Παρά την απαγόρευση μαζικών διαδηλώσεων λόγω της πανδημίας, πάνω από 500.000 πολίτες -κατά την αστυνομία ήταν 133.000- κατέβηκαν το περασμένο Σαββατοκύριακο στους δρόμους του Παρισιού και άλλων 70 πόλεων για να εκφράσουν την αντίθεσή τους στον αμφιλεγόμενο νόμο περί ασφάλειας. Κυρίως για το άρθρο 24, που αφορά την προστασία των αστυνομικών από τον έλεγχο του Τύπου, παραπέμποντας περισσότερο στις πρακτικές αυταρχικών κυβερνήσεων τύπου Πολωνίας και Ουγγαρίας -με τις οποίες η Ε.Ε. βρίσκεται στα μαχαίρια- παρά με την κοιτίδα της σύγχρονης δημοκρατίας και των ατομικών δικαιωμάτων.
Ο συγκεκριμένος νόμος ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι, καθώς για μια σειρά από λόγους η κυβέρνηση Μακρόν-Καστέξ έχει υιοθετήσει το τελευταίο διάστημα ένα πλέγμα κατασταλτικής νομοθεσίας, που σηματοδοτεί ακόμη μεγαλύτερη ιδεολογική μετατόπιση προς τα δεξιά (και δεν μιλάμε καν για τα περιοριστικά μέτρα που αφορούν τη δημόσια υγεία, ούτε για την απρόσμενα έντονη διένεξη του κράτους με την Εκκλησία για τον αριθμό πιστών που θα επιτραπεί να παρακολουθήσουν τις χριστουγεννιάτικες λειτουργίες).
Ο φόβος για περιορισμό της ελευθερίας του Τύπου στην ίδια τη Γαλλία, μια χώρα που υποτίθεται ότι υπερασπίζεται με το αίμα της την ελευθερία της έκφρασης απέναντι στον ισλαμικό φανατισμό, είναι πλέον υπαρκτός και στέλνει ανησυχητικά μηνύματα στην Ευρώπη.
Η κυβέρνηση διατείνεται ότι στόχος της απαγόρευσης βιντεοσκόπησης αστυνομικών δράσεων εν ώρα καταστολής είναι η προστασία των ενστόλων, που έχουν κι αυτοί γονατίσει την τελευταία πενταετία λόγω των… υπερωριών που έχουν κάνει απέναντι στην τρομοκρατία και τα «Κίτρινα Γιλέκα».
Ωστόσο, οι Γάλλοι δημοσιογράφοι μαζί με εκπροσώπους κοινωνικών και επαγγελματικών φορέων προειδοποιούν πως η παροχή υπέρμετρων εξουσιών στην αστυνομία (ακόμη και χρήση drones στη διάρκεια των διαδηλώσεων) θα οδηγήσει σε έξαρση της αστυνομικής βίας, ιδίως όταν δεν θα υπάρχει αποδεικτικό οπτικοακουστικό υλικό για τη χρήση της.
Ομως, η συντηρητική στροφή του Μακρόν δεν σηματοδοτείται μόνο από το συγκεκριμένο νομοσχέδιο. Ακόμη κι αν σημαντική μερίδα της κοινωνίας συμφωνεί με το νομοσχέδιο περιστολής του ακραίου Ισλάμ και τον ασφυκτικό έλεγχο των μουσουλμανικών οργανώσεων από το γαλλικό κράτος, πολύ δύσκολα θα αποσπάσει την κοινωνική συναίνεση ο νόμος που απαγορεύει τις διαδηλώσεις στα πανεπιστήμια, καταργώντας στην πράξη το ακαδημαϊκό άσυλο. Με την τακτική αυτή ο Μακρόν κινδυνεύει να απολέσει οριστικά την ταυτότητα του μετριοπαθούς κεντρώου και να μετατοπιστεί οριστικά στον χώρο της σκληρής Δεξιάς, παίζοντας ουσιαστικά στο γήπεδο της Μαρίν Λεπέν.
«Ο πρόεδρος εξελέγη βάσει ενός ισορροπημένου προγράμματος, αποσπώντας ψήφους τόσο από τα αριστερά όσο και από τα δεξιά. Από τη στιγμή όμως που υλοποιεί αμιγώς συντηρητικές πολιτικές, ουσιαστικά έχει χάσει το αριστερό του ακροατήριο», τόνισε ο κοινωνιολόγος του Ινστιτούτου CNRS, Σεμπαστιάν Ροσέ. Ο ντε φάκτο «θατσερισμός» του Μακρόν σε ζητήματα ασφάλειας και δημόσιας τάξης μπορεί να αποβεί καταστροφικός αν συνοδευτεί από την εφαρμογή αμιγώς νεοφιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων, εκτιμά από την πλευρά του ο Μπρουνό Κοτρέ, του πανεπιστημίου Science Po. «O Mακρόν πρέπει να λάβει επίσης υπόψη του την κοινωνική ασφάλεια και την ανεργία αν θέλει να κερδίσει τις εκλογές του 2022», τόνισε ο Γάλλος πολιτικός επιστήμονας.
Διαρροές και αποχωρήσεις με το βλέμμα στις εκλογές του 2022
Η υπερσυντηρητική πολιτική έχει διχάσει το προεδρικό κόμμα LREM (Η Δημοκρατία Εμπρός) που έχει ήδη απολέσει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία εξαιτίας διαρροών, στηριζόμενο πλέον σε μικρότερους κεντρώους συμμάχους και στην ανοχή της Δεξιάς. Μια ομάδα 10 βουλευτών καταψήφισε τον νόμο προστασίας της αστυνομίας «για να μη γίνουμε σαν τον Εθνικό Συναγερμό της Λεπέν» και κάποιες τάσεις ετοιμάζονται να προσχωρήσουν στους Πράσινους ή να ιδρύσουν νέα κεντροαριστερά κόμματα. Ενας από αυτούς είναι ο Ορελιάν Τασέ, που κατηγόρησε τον Μακρόν ότι «περιορίζει τα ατομικά δικαιώματα, βοηθά τις μεγάλες επιχειρήσεις και δεν κάνει τίποτα κατά της φτώχειας και των κοινωνικών διακρίσεων σαν να θέλει να γίνει ο πρωταθλητής των δεξιών».
Βάσει των παραπάνω, ο πραγματικός αντίπαλος του Μακρόν το 2022 δεν είναι η Λεπέν, την οποία αναμένεται να νικήσει εύκολα ή δύσκολα, αναβιώνοντας τεχνητά διλήμματα. Θα είναι ένας -υποθετικός ακόμη- κοινός υποψήφιος των Πρασίνων, της Αριστεράς και της Κεντροαριστεράς, ικανός να συσπειρώσει μια μεγάλη μάζα ψηφοφόρων γύρω από ένα εναλλακτικό όραμα, αφήνοντας τον Μακρόν εκτός β’ γύρου. Η αχίλλειος πτέρνα ενός τέτοιου υποψηφίου θα ήταν η μετανάστευση, ο νόμος και η τάξη, πεδία που παραδοσιακά έφερναν σε αμηχανία την Αριστερά. Σε αυτό ποντάρουν ακραιφνείς μακρονικοί, όπως ο εκπρόσωπος του LREM, Zαν-Μπατίστ Μορό, που υποστηρίζει ότι ακόμη και αριστεροί πολίτες επιθυμούν τάξη, ασφάλεια και έλεγχο του ακραίου Ισλάμ.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
Επέτειος Γρηγορόπουλου: Νέα ένταση στα Εξάρχεια και επιχείρηση εκκένωσης της πλατείας
Έκτακτο δελτίο επιδείνωσης καιρού: Έρχονται καταιγίδες και χαλάζι – Πού θα είναι έντονα τα φαινόμενα