Οι επιστήμονες στο πανεπιστήμιο του San Diego χρησιμοποίησαν αρχειοθετημένα δεδομένα περίπου 5000 ατόμων. Από αυτούς 1699 ήταν άντρες και 3293 από αυτούς ήταν γυναίκες. Τα δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν ήταν η πρόσληψη trans λιπαρών και ύστερα εξέτασαν τις συναισθηματικές τους ανταποκρίσεις.
[fwduvp preset_id=”test” playlist_id=”Test”]
Η έρευνα μας έδειξε πως οι άνθρωποι με περισσότερη κατανάλωση trans λιπαρών βίωσαν δυσκολίες αντιμετώπισης συναισθημάτων, καθώς και έλλειψη συναισθηματικής «διαύγειας». Αντίστοιχα οι άνθρωποι με λιγότερη πρόσληψη trans λιπαρών διαγνώστηκαν με «αυξημένη θετική διάθεση και μειωμένη αρνητική» και μπορούσαν να διαχειριστούν καλυτέρα τα συναισθήματα τους.
Τα αποτελέσματα της έρευνας συμπίπτουν και με προηγούμενες έρευνες. Συγκεκριμένα το 2013 το πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια έδειξε πως η υψηλή κατανάλωση trans λιπαρών σχετίζεται με την αυξημένη επιθετικότητα. Καταναλώνοντας μια διατροφή με ψηλά τα trans λιπαρά ανεβάζουμε την χοληστερόλη στο αίμα το οποίο μπορεί να προκαλέσει καρδιακή προσβολή και εμφράγματα.
Καφές, τσάι ή σοκολάτα; Τα κατάλληλα ροφήματα για αδυνάτισμα μετά τις κραιπάλες των Χριστουγέννων
Ωστόσο οι κίνδυνοι ψυχικής υγείας δεν έχουν γίνει ακόμα αποδεκτοί ευρέως. ”Γνωρίζουμε πως η βρετανική διατροφή η οποία καταστρέφει το σώμα μας καταστρέφει και το μυαλό μας”, υποστήριξε ο επικεφαλής του αφιλοκερδή οργανισμού που σχετίζεται με το φαγητό και την συμπεριφορά Δρ. Alex Richardson στην Guardian. ”Έχουμε αρκετές αποδείξεις, ωστόσο η ερευνητική κοινότητα επιμένει να χρησιμοποιεί μελέτες που δίνουν placebo σε ομάδες ατόμων – το οποίο είναι δύσκολο να γίνει για μεγάλο χρονικό διάστημα. Αντί αυτού θα έπρεπε να ψάξουμε το σύνολο των ήδη υπαρχόντων αποδείξεων”.
Σε άλλη παρόμοια έρευνα οι ερευνητές κοίταξαν δεδομένα από ερωτηματολόγια σε σχέση με τα τρόφιμα και μια κλίμακα η οποία μετράει τα συμπτώματα από ψυχολογικές διαταραχές από γυναίκες πριν την εμμηνόπαυση. Τα δεδομένα ήρθαν από σχεδόν 70,000 γυναίκες , από τις οποίες καμιά δεν υπέφερε από κατάθλιψη στην αρχή της έρευνας , μεταξύ του 1994 και του 1998 και ύστερα ξαναμετρήθηκαν μετά από 3 χρόνια.
Δίαιτες με ψηλότερο γλυκαιμικό δείκτη, συμπεριλαμβάνοντας αυτές με επεξεργασμένες φυτικές ίνες και πρόσθετη ζάχαρη, ήταν συνδεδεμένες με περισσότερες πιθανότητες κατάθλιψης έδειξε η έρευνα. Ωστόσο μερικοί παράγοντες της διατροφής έχουν προστατευτικές ιδιότητες εναντίον της κατάθλιψης, όπως οι φυτικές ίνες, προϊόντα ολικής άλεσης, φρούτα, λαχανικά και η λακτόζη, καθώς και ζάχαρη που προέρχεται από γαλακτοκομικά προϊόντα και γάλα το οποίο περιέχει χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη.
Η πρόσθετη ζάχαρη αλλά όχι η συνολική ζάχαρη ή οι συνολικοί υδατάνθρακες που προέρχονται από την διατροφή είναι συνδεδεμένη με την κατάθλιψη. Επίσης η υπερκατανάλωση ζάχαρης και επεξεργασμένων αμυλούχων παράγουν ρίσκο για φλεγμονές και καρδιαγγειακές νόσους, τα οποία συνδέονται με την ανάπτυξη κατάθλιψης. Αυτού του είδους δίαιτα μπορεί να οδηγήσει και σε αντίσταση ινσουλίνης η οποία βρίσκεται συχνά σε ανθρώπους με κατάθλιψη.
*Από τον Φίλιππο Σολάκη, Τελειοφ. Διαιτολόγο – Διατροφολόγο, Μέλος της Ομάδας Λόγω Διατροφής
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr