Σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση, η μείωση των πωλήσεων οφείλεται κυρίως λόγω στη σημαντική πτώση των μέσων τιμών πώλησης (τους πρώτους μήνες του 2022, οι τιμές των πρώτων υλών κυμάνθηκαν σε ιστορικά υψηλά επίπεδα και ως εκ τούτου και οι τιμές πώλησης είχαν κινηθεί αυξητικά) αλλά και στην περιορισμένη πτώση των όγκων ύψους 5,6%, ως αποτέλεσμα της χαμηλότερης ζήτησης.
Κατά το πρώτο εξάμηνο του 2023, τα κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) ανήλθαν σε 24,1 εκατ. ευρώ με τα συγκρίσιμα μεγέθη του αντίστοιχου εξαμήνου του 2022 να ανέρχονται σε 25,3 εκατ. ευρώ , χωρίς να συμπεριλαμβάνονται τα έκτακτα κέρδη προερχόμενα από προϊόντα COVID-19 ύψους ~4,7 εκατ. ευρώ (το ΕΒΙΤDA του πρώτου εξαμήνου του 2022 ανερχόταν σε 30 εκατ. ευρώ συμπεριλαμβανομένων των κερδών από προϊόντα Covid -19). Η μικρή υποχώρηση της τάξης του 4,7%, οφείλεται στη χαμηλότερη ζήτηση που παρατηρήθηκε παγκοσμίως σε βασικούς κλάδους της οικονομίας (κατασκευές, αγροτικός τομέας), πρωτίστως στην Ευρωπαϊκή Ένωση, Ηνωμένο Βασίλειο και ΗΠΑ.
Σημειώνεται ότι σχετικά με τα επίπεδα ρευστότητας του ομίλου και το συναλλακτικό κύκλο των θυγατρικών του, δεν σημειώθηκε κάποια αρνητική επίδραση ως αποτέλεσμα των δυσχερών συνθηκών που επικρατούν. Αντιθέτως, ο καθαρός δανεισμός του ομίλου ανήλθε σε 21,7 εκατ. ευρώ, συγκριτικά με 21,5 εκατ. ευρώ στο τέλος του προηγούμενου έτους, παρά το γεγονός ότι στο δεύτερο τρίμηνο, λόγω εποχικότητας πωλήσεων, το κεφάλαιο κίνησης βαίνει αυξανόμενο, ενώ στον υπολογισμό του καθαρού δανεισμού δεν περιλαμβάνεται εννεάμηνη προθεσμιακή τραπεζική κατάθεση ύψους 3,5 εκατ. ευρώ.
Η Διαμαντής Μασούτης Α.Ε. τοποθετεί τους ανθρώπους της σε “Πρώτο Πλάνο”
Παράλληλα, κανονικά συνεχίζεται η υλοποίηση του προγραμματισμένου επενδυτικού πλάνου του ομίλου, το οποίο για το 2023 αναμένεται να προσεγγίσει τα 30 εκατ. ευρώ σε ταμειακή βάση, με επενδύσεις που πραγματοποιούνται κυρίως στις εγκαταστάσεις του ομίλου στην Ελλάδα, αλλά και στις άλλες χώρες δραστηριοποίησής του.
Αναφορικά με τα οικονομικά αποτελέσματα του εξαμήνου, ο Δημήτρης Μαλάμος, διευθύνων σύμβουλος του ομίλου, σημείωσε: «Το 2023 αποτελεί μια χρονιά που χαρακτηρίζεται από ύφεση, υψηλό πληθωρισμό και αβεβαιότητα. Σε αυτές τις δυσχερείς οικονομικές συνθήκες, ο όμιλος πετυχαίνει για ακόμα ένα τρίμηνο την διατήρηση των αυξημένων επιπέδων κερδοφορίας του, ενισχύοντας ακόμα περισσότερο την οικονομική του θέση. Επιπροσθέτως, συνεχίζει να επενδύει σε νέες τεχνολογίες και εφαρμογές, σε αύξηση της παραγωγικής του δυναμικότητας και στη βελτίωση της κοστολογικής του βάσης, στοχεύοντας παράλληλα στη διαρκή προσπάθεια μείωσης του περιβαλλοντολογικού του αποτυπώματος. Παραμένοντας προσηλωμένοι στην υλοποίηση της στρατηγικής μας, συνεχίζουμε να ανταποκρινόμαστε με επιτυχία στις προκλήσεις του διεθνούς μακροοικονομικού περιβάλλοντος, γεγονός που θα επιφέρει την περαιτέρω βελτίωση της οικονομικής μας απόδοσης».