοσκοπήσεις
Εχει πολλά να σκεφθεί αυτό τον καιρό η Γερμανίδα καγκελάριος, αλλά σίγουρα προλαβαίνει να ρίξει μια ματιά στις ανησυχητικές δημοσκοπήσεις, που φέρουν το κεντροαριστερό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) μία μονάδα μπροστά από τη Χριστιανοδημοκρατική Ενωση. Η δημοσκόπηση του ινστιτούτου INSA δείχνει ότι ο Μάρτιν Σουλτς, ο οποίος θα είναι υποψήφιος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, συγκεντρώνει το 32% ενώ οι Χριστιανοδημοκράτες της Μέρκελ και το αδελφό βαυαρικό κόμμα (CDU/CSU) έχουν παραμείνει στο 31%. Το SPD έχει κερδίσει περίπου 10 πόντους σε δημοσκοπήσεις μετά την ανάληψη της ηγεσίας του από τον τέως πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Μ. Σουλτς. Φυσικά, είναι πολύ νωρίς να προεξοφλήσει κανείς το φαβορί των εκλογών, γιατί ο πολιτικός χρόνος μέχρι τις εκλογές του Οκτωβρίου είναι πολύ μεγάλος. Οι τοπικές εκλογές της Κυριακής στο μικρό κρατίδιο του Σάαρ ενδεχομένως να είναι ενδεικτικές, καθώς οι Σοσιαλδημοκράτες (που συγκυβερνούν με τους Χριστιανοδημοκράτες στο κρατίδιο) θα προσπαθήσουν να αποφύγουν μια νέα συγκατοίκηση για να δώσουν το «μήνυμα» της αλλαγής εν όψει των ομοσπονδιακών εκλογών.
Ο εμπορικός πόλεμος με τη Νέα Αμερική του Τραμπ
Πριν από την ορκωμοσία του, ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έσπευσε να περιγράψει με σαφήνεια το πλαίσιο των κακών σχέσεων που θα έχει με την ενωμένη Ευρώπη και κυρίως με τη Γερμανία. Επέκρινε ευθέως την καγκελάριο Μέρκελ για τον «καταστροφικό» τρόπο με τον οποίο διαχειρίστηκε το προσφυγικό και απείλησε με επιβολή υψηλών δασμών τα εισαγόμενα γερμανικά αυτοκίνητα. Το ψυχρό κλίμα που επικράτησε μεταξύ των ΗΠΑ και της Γερμανίας μετά την εκλογή Τραμπ επιβεβαιώθηκε με τον πιο ηχηρό τρόπο κατά την επίσκεψη της Ανγκελα Μέρκελ στον Λευκό Οίκο, όπου ο Αμερικανός πρόεδρος ήταν σχεδόν αγενής και φανερά εχθρικός απέναντι στην προσκεκλημένη του, χωρίς να προσπαθεί ούτε στο ελάχιστο να κρύψει τα τεράστια χάσματα μεταξύ τους για τη μετανάστευση, το διεθνές εμπόριο και τις αμυντικές δαπάνες για το ΝΑΤΟ. Η καγκελάριος συνοδευόταν από οικονομικούς παράγοντες και διευθυντές (CEO) αυτοκινητοβιομηχανιών, αλλά το αφτί του μεγιστάνα προέδρου δεν ίδρωσε. Επέμεινε στις διμερείς συμφωνίες (και στον εμπορικό πόλεμο), απορρίπτοντας τις υπογεγραμμένες συνθήκες εμπορίου με την Ε.Ε., αλλά και τις προσφορές της καγκελαρίου.
Ο Τραμπ, υπέρμαχος του εμπορικού προστατευτισμού, θέλει να αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο οι ΗΠΑ συναλλάσσονται με τον υπόλοιπο κόσμο. Αν και η Μέρκελ υποσχέθηκε να αυξήσει τις αμυντικές δαπάνες στο 2%, με επακόλουθη αύξηση της οι συνεισφοράς στο ΝΑΤΟ, ο Τραμπ δεν… μαλάκωσε, τονίζοντας ότι η Γερμανία «χρωστάει τεράστια ποσά»! Η στάση του Αμερικανού προέδρου απέναντι στην καγκελάριο Μέρκελ έδειξε πως δεν ήταν καθόλου τυχαία η επισήμανση του συμβούλου του Λευκού Οίκου επί θεμάτων εμπορίου, Πίτερ Ναβάρο, ότι «το Βερολίνο χειραγωγεί το υποτιμημένο ευρώ για να εκμεταλλευτεί τις ΗΠΑ». Οι κινήσεις του Ντόναλντ Τραμπ διαψεύδουν και τον «τσάρο» Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο οποίος αμέσως μετά την εκλογή Τραμπ είχε δηλώσει ότι δεν περιμένει εμπορικό πόλεμο Γερμανίας-ΗΠΑ!
Τεταμένες οι σχέσεις με την Τουρκία
Οι σχέσεις της Γερμανίας με την Τουρκία κινούνταν πάντοτε στο πλαίσιο του ρεαλισμού και της προσεκτικής διπλωματίας, για πολλούς λόγους – ο κυριότερος των οποίων αφορά στα 3,5 εκατομμύρια των Τούρκων που ζουν κι εργάζονται στην ισχυρή χώρα της Ευρώπης. Οι φιλοδοξίες του «σουλτάνου» Ερντογάν έχουν μεταβάλει δραματικά τις ισορροπίες. Τις γερμανοτουρκικές σχέσεις χαρακτηρίζει πλέον «βαρομετρικό χαμηλό», με ευθείες απειλές, διπλωματικές ρήξεις και επιθετική ρητορική.
Ο Ταγίπ Ερντογάν τα έχει βάλει με τους θεσμούς της Ε.Ε. και με όλες τις ευρωπαϊκές χώρες που φιλοξενούν στο έδαφός τους Τούρκους πολίτες, αλλά κυρίως με τη Γερμανία. Η απαίτηση της Αγκυρας για προεκλογικές συγκεντρώσεις στην Ευρώπη -σε όσες χώρες το τουρκικό στοιχείο είναι έντονο- εν όψει του δημοψηφίσματος έχει προκαλέσει έναν ιδιότυπο πόλεμο. Η Γερμανία δεν απαγόρευσε τις εμφανίσεις του Τούρκου προέδρου και άλλων πολιτικών της Αγκυρας στο έδαφός της, αλλά πολλά γερμανικά κρατίδια έκλεισαν την πόρτα στον Ερντογάν. Ο Τούρκος πρόεδρος μίλησε για επιστροφή του ναζισμού στη Γερμανία και σε όλη την Ε.Ε. και η καγκελάριος Μέρκελ, αφού προσπάθησε να μείνει ψύχραιμη, τελικά χαρακτήρισε τον Τούρκο πρόεδρο ανεπιθύμητο στη χώρα της!
«Ο Τούρκος πρόεδρος ξεπέρασε τα όρια όταν συνέκρινε την κυβέρνηση της Γερμανίας με τους ναζί και δεν είναι πλέον ευπρόσδεκτος στη χώρα», δήλωσε ο αντιπρόεδρος της Χριστιανοδημοκρατικής Ενωσης (CDU), Φόλκερ Μπουφιέ. Δεν είναι τυχαία η προειδοποίηση. Σύμφωνα με το γερμανικό Τύπο, ο Ερντογάν σκοπεύει να επισκεφθεί τη Γερμανία μέσα στον Μάρτιο για να ζητήσει τη στήριξη των Τούρκων ψηφοφόρων που ζουν εκεί στο δημοψήφισμα της 16ης Απριλίου. Δεν είναι βέβαιο ότι θα πραγματοποιηθεί αυτή η επίσκεψη του Ερντογάν. Σε πολλές γερμανικές πόλεις, έχει ήδη απαγορευθεί κάθε τουρκική συγκέντρωση κι ομιλία στο πλαίσιο της εκστρατείας υπέρ του «Ναι» στο δημοψήφισμα. Ακόμη και στον υπουργό Εξωτερικών της Τουρκίας, Μεβλούτ Τσαβούσογλου, δεν επετράπη να μιλήσει σε Τούρκους της Γερμανίας, στο Γκάγκεναου. Ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών Ζίγκμαρ Γκάμπριελ ώθησε ακόμη πιο μακριά την αντιπαράθεση με την Αγκυρα, τονίζοντας ότι «η Τουρκία είναι σίγουρα πιο μακριά από ποτέ από το να γίνει μέλος της Ε.Ε.»!
Ο φόβος της επίθεσης από χάκερ
Η ιστορία επαναλαμβάνεται… Οι χάκερ ζεσταίνουν τις μηχανές, αφού αναμένεται να πάρουν φωτιά τα πληκτρολόγια εν όψει των εκλογών στη Γερμανία. Το επίκεντρο του γερμανικού ενδιαφέροντος κινείται γύρω από τις ρωσικές κυβερνοεπιθέσεις, την κατασκοπεία, τις ψευδείς ειδήσεις και την προπαγάνδα, γεγονός που έχει ανησυχήσει τους αρμόδιους που θεωρούν ότι θα μπορούσε να επηρεαστεί ακόμη και το αποτέλεσμα της κάλπης του Σεπτεμβρίου. Οι ειδικοί αναφέρουν ότι στην πολιτική σφαίρα πραγματοποιείται σοβαρότατη κυβερνο-κατασκοπεία, επισημαίνοντας πως οι πληροφορίες που συλλέγονται θα χρησιμοποιηθούν στην κορύφωση της προεκλογικής εκστρατείας, με στόχο να επηρεάσουν την κοινή γνώμη. Η γερμανική κυβέρνηση φοβάται μήπως επαναληφθεί το «Βατερλώ» των αμερικανικών εκλογών, όπου φέρεται να υπήρξε εμπλοκή χάκερ, με αποτέλεσμα να ευνοηθεί ο Ντόναλντ Τραμπ.
Αξιωματούχοι των υπηρεσιών πληροφοριών υποστηρίζουν πως τα τελευταία χρόνια έχει πραγματοποιηθεί πληθώρα επιθέσεων, ενώ μία από τις σοβαρές σημειώθηκε τον Μάιο του 2005, όταν σημειώθηκε κυβερνοεπίθεση στη Βουλή. Επιτροπή της Μπούντεσταγκ κατέληξε πως οι εισβολείς ήταν Ρώσοι χάκερ, γνωστοί ως APT28, Sofacy, Fancy Bear που φέρεται να διατηρούν δεσμούς με το Κρεμλίνο, και έκαναν… βόλτες στο σύστημα υπολογιστών για τρεις εβδομάδες, κατασκοπεύοντας τις επικοινωνίες μεταξύ των 5.000 εργαζόμενων και διαφεύγοντας με μεγάλο όγκο πληροφοριών.
Οι γερμανικές αρχές πρότειναν την προηγούμενη εβδομάδα την επιβολή προστίμων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που αδυνατούν να διαγράψουν ψευδείς ειδήσεις, ενώ το facebook ανακοίνωσε πως μέχρι το τέλος του έτους θα προσλάβει 700 ανθρώπους στο Βερολίνο που θα εξετάζουν το περιεχόμενο που διακινείται μέσω της ιστοσελίδας. Οι κινήσεις αυτές ελάχιστα καθησυχάζουν τους αρμόδιους, που θεωρούν ότι η Γερμανία είναι εξαιρετικά ευάλωτη σε τέτοιου είδους επιθέσεις, κυρίως εξαιτίας της πολιτισμικής στάσης της, των ελλιπών συστημάτων ασφάλειας και της έλλειψης κατανόησης του κινδύνου. Ενδεικτικό είναι πως, παρά τις προειδοποιήσεις, πολλοί αρνούνται να λάβουν ακόμη και τις πιο βασικές προφυλάξεις, όπως ασφαλείς κωδικούς, εγκατάσταση αντι-ιικών προγραμμάτων (anti-virus), αφού οι ανθρώπινος παράγοντας θεωρείται εξαιρετικά σημαντικός. Παραδόξως, η διακαής επιθυμία της προστασίας της ιδιωτικότητας άφησε ανοιχτό το παράθυρο στην κατασκοπεία, καθώς οι παρακολουθήσεις στη Γερμανία ξυπνούν μνήμες από την κατασκοπεία της Στάζι, την αστυνομία της Ανατολικής Γερμανίας, το φάντασμα της οποίας πλανάται ακόμη.